Ο πρώτος «κανονικός» προϋπολογισμός της Γερμανίας μετά την πανδημία και τις έκτακτες δαπάνες εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης, το σχέδιο του οποίου χαρακτηρίστηκε ως “προϋπολογισμός λιτότητας”, αποτελεί γεγονός, προϊδεάζοντας τη στάση που θα τηρήσει έναντι άλλων χωρών η γερμανική κυβέρνηση.

Το σχέδιο του προϋπολογισμού, που συζητείται ήδη στη Βουλή, συγκεντρώνει τα πυρά της αντιπολίτευσης, που κάνει λόγο περί ανακριβών στοιχείων, πλασματικό χαμηλό νέο δημόσιο χρέος μέσω «δημιουργικής λογιστικής» αλλά και για προϋπολογισμό- τροχοπέδη στην ανάκαμψη.

Οι ίδιοι φόβοι βεβαίως διατυπώνονται είτε ανοιχτά είτε συγκεκαλυμμένα και από άλλες χώρες της Ε.Ε. και ειδικότερα της Ευρωζώνης, που αναμένουν σκληρή στάση της Γερμανίας σε κάθε “παρέκκλιση” από τη δική της δημοσιονομική πολιτική.

Το σχέδιο που κατατέθηκε, προβλέπει 445,7 δισ. ευρώ δαπάνες, δηλαδή 30 δισ. ευρώ λιγότερες σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.

Ουσιαστικά πρόκειται για επιστροφή στην “δημοσιονομική ομαλότητα”, αν και υπάρχει και ακόμα μία μετάφραση, που κάνει λόγο για συγκεκαλυμμένα χρέη με τον μανδύα «ειδικών ταμείων» και «ειδικών σκοπών».

Ο νέος δανεισμός περιορίζεται και η ανάληψη νέων χρεών ανέρχεται σε 17 δισ. ευρώ περίπου, με ταυτόχρονη επιστροφή της γερμανικής οικονομίας στην τήρηση του συνταγματικού κανόνα του «χρεόφρενου», καθώς μάλιστα το νέο δημόσιο χρέος του 2024 υπολογίζεται κατά 30 δισ. ευρώ λιγότερο σε σχέση με το τρέχον έτος.

Δείτε τώρα ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία και κάντε τις ανάλογες συγκρίσεις με άλλα κράτη της Ευρωζώνης, αλλά και με τα αντίστοιχα δικά μας μεγέθη και ποσοστά.

Η μερίδα του λέοντος του γερμανικού προϋπολογισμού και το 2024 πηγαίνει κατά 38,5% σε κοινωνικές δαπάνες και επιδόματα και ακολουθεί η άμυνα με περίπου 11,6%, αν και στο υπουργείο Άμυνας, θα συνεχίσουν να ρέουν στα ταμεία του περίπου 19 δισ. ευρώ επιπλέον (!) από το Ειδικό Ταμείο για τον Γερμανικό Στρατό.

Στους τομείς τώρα της ψηφιοποίησης και μεταφορών το ποσοστό δαπανών πέφτει στο 8,7%, της οικονομικής διοίκησης στο 4,7% και της εκπαίδευσης στο 4,5%.

Στον μεγαλύτερο χαμένο αναδεικνύεται ο τομέας της υγείας, που λαμβάνει μόλις 3,6% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, παρά τις συνεχιζόμενες εκκλήσεις νοσοκομειακών γιατρών, φαρμακοποιών και ασφαλιστικών ταμείων.

Διαβάστε ακόμη: