Αναμφισβήτητα η πανδημία, με τα δύο lockdown μέσα σε έναν χρόνο και με τα υπόλοιπα περιοριστικά μέτρα, έχει μετατρέψει το Διαδίκτυο και τις υπηρεσίες του σε ένα χρήσιμο εργαλείο ζωτικής σημασίας. Από τραπεζικές συναλλαγές, πληρωμές λογαριασμών, ψώνια έως συναλλαγές με το Δημόσιο, ενημέρωση, ψυχαγωγία και ό,τι άλλο πρέπει να γίνεται σε καθημερινή βάση.

Γράφει ο Γεράσιμος Ζωτός

Έτσι, η πολυσυζητημένη ψηφιακή μετάβαση που επιταχύνθηκε σημαντικά με την πανδημία δημιούργησε και την ανάγκη για μεγαλύτερες ταχύτητες.

Εδώ και έναν χρόνο, λοιπόν, οι Έλληνες πολίτες στρέφονται σε αυξημένες ταχύτητες σύνδεσης, με πάνω από 32% των ευρυζωνικών συνδέσεων να έχει πλέον υψηλές ονομαστικές ταχύτητες (από 30 έως και 100 Mbps). Ωστόσο, το ποσοστό διείσδυσης ταχυτήτων πάνω από 100 Mbps είναι ακόμη μικρό.

Σύμφωνα με τα στοιχεία έκθεσης της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), που αποτυπώνει την πορεία της ευρυζωνικής αγοράς στην Ελλάδα το δεύτερο εξάμηνο του 2020, μόλις το 5,8% των ευρυζωνικών γραμμών της χώρας απολαμβάνει ταχύτητες πάνω από 100 Mbps.

Η πλειοψηφία των ευρυζωνικών συνδέσεων στην Ελλάδα έχει ταχύτητες από 10 Mbps έως 30 Mbps (ποσοστό 61,1%). Σημειώνεται ότι η ονομαστική αξία των 10 Mbpsμπορεί να φτάσει να προσφέρει πραγματική ταχύτητα μέχρι και 2 Mbps.

Και αυτό γιατί η ονομαστική ταχύτητα που σημειώνεται και προκύπτει από τις τεχνικές προδιαγραφές της τεχνολογίας σύνδεσης αντιπροσωπεύει τη μέγιστη θεωρητική ταχύτητα που μπορεί να επιτευχθεί με βάση την τεχνολογία σύνδεσης. Ωστόσο, οι περισσότεροι συνδρομητές έχουν πραγματική ταχύτητα πολύ χαμηλότερη λόγω των υποδομών στο κτίριο.

Οι ευρυζωνικές συνδέσεις στο τέλος του 2020 ανήλθαν στην Ελλάδα σε 4.270.473, σημειώνοντας ετήσια αύξηση 4%, ανάλογη εκείνης που σημειώθηκε κατά το 2019 (3,7%). Η ευρυζωνική διείσδυση στον πληθυσμό ανήλθε σε 39,8% έναντι 38,1% στο τέλος του 2019.

Δίκτυα νέας γενιάς και υπερ-υψηλές ταχύτητες

Οι γραμμές πρόσβασης σε δίκτυα νέας γενιάς (NGA) ανήλθαν σε 472.613 έναντι 323.917 τον Ιούνιο και 195.427 στο τέλος του 2019. Το μερίδιό τους επί του συνόλου των ευρυζωνικών γραμμών αυξήθηκε φθάνοντας το 11,07% έναντι 7,71% τον Ιούνιο και 4,76% στο τέλος του 2019.

Στο τέλος του 2020 οι γραμμές xDSL μέσω Αδεσμοποίητης Πρόσβασης στον Τοπικό Βρόγχο υποχώρησαν εκ νέου φθάνοντας τις 1.573.758, έναντι 1.686.356 τον Ιούνιο και 1.770.702 στο τέλος του 2019. Το μερίδιό τους επί του συνόλου των ευρυζωνικών γραμμών υποχώρησε στο 36,85% έναντι 40,15% τον Ιούνιο και 43,13% στα τέλη του 2019.

Οι γραμμές υπερ – υψηλών ταχυτήτων (από 100 Mbps και άνω) αντιπροσώπευαν στα τέλη του 2020 το 5,8% των ευρυζωνικών γραμμών της χώρας, έναντι 1,8% στο τέλος του 2019. Αντίστοιχα, οι γραμμές υψηλών ταχυτήτων (από 30 έως 100 Mbps), συνιστούν ποσοστό 32,8%, έναντι 25,7% στο τέλος του 2019.

Ειδικότερα η πλειονότητα των γραμμών (άνω του 99%) αντιστοιχεί σε ονομαστικές ταχύτητες (download) άνω των 10Mbps (οι ταχύτητες έως 10Mbps (download) συνιστούν ποσοστό 0,2%).

Σε ό,τι αφορά την μετάδοση δεδομένων μέσω δικτύων κινητής τηλεφωνίας, το σύνολο των ενεργών συνδρομητών κινητών τηλεπικοινωνιών που έκαναν χρήση υπηρεσιών δεδομένων στο Διαδίκτυο στο τέλος του 2020 ανήλθε σε 9.231.228, έναντι 9.122.462 στα τέλη του 2019, καταγράφοντας πληθυσμιακή διείσδυση 86% (85% στα τέλη του 2019).

Από αυτούς, οι 428.441 έκαναν χρήση καρτών για πρόσβαση στο Διαδίκτυο (datacards) και οι 7.962.394 είτε προμηθεύτηκαν πακέτο δεδομένων Διαδικτύου επιπρόσθετα σε πακέτο κινητής τηλεφωνίας (add-on) είτε έκαναν χρήση υπηρεσιών δεδομένων Διαδικτύου μέσω προγραμμάτων κινητής που, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο με ενιαία χρέωση (bundle).

Οι υπόλοιποι 840.393 έκαναν χρήση υπηρεσιών δεδομένων μέσω προγραμμάτων κινητής που, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο (χρέωση ανά μονάδα).

Ικανοποιημένο από τις ταχύτητες το 65% των συνδρομητών Internet

Παρά το γεγονός ότι το ποσοστό των υπερυψηλών ταχυτήτων διασύνδεσης στο Internet είναι ακόμα χαμηλό, ένα μεγάλο ποσοστό χρηστών, σχεδόν τα 2/3δηλώνει ικανοποιημένο από την ταχύτητα. Συγκεκριμένα ένα ποσοστό 20% δηλώνουν απόλυτα ικανοποιημένοι και ένα 45% αρκετά ικανοποιημένοι, ανεβάζοντας τον δείκτη ικανοποίησης στο 65%.

Αυτό δείχνει σχετική, πρόσφατη έρευνα του «Ευρωβαρόμετρου» για τις ψηφιακές επικοινωνίες. Η έρευνα διεξήχθη από τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2020 και από τον Φεβρουάριο έως τον Μάρτιο του 2021 σε 27 κράτη – μέλη και με τη συμμετοχή 27.213 πολιτών της Ε.Ε.

Σύμφωνα με την έρευνα αυτή, σε ό,τι αφορά την ταχύτητα σύνδεσης upload, (αποστολής δεδομένων) το 18% και το 45% αντίστοιχα δηλώνουν από πολύ έως αρκετά ικανοποιημένοι. Στην Ευρώπη, η εικόνα είναι ακόμη πιο θετική με την πλειονότητα των Ευρωπαίων, 81%, να δηλώνουν ικανοποιημένοι με την ποιότητα της ταχύτητας λήψης της σύνδεσης στο Διαδίκτυο και 82% με την ταχύτητα upload. Όσοι ζουν σε απομακρυσμένες περιφέρειες ή σε αγροτικά χωριά είναι λιγότερο ικανοποιημένοι, ιδίως συγκεκριμένα το 77% των ερωτηθέντων.

Ένα σημαντικό πρόβλημα που έχει γίνει πιο έντονο αυτή την εποχή για τους πελάτες των εταιριών τηλεπικοινωνιών στην Ευρώπη και κυρίως στην Ελλάδα, είναι ο υψηλός αριθμός δολίων κλήσεων ή SMS, που λαμβάνουν, τα οποία οδηγούν σε υπηρεσίες υψηλής χρέωσης.

Συγκεκριμένα, όπως δείχνει η ειδική έρευνα του Ευρωβαρόμετρου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, το 13% των Ευρωπαίων έχει γίνει στόχος ανεπιθύμητων τηλεφωνικών κλήσεων. Επιπλέον, σύμφωνα με την έρευνα, που αποτυπώνει τη σχέση των Ευρωπαίων με τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το 12% των Ευρωπαίων έλαβε ανεπιθύμητα SMS, ενώ κλήσεις και sms επέφεραν στους καταναλωτές επιπλέον χρεώσεις. Στην περίπτωση της Ελλάδας, το ποσοστό των πολιτών, που δέχθηκαν ανεπιθύμητες κλήσεις και sms, φτάνει το 38%.

Η έρευνα ρώτησε, επίσης, τους Ευρωπαίους για τις συνδρομές τους στο Διαδίκτυο κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Διαπίστωσε ότι, παρ’ όλο που οι απαιτήσεις συνδεσιμότητας ήταν υψηλές λόγω της τηλεργασίας, της διαδικτυακής εκπαίδευσης και των online υπηρεσιών ψυχαγωγίας, λίγοι Ευρωπαίοι έκαναν αλλαγές στις συνδρομές τους στο Διαδίκτυο. Για την ακρίβεια, μόνο το 7% των Ευρωπαίων άλλαξε πάροχο στο Διαδίκτυο λόγω της πανδημίας.

Η Ελλάδα, πάντως, είχε την τρίτη υψηλότερη επίδοση μεταξύ των κρατών – μελών στην αλλαγή παρόχου στη διάρκεια της πανδημίας, με το 16% να απαντά ότι το έκανε.

Σε ερώτηση προς τους Ευρωπαίους χρήστες Internet για την επίδραση που θα έχουν οι πληροφορίες σχετικά με το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών στις επιλογές τους, τo 40% δηλώνει ότι η επιλογή του παρόχου θα επηρεαστεί από το περιβαλλοντικό του αποτύπωμα.