Στις 7 Μαΐου 1821, δύο γιατροί είχαν επιδοθεί σε μια αγωνιώδη αναζήτηση. Υπήρχε ένα πτώμα σε αποσύνθεση – και αν δεν έβρισκαν σύντομα γύψο, τα χαρακτηριστικά του θα χάνονταν για πάντα.
Λίγες ώρες νωρίτερα, ο Γάλλος αυτοκράτορας Ναπολέων Βοναπάρτης είχε υποκύψει σε μια σύντομη ασθένεια, μετά από έξι χρόνια στην εξορία. Οι παρευρισκόμενοι επιθυμούσαν να δημιουργήσουν μια νεκρική μάσκα, ένα αποτύπωμα του προσώπου που συνήθως λαμβάνεται αμέσως μετά το θάνατο του ατόμου. Αλλά υπήρχαν δύο προβλήματα.
Πρώτον, ο νεκρός και οι γιατροί βρίσκονταν στο νησί της Αγίας Ελένης, μια άγονη κηλίδα στον Νότιο Ατλαντικό, 1.300 χιλιόμετρα μακριά από οποιαδήποτε άλλη στεριά. Δεν υπήρχαν καταστήματα σε αυτόν τον «μίζερο και θλιβερό βράχο», όπως τον περιέγραψε ο Ναπολέων, που θα μπορούσαν να προμηθεύσουν εξειδικευμένα προϊόντα όπως ο γύψος. Δεύτερον, κανένας από τους παρόντες γιατρούς δεν είχε φτιάξει στο παρελθόν νεκρική μάσκα.
Μια ιστορία χιλιετιών
Η ιστορία των νεκρικών μασκών εκτείνεται χιλιετίες πίσω, βαθιά στην αρχαιότητα. Χαρακτηριστικό πρώιμο δείγμα είναι το χρυσό προσωπείο του Αγαμέμνονα που εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (το οποίο χρονολογήθηκε στο 1550 – 1500 π.Χ., τρεις αιώνες νωρίτερα από την εποχή του Αγαμέμνονα, αλλά το όνομα έμεινε). Οι περισσότερες από αυτές δεν ήταν ακριβή αντίγραφα από καλούπια, αλλά έργα τέχνης που δημιουργήθηκαν για τα εκλεκτά μέλη της κοινωνίας – προστατευτική πανοπλία που θα μπορούσε να βοηθήσει τον αποθανόντα να περιηγηθεί στη μετά θάνατον ζωή ή να απομακρύνει τα κακά πνεύματα.
Όπως αναφέρει σε αφιέρωμά του το BBC News, στα τέλη του Μεσαίωνα η Ευρώπη είχε αποκτήσει εμμονή με τον θάνατο, αφού η πανούκλα αφάνισε έως και το 50% του πληθυσμού μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια. Ήταν εκείνη η στιγμή που οι αυθεντικές νεκρικές μάσκες αντικατέστησαν τις καλλιτεχνικές. Αυτά τα ομοιώματα, που δημιουργούνταν από κέρινα ή γύψινα εκμαγεία του προσώπου, ήταν ένας χρήσιμος τρόπος διατήρησης των χαρακτηριστικών των αποθανόντων, ώστε οι ζωγράφοι και οι γλύπτες να μπορούν να τα χρησιμοποιούν ως σημείο αναφοράς για τα πορτρέτα των κηδειών.
Από τον 18ο αιώνα, οι άνθρωποι άρχισαν να εκτιμούν τις νεκρικές μάσκες για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Για τα επόμενα 200 χρόνια, οι γιατροί σε όλη την Ευρώπη άρχισαν να τις διατηρούν επιμελώς για τις επόμενες γενιές. Τα πρόσωπα μεγάλων προσωπικοτήτων, εγκληματιών, ακόμη και μωρών, απαθανατίστηκαν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες – μια πρακτική που συνέπεσε με την έξαρση του ενδιαφέροντος για την φρενολογία, μια ψευδοεπιστήμη σύμφωνα με την οποία τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ενός ατόμου συνάγονται από τα χαρακτηριστικά του κρανίου του. Πολλές νεκρικές μάσκες μετατράπηκαν σε τρομακτικά κειμήλια, ενώ μερικές έγιναν συλλεκτικά αντικείμενα που αλλάζουν χέρια για εξαψήφια ποσά.
Ένα συλλεκτικό αντικείμενο
Πίσω στο νησί της Αγίας Ελένης, οι δύο γιατροί εξακολουθούσαν να πρέπει να φτιάξουν τη νεκρική μάσκα του Ναπολέοντα – και εξακολουθούσαν να μην μπορούν να βρουν γύψο. Αλλά είχαν μερικές εφεδρικές ιδέες.
Αρχικά αγόρασαν 150 γύψινα αγαλματάκια από το χωριό Τζέιμσταουν, τα οποία έκαναν κυριολεκτικά σκόνη για να φτιάξουν έναν αυτοσχέδιο γύψινο πολτό. Όμως όταν το μείγμα εφαρμόστηκε στο πρόσωπο του νεκρού, δεν λειτούργησε σωστά. Στη συνέχεια αναζήτησαν στα πετρώματα του νησιού το αλάβαστρο, το ορυκτό του ασβεστίου από το οποίο δημιουργείται ο γύψος και το εντόπισαν μιάμιση μέρα μετά.
Το μείγμα που έφτιαξαν ήταν σωστό, αλλά επειδή είχε περάσει το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο συνήθως κατασκευάζονταν οι νεκρικές μάσκες, το πρόσωπο του Ναπολέοντα απαθανατίστηκε στη νεκρική του κατάσταση – με βυθισμένα μάτια και μάγουλα. Η αποσύνθεση είχε ήδη αρχίσει να επιδρά και οι μύες του προσώπου ήταν λιγότερο σφιγμένοι.
Αυτό πάντως δεν εμπόδισε τον έναν από τους δύο γιατρούς να δημιουργήσει στη συνέχεια εκατοντάδες αντίγραφα της μάσκας, τα οποία μπορούσαν να αγοραστούν ως συλλεκτικά αναμνηστικά, για μόλις 20 φράγκα. Αν και η αρχική νεκρική μάσκα έχει εξαφανιστεί εδώ και καιρό, οι απόγονοί της βρίσκονται διάσπαρτοι σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές σε όλο τον κόσμο.
Τις φορούσαν και οι ζωντανοί
Στη ρωμαϊκή εποχή, οι πολίτες της ελίτ τιμούσαν συχνά τον θάνατο ενός μέλους της οικογένειας δημιουργώντας εξιδανικευμένες νεκρικές μάσκες. Αυτές δεν θάβονταν συνήθως μαζί με τον νεκρό, αλλά φυλάσσονταν σε ειδικές κόγχες στο σπίτι της οικογένειας. Μάλιστα μερικές φορές οι μάσκες φορούνταν σε άλλες κηδείες από ζώντα μέλη της οικογένειας, κυρίως ηλικιωμένους άνδρες ως πρόβα για τη δική τους ένταξη στο «πάνθεον» των προγόνων μιας οικογένειας.
Γύρω στον 2ο αιώνα μ.Χ., οι μάσκες αυτές έγιναν δημοφιλείς και στις κατώτερες τάξεις. Μάλιστα ήταν αληθινές νεκρικές μάσκες, φτιαγμένες ως εκμαγεία, και δεν προορίζονταν μόνο για τους άνδρες – οι γυναίκες και τα παιδιά είχαν επίσης τη δυνατότητα να γίνουν «πρόγονοι».
Η Μόνα Λίζα των νεκρικών μασκών
Στα τέλη της δεκαετίας του 1880, το πτώμα μιας νεαρής γυναίκας – που θεωρήθηκε ότι είχε πνιγεί – βρέθηκε να επιπλέει στον ποταμό Σηκουάνα στο Παρίσι. Μεταφέρθηκε στο τοπικό νεκροτομείο και εκτέθηκε σε περίπτωση που κάποιος μπορούσε να το αναγνωρίσει. Ο γιατρός που είχε βάρδια, γοητεύτηκε τόσο πολύ από την ομορφιά και την αθωότητα της νεαρής γυναίκας που έβαλε να φτιάξουν μια νεκρική μάσκα πριν την θάψουν.
Το εκμαγείο της L’ Inconnue de la Seine, της «άγνωστης του Σηκουάνα», στη συνέχεια ενέπνευσε γλύπτες, συγγραφείς και ζωγράφους. Αυτή η «Μόνα Λίζα των νεκρικών μασκών» έγινε δημοφιλές έργο τέχνης και μπήκε στα σπίτια των απλών ανθρώπων, μέχρι που, στα μέσα της δεκαετίας του 1950, ένας Νορβηγός κατασκευαστής παιχνιδιών αποφάσισε να δώσει τη μορφή της σε μια εκπαιδευτική κούκλα πρώτων βοηθειών πάνω στην οποία δούλευε. Έτσι γεννήθηκε η «Resusci Annie», όπως ονομάστηκε, και υπολογίζεται ότι τα μαθήματα ΚΑΡΠΑ στα οποία βοήθησε έχουν σώσει περίπου 2,5 εκατομμύρια ανθρώπους από καρδιακή ανακοπή.
Στη σύγχρονη εποχή
Με την αλλαγή της στάσης απέναντι στον θάνατο και την αυξανόμενη δημοτικότητα της φωτογραφίας κατά τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα, η πρακτική της κατασκευής νεκρικών μασκών έφυγε σταδιακά από τη μόδα. Οι άνθρωποι απλώς δεν τις χρειάζονταν πια, όταν μπορούσαν απλά να κοιτάξουν μια φωτογραφία των χαμένων αγαπημένων τους.
Σήμερα η πρακτική της κατασκευής νεκρικής μάσκας έχει σε μεγάλο βαθμό εξαφανιστεί, αν και ορισμένοι καλλιτέχνες την κρατούν ζωντανή μέσα από τις δικές τους σύγχρονες ερμηνείες.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η σειρά «death masks» που δημιούργησε η Αγγλίδα εικαστικός Τρέισι Έμιν, διάσημη για τη δημιουργία ειλικρινών, ενίοτε σοκαριστικών έργων που αφηγούνται την προσωπική της ιστορία.
Διαβάστε ακόμη:
- Γλυφάδα: Σκότωσε τρεις και αυτοκτόνησε ο Αιγύπτιος δράστης στη ναυτιλιακή εταιρεία European Product Carriers του Σπύρου Καρνέση
- Λογαριασμοί ρεύματος: Επιδότηση σε 730.000 νοικοκυριά για τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο
- Κατερίνα Λιόλιου: Θαμώνας της πέταξε αντικείμενο και του ζήτησε να φύγει από το μαγαζί
- Νίκος Αναδιώτης: Η ομοφυλοφιλία είναι ξεκάθαρα αμαρτία