Ο χρόνος φαίνεται να μετρά αντίστροφα για το επόμενο μεγάλο deal μιας εκ των ισχυρότερων εγχώριων εταιρειών συμμετοχών, της Ideal Holdings, η οποία αναζητά μια νέα επένδυση σε μη υφιστάμενο για εκείνη κλάδο δραστηριότητάς.

Εκ παραλλήλου, ο όμιλος Quest, με μητρική την Quest Holdings, εκτιμάται ότι θα πρέπει να δρομολογήσει μια αναλόγου μεγέθους και σημασίας κίνηση το προσεχές διάστημα, εφόσον θεωρηθεί σίγουρη η πώληση ολόκληρης της ACS προς τη γερμανική GLS και θελήσει να την αναπληρώσει στο portfolio του, κάτι που αναμένεται να ξεκαθαρίσει, με βάση τους όρους της συμφωνίας για το… πρώτο 20%, το νωρίτερο έως την 31/10/2025, σε έναν χρόνο από σήμερα, ή το αργότερο σε δυο, έως την 30/10/2026.

Τα διαθέσιμα κεφάλαια των δυο ισχυρών αυτών «παικτών» της ελληνικής αγοράς υπερβαίνουν αθροιστικά το «φράγμα» του μισού δισ. ευρώ. Συνεπώς γίνεται προφανές πώς αν θελήσουν και αποφασίσουν να αποκτήσουν ένα ακριβό νέο asset, σαφώς διαθέτουν την απαραίτητη οικονομική δύναμη για να το κάνουν. Χωρίς να σημαίνει ότι θα πρέπει να «ξοδέψουν» το σύνολο των κεφαλαίων τους…

Στην περίπτωση της Ideal Holdings η επόμενη εξαγορά της αποτελεί θέμα χρόνου, πλην απροόπτου, καθώς έχει προηγηθεί η τοποθέτηση του προέδρου της Λάμπρου Παπακωνσταντίνου ότι η σχετική συμφωνία θα επιδιωχθεί εντός του 2024, εάν καταστεί δυνατόν, και πλέον απομένει ένα δίμηνο για να ολοκληρωθεί το έτος.

Η επενδυτική «δύναμη πυρός» της Ideal υπολογίζεται πάνω από τα 180 εκατ. ευρώ, μετά την πώληση της Astir, ενδεχομένως και σε υψηλότερα επίπεδα, εάν συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι η εισηγμένη κατά κύριο λόγο προτείνει ανταλλάγματα σε μετρητά και σε μετοχές. Ο κ.Παπακωνσταντίνου αποκάλυψε πρόσφατα ότι η νέα επένδυση θα προέλθει από κλάδο εκτός τεχνολογίας (πληροφορική/κυβερνοασφάλεια) και retail (ένδυση, υπόδηση, αξεσουάρ κ.ά.) και παρέπεμψε σε deal με… τριψήφιο αριθμό εκατομμυρίων ευρώ, ενώ δεν αρνήθηκε ότι, μεταξύ άλλων, εξετάζεται και ο τομέας των τροφίμων.

Σε ποιον κλάδο θα επιχειρήσει είσοδο η Ideal μετά την αποεπένδυσή της από τον βιομηχανικό (παραγωγή μεταλλικών πωμάτων), λογικά δεν θα αργήσει να γίνει γνωστό, με δεδομένο ότι υπάρχουν επαφές σε εξέλιξη σε διάφορα μέτωπα. Όχι απαραίτητα διερευνητικές ή σε αρχικό στάδιο, αλλά και σε αυτό των διαπραγματεύσεων ίσως, για τον καθορισμό του ανταλλάγματος της κυοφορούμενης συμφωνίας…

 Το «σταυρόλεξο» της ACS

Η υπόθεση της Quest δείχνει πιο σύνθετη. Ο επικεφαλής και μεγαλομέτοχός του ομίλου, Θεόδωρος Φέσσας, προέρχεται από… διπλό deal. Αγόρασε το 70% της Μπενρουμπή και πούλησε το 20% της ACS.
Η αξία της μιας συμφωνίας φτάνει τα 27,2 εκατ.ευρώ με προοπτική για 29,2, με την καταβολή επιπλέον ποσού να συνδέεται με τα αποτελέσματα της εταιρείας.

Οι όροι της προβλέπουν μάλιστα την εξαγορά του υπολοιπόμενου ποσοστού της Μπενρουμπή κατά το 2027, με αντίστοιχου ύψους ποσό. Η δεύτερη συναλλαγή θεωρείται ένα είδος… μπαλαντέρ για την Quest, μπορεί να οδηγήσει σε δυο δρόμους: είτε στην πώληση του 100% της θυγατρικής στις ταχυμεταφορές (με αντάλλαγμα 74 εκατ. ευρώ για το 20% και άλλα 296 εκατ. ευρώ για το άλλο 80%) είτε σε πιθανή επαναγορά του πωληθέντος ποσοστού της ACS από την Quest Συμμετοχών, μέσω ενός προσυμφωνημένου μηχανισμού, εάν η GLS δεν ασκήσει το δικαίωμα αγοράς του 100%.

Μια συναλλαγή που έχει εύρος δηλαδή από… μηδέν μέχρι 370 εκατ. ευρώ!

Αν πουληθεί όλη η ACS εντός διετίας, το ερώτημα είναι αν ο όμιλος Quest θα αρκεσθεί μελλοντικά στην απόκτηση του 100% της Μπενρουμπή (με ένα κατ’ εκτίμηση συνολικό ποσό λίγο πάνω ή λίγο κάτω από τα 40 εκατ. ευρώ ) και την ενίσχυση της θέσης του στον κλάδο των οικιακών ηλεκτρικών συσκευών, με παράλληλη αποχώρηση από αυτόν των ταχυμεταφορών, ή αν θα κινηθεί για την «αναπλήρωση» της θυγατρικής των ταχυμεταφορών με είσοδο σε νέα δραστηριότητα.

Με τα σημερινά οικονομικά στοιχεία, από τον ετήσιο ενοποιημένο κύκλο εργασιών 1,196 δισ. ευρώ του 2023 με EBITDA 83,32 εκατ. ευρώ για τον όμιλο Quest, τα έσοδα του κλάδου των ταχυμεταφορών/ταχυδρομικών υπηρεσιών αγγίζουν τα 150 εκατ. ευρώ με EBITDA 24,195 εκατ. ευρώ.

Στο εξάμηνο του 2024, οι πωλήσεις ήταν 620,067 εκατ. ευρώ με EBITDA 41,62 εκατ. ευρώ και σε αυτά τα ποσά, η ACS συνεισέφερε με 76,62 εκατ. ευρω και 12,74 εκατ. ευρώ. Συνεπώς, εάν προχωρήσει μέχρι τέλος το «χρυσό» deal για την ACS, ο όμιλος θα εισπράξει ένα τίμημα ρεκόρ 370 εκατ. ευρώ, αλλά θα «αφαιρεθούν» πάνω από 150 εκατ. ευρώ από τον ετήσιο τζίρο του και άνω των 25 εκατ. ευρώ σε EBITDA.

Αντίστοιχα, η Μπενρουμπή κατά το 2023 παρουσίασε πωλήσεις 25 εκατ. ευρώ και , EBITDA 5,2 εκατ. ευρώ, ενώ κατά το 2024 εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί αύξηση των μεγεθών αυτών.

H ρευστότητα του oμίλου παραμένει ισχυρή, με συνολικά διαθέσιμα και γραμμές χρηματοδότησης άνω των 300 εκατ. ευρώ, οπότε με την μερική ή… ολική πώληση της ACS (74 εκατ. ευρώ ή 370 εκατ. ευρώ) εκτινάσσεται και εμμέσως επιτρέπει νέα deals κάθε μεγέθους για πιθανές νέες εξαγορές.

Η διοίκηση έχει εξηγήσει ότι πάντα ψάχνει για ευκαιρίες επενδύσεων και για αυτό το λόγο εξετάζει δεκάδες εταιρείες-στόχους κάθε χρονιά. Υπενθυμίζεται, ότι πέρσι ο όμιλος Quest είχε διεκδικήσει την αλυσίδα Κωτσόβολος, η οποία κατέληξε στα χέρια της ΔΕΗ με τίμημα 200 εκατ. ευρώ…

Διαβάστε ακόμη: