Internet: Πως θα ήταν μια μέρα αν «έπεφτε» το Διαδίκτυο. «Η σύνδεση απέτυχε» ξανά και ξανά. Η πρώτη παρόρμηση, αυτοματισμός σχεδόν, η πληκτρολόγηση στο google της ερώτησης «Τι συμβαίνει με το Ίντερνετ;». Η δεύτερη, η αναζήτηση πληροφοριών στα ειδησεογραφικά σάιτ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Προφανώς, χωρίς Ίντερνετ, τίποτα από αυτά δεν είναι εφικτό. Και τώρα; Η μόνη πληροφορία μπορεί να προέλθει από τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης. Κι αυτά όμως, έχουν σε μεγάλο βαθμό «μπλοκάρει», λόγω προβλημάτων στις τηλεπικοινωνίες. Το μόνο βέβαιο είναι πως το πρόβλημα έχει εκδηλωθεί ταυτόχρονα σε όλον τον πλανήτη.
Αν κρατήσει για λίγες ώρες, θα είναι το πρώτο θέμα στα νυχτερινά δελτία ειδήσεων ανά την υφήλιο. Αν όμως κρατήσει για μέρες ή εβδομάδες, τότε τα πράγματα «σκουραίνουν»: τα πάντα, από την τηλε-εκπαίδευση μέχρι την εργασία και από τα δίκτυα ύδρευσης μέχρι τα σούπερ μάρκετ, δυσλειτουργούν ή «παγώνουν». Τράπεζες, αερομεταφορές, θαλάσσιες μεταφορές (ναι, και το τάνκερ που μεταφέρει το πετρέλαιο που θα καταλήξει στο βενζινάδικο της γειτονιάς), αποθήκες και εταιρείες logistics, χάρη στις οποίες τα προϊόντα φτάνουν στα ράφια των σούπερ μάρκετ, ακόμα και οι φωτεινοί σηματοδότες ξαφνικά θα σταματήσουν να λειτουργούν κανονικά.
Αποκάλυψη του Ίντερνετ
Κάποιοι έχουν αποκαλέσει «Αποκάλυψη του Ίντερνετ» ένα τέτοιο σενάριο παρατεταμένης διακοπής πρόσβασης στο Διαδίκτυο. Είναι όντως πιθανό να συμβεί; Και τι θα σήμαινε στην πράξη; Κατά τον Μαρκ Γκράχαμ, καθηγητή Γεωγραφίας του Διαδικτύου στο Oxford Internet Institute, αν το Ιντερνετ «έπεφτε», θα γινόμασταν μάρτυρες μιας σχεδόν άμεσης παγκόσμιας οικονομικής κατάρρευσης. Κι αυτό διότι το Διαδίκτυο είναι το νευρικό σύστημα της σύγχρονης παγκοσμιοποίησης, απαραίτητο ακόμα και για τον παραγωγό ντομάτας ή τον ψαρά (που διαθέτουν τα προϊόντα τους εκτός στενής τοπικής αγοράς), οι οποίοι χωρίς αυτό πιθανώς θα δυσκολευτούν να πουλήσουν την παραγωγή τους, να πληρωθούν για αυτή και να τη διανείμουν.
«Και υπάρχουν δύο πράγματα που εγγυημένα μπορούν να προκαλέσουν χάος στη σύγχρονη οικονομία: η αδυναμία διανομής τροφίμων και η αδυναμία πρόσβασης στο χρήμα και το τραπεζικό σύστημα» συμπληρώνει. Πιο φειδωλός σε λέξεις, αλλά εξίσου εκφραστικός, ο Ντάνιελ Πάργκμαν, του Βασιλικού Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Σουηδίας, έχει δηλώσει ότι αν συνέβαινε παρατεταμένο «μπλακάουτ» στο Ίντερνετ σε τέτοια έκταση, ο αντίκτυπος θα ήταν «αφάνταστος».
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ επικοινώνησε με πέντε ερευνητές, μεταδιδάκτορες, διδάκτορες και υποψήφιους διδάκτορες του Εργαστηρίου Επιστήμης Δεδομένων και Ιστού (Datalab) του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ζητώντας απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με το πόσο πιθανό θα ήταν μια… Δευτέρα το Ίντερνετ να μην είναι πια …εκεί.
Είναι όντως πιθανό να συμβεί αυτό που κατά καιρούς έχει αποκληθεί «Αποκάλυψη του Ίντερνετ»;
Την εκτίμηση ότι η «Αποκάλυψη του Ίντερνετ», δηλαδή μιας μεγάλης έκτασης διακοπή της πρόσβασης στο Διαδίκτυο, είναι ένα σπανιότατο, αλλά όχι αδύνατο να συμβεί φαινόμενο, διατυπώνουν μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η υποψήφια διδακτόρισσα Σοφία Υφαντίδου και ο μεταδιδάκτορας ερευνητής του Datalab, δρ Παύλος Σερμπέζης. Όπως επισημαίνουν, κυβερνοεπιθέσεις και φυσικές καταστροφές μπορούν να προκαλέσουν μόνο μικρές διαταραχές στο Διαδίκτυο, όπως μειωμένη ταχύτητα πρόσβασης. Κι αυτό διότι το Διαδίκτυο (όπως και τα δίκτυα ηλεκτροδότησης, συγκοινωνιών, κτλ.) έχει σχεδιαστεί έτσι, ώστε να είναι ανθεκτικό σε προβλήματα. Π.χ., αν καταστραφεί μια γραμμή ή εξοπλισμός, υπάρχουν εναλλακτικές διαδρομές.
Ωστόσο, «πρόσφατα, ερευνητές του Πανεπιστημίου Irvine της Καλιφόρνιας ανέδειξαν έναν παράγοντα, που δεν έχει ληφθεί υπόψη στον σχεδιασμό του Διαδικτύου: τις ηλιακές καταιγίδες. Η ηλιακή καταιγίδα αφορά σε “εκρήξεις” ηλιακού υλικού, που ενώ δεν είναι επικίνδυνες για τον άνθρωπο, μπορεί να αποβούν καταστροφικές για τα καλώδια μεγάλου μήκους, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της υποδομής του Διαδικτύου. Οι μεγαλύτερες ηλιακές καταιγίδες συνέβησαν πριν την εμφάνιση του Διαδικτύου, το 1859 και το 1921, δημιουργώντας σημαντικά προβλήματα στο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο της εποχής, τον τηλέγραφο! Η πιθανότητα εμφάνισής τους κυμαίνεται από 1.6% μέχρι 12% ανά δεκαετία. Αν και το δίκτυο ηλεκτροδότησης έχει σχεδιαστεί υπολογίζοντας την πιθανότητα ηλιακών καταιγίδων, ο σχεδιασμός του Διαδικτύου δε φαίνεται να λαμβάνει υπόψη αυτό το ρίσκο. Για παράδειγμα, η συνδεσιμότητα Ευρώπης και Αμερικής μέσω υποθαλάσσιων καλωδίων, προβλέπεται ότι θα επηρεαστεί περισσότερο λόγω του μεγάλου μήκους αυτών» αναφέρουν.
Έχουν καταγραφεί περιστατικά κατά τα οποία «έπεσε» το Ιντερνετ για μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες;
Κατά τον δρα Σερμπέζη και τον υποψήφιο διδάκτορα Γιώργο Βλαχάβα, «συμβαίνουν συχνά περιστατικά κατά τα οποία “πέφτει” μέρος του Διαδικτύου εξαιτίας αστοχιών σε δικτυακές υποδομές (π.χ. οπτικές ίνες, δρομολογητές), λαθών σε ρυθμίσεις πρωτοκόλλων -χαρακτηριστικό είναι το πρόσφατο παράδειγμα του Facebook- κυβερνοεπιθέσεων ή τακτικών λογοκρισίας. Ενδεικτικά, σημειώνουν, ετησίως γίνονται περισσότερα από 3000 ατυχήματα ή επιθέσεις μεγάλης έκτασης, που σχετίζονται με το πρωτόκολλο BGP (σ.σ. πρωτόκολλο διατομεακής δρομολόγησης) και περισσότερες από 10 εκατομμύρια μικρές ή μεγάλες επιθέσεις DDoS (σ.σ. κατανεμημένης επίθεσης άρνησης υπηρεσίας).
Η έκταση των περισσότερων περιστατικών είναι -όπως λένε-περιορισμένη, ωστόσο υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις που επηρέασαν μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες, όπως η DDoS επίθεση στην εταιρεία «DNS Dyn» το 2016, που επηρέασε την πρόσβαση σε πολλές υπηρεσίες (Netflix, PayPal, Visa, Amazon, κ.α.) για σχεδόν μία ημέρα ή μια λάθος ρύθμιση του πρωτοκόλλου BGP το 2017, που απέκοψε ολόκληρη την Ιαπωνία από το Διαδίκτυο για αρκετά λεπτά.
Το οικονομικό κόστος τέτοιων περιστατικών είναι τεράστιο (εκατομμύρια δολάρια ανά ώρα για μεγάλες εταιρείες): μέσα στο 2018 οι εταιρείες “έχασαν” συνολικά 60 εκατομμύρια ώρες λειτουργίας λόγω εκτεταμένων διακοπών του Διαδικτύου. Σημαντική είναι όμως -κατά τους κυρίους Σερμπέζη και Βλαχάβα- και η περίπτωση της λογοκρισίας, όπου κυβερνήσεις αποκόπτουν την πρόσβαση σε ιστοσελίδες ή και σε ολόκληρο το Διαδίκτυο στους πληθυσμούς των κρατών τους (σ.σ. το λεγόμενο «kill switch», κατέβασμα του διακόπτη). Παραδείγματα τέτοιας πρακτικής αποτελούν η ολοκληρωτική αποκοπή πρόσβασης στην Ινδονησία το 2019 για 19 ημέρες και η απαγόρευση πρόσβασης σε ιστοσελίδες όπως η Wikipedia και το Twitter στην Τουρκία για μήνες ή και χρόνια.
Τι θα συνέβαινε, στην περίπτωση που μια μέρα ξυπνούσαμε και το Ιντερνετ είχε «πέσει»;
Εκπαίδευση, εργασία, τηλεπικοινωνίες, δίκτυα ηλεκτρισμού κι ενέργειας, αερομεταφορές και θαλάσσιες μεταφορές, logistics, φωτεινοί σηματοδότες, όλα πλέον «κουμπώνουν» σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό πάνω στο Διαδίκτυο, ενώ μελλοντικά η εξάρτησή τους θα αυξηθεί και το ίδιο θα συμβαίνει και με όλες τις οικιακές συσκευές στο πλαίσιο του Ίντερνετ των Πραγμάτων. Τι θα συνέβαινε, στην περίπτωση που μια μέρα ξυπνούσαμε και το Ιντερνετ είχε «πέσει»; Όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο μεταδιδάκτορας ερευνητής του Datalab, δρ Βασίλειος Ψωμιάδης, το Διαδίκτυο διασυνδέει πλέον περισσότερες από 12,3 δισεκατομμύρια συσκευές παγκοσμίως, με τις προβλέψεις για το 2025 να ξεπερνούν τα 27 δισεκατομμύρια συσκευές.
«Η πρόσφατη -στις 4 Οκτωβρίου 2021- διακοπή πρόσβασης, διάρκειας επτά ωρών, στις δημοφιλείς διαδικτυακές πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης του Facebook, Instagram, WhatsApp και Messenger, λόγω τεχνικού λάθους του ίδιου του παρόχου, ανέδειξε την παγκόσμια και συλλογική απαίτηση για αδιάλειπτη πρόσβαση στο Διαδίκτυο και στις υπηρεσίες του.
Πέραν της προσωπικής επικοινωνίας και ψυχαγωγίας, οι συγκεκριμένες πλατφόρμες χρησιμοποιούνται εκτεταμένα και για επιχειρηματικούς σκοπούς (κυρίως διαφήμιση, π.χ. το Facebook έχει περισσότερα από 80 δισεκατομμύρια δολάρια έσοδα ετησίως από τη συγκεκριμένη πηγή). Παράλληλα, σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, σε Αφρική και Ασία, το Facebook, μέσω του προγράμματος “Free Basics”, αποτελεί τρόπο πρόσβασης σε βασικές διαδικτυακές υπηρεσίες χωρίς χρεώσεις. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, χρησιμοποιώντας δείκτες από την Παγκόσμια Τράπεζα, τη Διεθνή Ένωση Τηλεπικοινωνιών (ITU) του ΟΗΕ, τη Eurostat και την υπηρεσία απογραφής των ΗΠΑ, το κόστος της διακοπής για την παγκόσμια οικονομία ξεπέρασε το 1,1 δισ. δολάρια» σημειώνει ο δρ Ψωμιάδης.