Στη μάχη εναντίον της πανδημίας Covid-19, οι εθνικές κυβερνήσεις ανά τον κόσμο έχουν δαπανήσει τεράστια ποσά για την προστασία των πολιτών τους και τη θωράκιση των οικονομιών τους.

Όπως σημειώνει σε σχετική ανάλυση η τράπεζα Alpha Bank, στην προσπάθεια περιορισμού των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, η ενίσχυση των δημοσίων δαπανών αποτέλεσε αναγκαιότητα, καθώς τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν, εξαιτίας της αύξησης της ανεργίας αλλά και της ασθενέστερης οικονομικής δραστηριότητας.

Οι εθνικές κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις κατέφυγαν στο δανεισμό με χαμηλό κόστος, λόγω της διατήρησης των αρνητικών και χαμηλών επιτοκίων και των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης από τις κεντρικές τράπεζες.

Οι κεντρικές τράπεζες, μειώνοντας τα επιτόκια και αγοράζοντας περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 5 τρισ. δολαρίων ΗΠΑ, το 2020, επέτρεψαν στις εθνικές κυβερνήσεις να δανειστούν με πρωτοφανή ρυθμό.

Το 2020, η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) πρόσθεσε περίπου 3 τρισ. δολάρια στον ισολογισμό της, δηλαδή το ίδιο ποσό με αυτό που διοχέτευσε στην οικονομία, στη δεκαετία που ακολούθησε την οικονομική κρίση του 2008.

Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική των εθνικών κυβερνήσεων στήριξε ολόκληρους τομείς της οικονομίας, από τον τουρισμό έως τις αερομεταφορές, καθώς και από τα νοικοκυριά έως τις τοπικές κυβερνήσεις, αλλά εκτόξευσε, το 2020, το συνολικό (ιδιωτικό και δημόσιο) χρέος στις 61 χώρες που απαρτίζουν το δείγμα του Institute of International Finance (IIF), στο ιστορικά υψηλό των 281 τρισ. δολαρίων ΗΠΑ.

Συγκεκριμένα, το συνολικό χρέος αυξήθηκε κατά 24 τρισ. δολάρια, το 2020, ήτοι πάνω από το ένα τέταρτο της αύξησης των 88 τρισ. δολαρίων ΗΠΑ που σημείωσε, στην τελευταία δεκαετία.

Η εκρηκτική δυναμική του παγκόσμιου χρέους

Σύμφωνα με το IIF (Global Debt Monitor), ο λόγος του συνολικού παγκόσμιου χρέους προς το παγκόσμιο ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 35 εκατοστιαίες μονάδες, με αποτέλεσμα να ανέλθει στο 355,8%, το 2020.

Αξίζει να επισημανθεί ότι η άνοδος ήταν πολύ μεγαλύτερη από την αντίστοιχη που παρατηρήθηκε, στη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008. Το 2008 και το 2009, ο δείκτης αύξησης του παγκόσμιου χρέους ήταν της τάξης του 10% και 15%, αντίστοιχα.

Η άνοδος του χρέους εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και το 2021, όμως ο ρυθμός μεταβολής του θα είναι χαμηλότερος, σε σύγκριση με εκείνον του περασμένου έτους, ενώ ο λόγος συνολικό παγκόσμιο χρέος προς παγκόσμιο ΑΕΠ θα περιοριστεί, εφόσον επαληθευτούν οι οικονομικές προβλέψεις για οικονομική ανάκαμψη και, κατά συνέπεια, υψηλότερο ρυθμό μεταβολής του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Ωστόσο, αξίζει να τονιστεί ότι τα μεγέθη του συνολικού χρέους θα διαφέρουν σημαντικά ανά χώρα, καθώς ο διαφορετικός ρυθμός εμβολιασμού μεταξύ των χωρών θα καθυστερήσει την οικονομική ανάκαμψη, ιδίως σε υπερχρεωμένες χώρες ή χώρες χαμηλού εισοδήματος.

Ασύμμετρη αύξηση του χρέους μεταξύ χωρών

Οι παρεκκλίσεις από τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας πολλών εθνικών κυβερνήσεων, με στόχο τη διάσωση των οικονομιών τους, είχαν ως αποτέλεσμα τη διόγκωση του παγκόσμιου δημόσιου χρέους κατά 12,2 τρισ. δολάρια ΗΠΑ, το 2020, έναντι 4,3 τρισ. δολάρια ΗΠΑ, το 2019.

Συνολικά, το παγκόσμιο δημόσιο χρέος διαμορφώθηκε, το 2020, σε 82,3 τρισ. δολάρια ΗΠΑ, σύμφωνα με το IIF, εκ των οποίων τα 63,5 τρισ. δολάρια αφορούσαν τις ανεπτυγμένες οικονομίες και τα 18,8 τρισ. δολάρια τις αναδυόμενες οικονομίες.

Στον δημόσιο τομέα οφείλεται το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης του συνολικού χρέους, λόγω της ικανότητάς του να δανείζεται περισσότερο και υπό καλύτερες συνθήκες (χαμηλότερα επιτόκια και μεγαλύτερες λήξεις).

Σύμφωνα με την έκθεση Global Financial Stability Report-April 2021, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), σχεδόν όλες οι χώρες ξοδεύουν για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους τους περίπου το 2% του ΑΕΠ . Ωστόσο, το επίπεδο χρέους και η δυναμική του ποικίλουν ανά χώρα.

Το 2020, το χρέος των πλουσιότερων χωρών έχει αυξηθεί κατά περίπου 20 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, από το 2019, ενώ έχουν συσσωρεύσει ένα απόθεμα χρέους που ισοδυναμεί με το 120% του ΑΕΠ τους. Στις αναδυόμενες οικονομίες,

το επίπεδο του χρέους αυξήθηκε μόνο κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες, στο 65% του ΑΕΠ, το 2020, ενώ, στις χαμηλού εισοδήματος χώρες, η αύξηση του χρέους ήταν της τάξης των 5 εκατοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί λίγο χαμηλότερα από το 50% του ΑΕΠ.

Επομένως, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί, στους επόμενους μήνες, η επαρκής πρόσβαση στη διεθνή ρευστότητα για την πλειονότητα των χωρών.

Οι χώρες χαμηλού εισοδήματος που χρήζουν πρόσθετης ρευστότητας θα επωφεληθούν από την πρόσφατη απόφαση περί παύσης των διεθνών αποπληρωμών χρέους, στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Αναστολής Υπηρεσιών Χρέους (DSSI), έως τον Δεκέμβριο 2021.

Συμπληρωματικά, η πρόσφατα αποφασισμένη νέα κατανομή των ειδικών τραβηκτικών δικαιωμάτων (Special Drawing Rights) του ΔΝΤ, ύψους 650 δισ. δολαρίων, θα παράσχει την απαραίτητη προστασία ρευστότητας που απαιτεί το εξαιρετικά αβέβαιο περιβάλλον.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Radar.gr.