Η τελευταία πενταετία στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από ένα φαινόμενο που οι πολίτες βιώνουν καθημερινά, ανεξάρτητα από το εισόδημα, την περιοχή ή το επάγγελμά τους: μια σταθερή, σχεδόν αδιάκοπη άνοδο των τιμών. Η ακρίβεια έχει γίνει η νέα «κανονικότητα», μεταβάλλοντας ριζικά τον τρόπο ζωής των νοικοκυριών και δημιουργώντας ένα διαρκές οικονομικό άγχος.
Σε πολλές κατηγορίες προϊόντων και υπηρεσιών, οι καταναλωτές πληρώνουν σήμερα έως και 30% περισσότερο για τα ίδια ακριβώς αγαθά που αγόραζαν πριν από λίγα χρόνια.
Η αύξηση αυτή δεν αφορά πολυτελή ή δευτερεύοντα αγαθά. Το κύμα ακρίβειας έχει πλήξει κυρίως τα βασικά -αυτά που συγκροτούν την καθημερινότητα: τρόφιμα, ενέργεια, καύσιμα, μεταφορές, είδη προσωπικής υγιεινής, ακόμη και υπηρεσίες χαμηλής αξίας. Το καλάθι του σούπερ μάρκετ έχει μετατραπεί στο πιο χαρακτηριστικό σύμβολο αυτής της πενταετούς οικονομικής πίεσης. Προϊόντα που κάποτε θεωρούνταν «φθηνά» ή προσιτά πλέον κοστίζουν διπλά να γεμίσουν, με τις τιμές να ανεβαίνουν λίγο-λίγο κάθε μήνα.
Παράλληλα, το κόστος ενέργειας λειτούργησε ως πολλαπλασιαστής των ανατιμήσεων. Οι αυξήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου επηρέασαν όχι μόνο τα νοικοκυριά, αλλά και την παραγωγή και μεταφορά αγαθών. Η αλυσίδα των τιμών ανεβαίνει από την πρώτη ύλη μέχρι το τελικό ράφι, και στο τέλος την επιβάρυνση την πληρώνει ο καταναλωτής. Έτσι, ακόμη και προϊόντα που παράγονται στην Ελλάδα εμφάνισαν αυξήσεις που πριν από πέντε χρόνια θα φαίνονταν αδιανόητες.
Η δυνατότητα των πολιτών να ανταποκριθούν στις διαρκείς αυτές ανατιμήσεις μειώνεται συνεχώς. Οι μισθοί, ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα, δεν έχουν αυξηθεί με ρυθμούς ικανούς να καλύψουν το νέο κόστος ζωής. Το αποτέλεσμα είναι ότι η αγοραστική δύναμη «συμπιέζεται» χρόνο με τον χρόνο, αφήνοντας τους καταναλωτές με λιγότερα προϊόντα στα καρότσια και περισσότερες υποχρεώσεις στο τέλος του μήνα. Για πολλές οικογένειες, οι βασικές επιλογές γίνονται πλέον στη λογική της επιβίωσης και όχι της άνεσης.
Φαινόμενα όπως η συρρίκνωση των συσκευασιών χωρίς αντίστοιχη μείωση τιμής, οι συνεχείς αυξομειώσεις στα καύσιμα και οι διαφορές τιμών από περιοχή σε περιοχή εντείνουν το αίσθημα αδικίας και ανασφάλειας. Η αγορά φαίνεται να λειτουργεί με σταθερή ανοδική πίεση, ενώ η αποτελεσματικότητα των ελεγκτικών μηχανισμών και των μέτρων συγκράτησης τιμών συχνά αμφισβητείται από τους ίδιους τους πολίτες.
Οι συνέπειες της ακρίβειας δεν είναι μόνο οικονομικές αλλά και κοινωνικές. Η αποταμίευση έχει σχεδόν εξαφανιστεί, οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί «κόβονται» από παντού, και η καθημερινή ζωή γίνεται μια συνεχής εξίσωση που πρέπει να λυθεί: τι μπορεί να αγοραστεί, τι πρέπει να αναβληθεί, τι τελικά θα μείνει απλή ανάγκη χωρίς ικανοποίηση.
Πέντε χρόνια ακρίβειας δεν είναι μια συγκυριακή κατάσταση. Είναι μια νέα πραγματικότητα που διαμορφώνει τη χώρα και επηρεάζει την ποιότητα ζωής στο σύνολό της. Οι πολίτες δεν ζητούν πολυτέλειες· ζητούν να επιστρέψει η κανονικότητα -η δυνατότητα να αγοράζουν τα ίδια αγαθά που αγόραζαν χθες χωρίς να πληρώνουν 30% παραπάνω σήμερα.