Ο Κόζο Οκαμότο δεν ήταν να επιζήσει της επίθεσης αυτοκτονίας που πραγματοποίησε το 1972, σκοτώνοντας 26 ανθρώπους στο ισραηλινό αεροδρόμιο του Λοντ-Τελ Αβίβ.

Όμως πενήντα χρόνια αργότερα, ο 74χρονος Ιάπωνας, ο μοναδικός κάτοχος ταυτότητας πολιτικού πρόσφυγα στο Λίβανο, εξακολουθεί να βρίσκεται στη ζωή.

Έπειτα από δύο παραμονές του στη φυλακή, αυτό το πρώην μέλος του Ιαπωνικού Κόκκινου Στρατού (JRA) εξακολουθεί να καταζητείται από την αστυνομία της χώρας, στην οποία γεννήθηκε, γι’ αυτή τη φονική επίθεση την οποία διέπραξε στο όνομα του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP).

Ζει ωστόσο γαλήνιος στο Λίβανο, περιτριγυρισμένος από παλαιστίνιους πρόσφυγες, οι οποίοι τον θεωρούν έναν ήρωα της υπόθεσής τους.

Στις 30 Μαΐου 1972, ο Κόζο Οκαμότο ανεβαίνει σε μια πτήση της Air France προερχόμενη από τη Ρώμη χρησιμοποιώντας ένα πλαστό διαβατήριο με το όνομα Νταϊσούκε Νάμπα, του ανθρώπου που το 1923 είχε επιχειρήσει να δολοφονήσει τον τότε πρίγκιπα διάδοχο Χιροχίτο — για το PFLP, την οργάνωση που τον είχε εκπαιδεύσει, ήταν ο Άχμαντ.

Την εποχή εκείνη οι αεροπειρατείες από μαχητές της παλαιστινιακής οργάνωσης είχαν επιφέρει μια ενίσχυση του ελέγχου των επιβατών, αλλά όχι ακόμη και των αποσκευών τους οι οποίες μεταφέρονταν στο χώρο αποσκευών των αεροπλάνων.

Όταν έφθασαν στο Τελ Αβίβ, ο Κόζο Οκαμότο και οι δύο συνεργοί του πέρασαν ανενόχλητοι τα σημεία ελέγχου, μετά πήραν τις βαλίτσες τους και έβγαλαν από αυτές τουφέκια και χειροβομβίδες.

Το μακελειό που ακολούθησε στοίχισε τη ζωή σε 26 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων ένας Καναδός και οκτώ Ισραηλινοί.

Τα 17 άλλα θύματα ήταν αμερικανοί πολίτες που είχαν φθάσει από το Πόρτο Ρίκο για ένα προσκύνημα στους Άγιους Τόπους. Μέχρι σήμερα τελείται στις 30 Μαΐου μνημόσυνο γι’ αυτούς τους ανθρώπους στο μικρό νησί της Καραϊβικής.

 «Πτώμα»

Η επίθεση είχε οργανωθεί από το PFLP και επρόκειτο να είναι μια επίθεση αυτοκτονίας: οι τρεις Ιάπωνες θα έπρεπε να αυτοακρωτηριαστούν στο πρόσωπο για να καταστήσουν δυσχερέστερη την αναγνώριση των πτωμάτων τους.

Δύο απ’ αυτούς σκοτώθηκαν στη διάρκεια της επίθεσης, αλλά ο Οκαμότο τραυματίσθηκε και συνελήφθη.

Στη διάρκεια της δίκης του, επεδίωξε σταθερά να του επιβληθεί η ποινή του θανάτου, όμως καταδικάσθηκε σε ισόβια. Το 1985 απελευθερώθηκε από το Ισραήλ στο πλαίσιο μιας μαζικής ανταλλαγής κρατουμένων.

Την ίδια χρονιά, σε φωτογραφία του Γαλλικού Πρακτορείου στο αεροδρόμιο της Τρίπολης στη Λιβύη, εικονίζεται με σβησμένο βλέμμα ενώ παλαιστίνιοι μαχητές τον σηκώνουν στους ώμους τους εν είδει θριάμβου.

Ο Αμπού Γιουσέφ, ο οποίος είχε οριστεί από το PFLP υπεύθυνος για την καθημερινή ζωή του Οκαμότο, θυμάται ακόμη εκείνη την ημέρα. «Όταν απελευθερώθηκε, έμοιαζε με πτώμα», είπε προχθές, Κυριακή, στο Γαλλικό Πρακτορείο, διαβεβαιώνοντας πως ο Ιάπωνας πέρασε στην απομόνωση το μεγαλύτερο μέρος των ετών που έμεινε στη φυλακή.

Μετά την απελευθέρωσή του, μεταβαίνει στο Λίβανο όπου συλλαμβάνεται και καταδικάζεται το 1997 σε τρία χρόνια φυλάκισης για παράνομη είσοδο στη χώρα, πλαστογράφηση επίσημων εγγράφων και κατοχή πλαστών διαβατηρίων.

 Ημιπαρανομία

Το 2000, οι λιβανικές αρχές του χορήγησαν ωστόσο πολιτικό άσυλο. Η σχετική απόφαση ελήφθη έπειτα από μια σειρά διαδηλώσεων στο Λίβανο από παλαιστινιακές οργανώσεις υπέρ του Οκαμότο.

Ο μικρότερος από τα έξι παιδιά μιας οικογένειας της μεσαίας τάξης στη νότια Ιαπωνία, ο Οκαμότο δεν είχε καμιά ιδιαίτερη σχέση με την παλαιστινιακή υπόθεση.

Όμως «και σήμερα ακόμη, μιλάει για την Παλαιστίνη και αρνείται την ισραηλινή κατοχή», εξηγεί στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Αμπού Γιουσέφ, ο οποίος μιλάει σ’ έναν καταυλισμό παλαιστίνιων προσφύγων στη Βηρυτό.

Δύσκολα μπορεί να αναγνωρίσει κανείς σήμερα τον Κόζο Οκαμότο, ο οποίος είναι σήμερα ένας ηλικιωμένος με γκρίζα μαλλιά, έχει σταματήσει να καπνίζει, τρώει τα γεύματά του σε καθορισμένες ώρες και περνά το χρόνο του βλέποντας στην τηλεόραση τις περιπέτειες του Τομ και Τζέρι ή άλλα κινούμενα σχέδια.

Ζει σε ημιπαρανομία, γνωρίζει λίγα πράγματα για τον έξω κόσμο και δεν ξέρει ότι η ιδρύτρια του Ιαπωνικού Κόκκινου Στρατού, η Φουσάκου Σιγκενόμπου, απελευθερώθηκε το Σάββατο, έπειτα από 20 χρόνια που πέρασε σε μια ιαπωνική φυλακή.

«Δεν αποτελεί απειλή για το Ισραήλ ούτε για την Ιαπωνία», διαβεβαίωσε το Γαλλικό Πρακτορείο η κόρη του, η Μέι Σιγκενόμπου, η οποία μεγάλωσε στο Λίβανο.

«Όμως οι Ιάπωνες συνεχίζουν να ζητούν κάθε χρόνο την έκδοσή του, συνεπώς του δίνουν ακόμη σημασία, παρά τη σωματική και ψυχική κατάστασή του», πρόσθεσε η ίδια. «Δεν μπορώ να αποκλείσω το ενδεχόμενο η ζωή του να εξακολουθεί να απειλείται».