Ο ζωγράφος, χαράκτης και σκηνογράφος Γιάννης Μόραλης γεννήθηκε στην Άρτα το 1916.

Το 1922 η οικογένειά του εγκαθίσταται στην Πρέβεζα όπου μετατίθεται ο εκπαιδευτικός πατέρας του.

Από το 1927 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα και αποφασίζει να γίνει ζωγράφος, ακολουθώντας την παιδική του κλίση.

Σε ηλικία 15 ετών έγινε δεκτός στην ΑΣΚΤ της Αθήνας, όπου σπούδασε ζωγραφική με δασκάλους τους Δημήτριο Γερανιώτη, Κωνσταντίνο Παρθένη, και κύρια στο εργαστήριο του Ουμβέρτου Αργυρού. Επίσης σπούδασε χαρακτική στο νέο τότε εργαστήριο του Γιάννη Κεφαλληνού.

Υποτροφία σε Ρώμη και Παρίσι

Συνέχισε τις σπουδές του με υποτροφία που έλαβαν μαζί με τον Νίκο Νικολάου το 1936 αρχικά στην Ρώμη το 1937 και στην συνέχεια στο Παρίσι, όπου γράφτηκε στην Ecole des Beaux Arts και παράλληλα στο εργαστήριο ψηφιδωτού στην Ecole desArtset Metiers.

Έναν χρόνο μετά πήγε στο εργαστήριο τοιχογραφίας του Ducos del’ Haille. Το 1939, μόλις κηρύχθηκε ο πόλεμος, επέστρεψε μαζί με άλλους 27 σπουδαστές στην Αθήνα.

Στα εικαστικά πράγματα της Ελλάδας είχε πρωτοεμφανιστεί το 1933. Το 1936 συμμετείχε στην Έκθεση Ελληνικής Χαρακτικής στο Κόζιτσε της Τσεχοσλοβακίας με ξυλογραφίες και το 1940 στην Πανελλήνια Έκθεση Ζωγραφικής, όπου τιμήθηκε με το βραβείο ζωγραφικής.

Το 1949 με σημαντικούς ζωγράφους, μεταξύ των οποίων ο Νίκος Χατζηκυριάκος – Γκίκας, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Νίκος Νικολάου, ο Νίκος Εγγονόπουλος, ο Γιώργος Μαυροΐδης, η Ναταλία Μελά, η Αγλαΐα Λυμπεράκη, ο Παναγιώτης Τέτσης, ο Μίνως Αργυράκης, ο Νίκος Γεωργιάδης, ίδρυσαν την ομάδα «Αρμός» και διοργάνωσαν την πρώτη κοινή έκθεση στο Ζάππειο το 1950.

Είχε εκλεγεί καθηγητής της προπαρασκευαστικής τάξης της ΑΣΚΤ το 1947. Από το 1957 ανέλαβε τακτικός καθηγητής στο εργαστήριο ζωγραφικής της ΑΣΚΤ, από το οποίο αποχώρησε το 1983. Πολλοί διακεκριμένοι καλλιτέχνες υπήρξαν μαθητές του και καθομολογούν την σημαντική και ουσιαστική διδακτική του προσφορά.

Εντυπωσιακές ελαιογραφίες

Συνεργάστηκε σκηνογραφικά με το Ελληνικό Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου, το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν, το Εθνικό Θέατρο.

Το 1958 συμμετείχε με τον Γιάννη Τσαρούχη και τον γλύπτη Αντώνη Σώχο στην Μπιενάλε της Βενετίας, όπου εξέθεσε εντυπωσιακές ελαιογραφίες, λιθογραφίες και σχέδια.

Από το 1959 σε συνεργασία με αρχιτέκτονες πραγματοποίησε μια σειρά έργων του κοσμούν δημόσια κτίρια, ξενοδοχεία και κατοικίες.

Ξεκίνησε επίσης την επίπονη και μακρόχρονη διακόσμηση των δύο εξωτερικών τοίχων του ξενοδοχείου ΧΙΛΤΟΝ.

Έργο σύγχρονης διακοσμητικής τέχνης, αισθητικό επίτευγμα μνημειακής διάστασης. Φιλοτέχνησε επίσης συνθέσεις για το «Ξενία» της Φλώρινας και το «Μον Παρνές» της Πάρνηθας.

Ήδη από το 1940 άρχισε να φιλοτεχνεί εξώφυλλα δίσκων μουσικής και εικονογραφήσεις βιβλίων των Στράτη Μυριβήλη, Οδυσσέα Ελύτη, Νίκου Καββαδία, κ.ά.).

Διαχρονικά μοτίβα

Το 1965 εικονογράφησε τα «Ποιήματα» του Γιώργου Σεφέρη από τις εκδόσεις Ίκαρος.

Δέκα συνθέσεις με λαδοπαστέλ στο ύφος παράλληλων με την ποίηση ζωγραφικών σχολίων, αξιοποιώντας διαχρονικά μοτίβα από επιτύμβια και επιθαλάμια.

Το 1965 τού απονεμήθηκε το παράσημο του Ταξιάρχη του Φοίνικα και το 1999 το μετάλλιο του Ταξιάρχη της Τιμής.

Το 1988 έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη αναδρομική έκθεση, ενώ η Εμπορική Τράπεζα κυκλοφόρησε σε βιβλίο-λεύκωμα μεγάλο σύνολο έργων του. Συμμετείχε μέχρι το 2009 που απεβίωσε στην Αθήνα σε πλήθος εκθέσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Έργα του ανήκουν στην Εθνική Πινακοθήκη, στο Μουσείο Μπενάκη, στο Museo Civico του Τορίνου, στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης, στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές.

Κρίσεις και απόψεις έχουν γράψει μεταξύ πολλών άλλων προσωπικότητες που συνεργάστηκε όπως οι: Μάνος Χατζιδάκις, Γιώργος Σεφέρης, Γιάννης Τσαρούχης, Ηλίας Πετρόπουλος, Φανή Μαρία-Τσιγκάκου, Οδυσσέας Ελύτης, Διονύσης Φωτόπουλος, Ειρήνη Οράτη.

Ο Άγγελος Δεληβορριάς γράφει στην έκδοση για την έκθεση του Μόραλη με τίτλο «Άγγελοι, Μουσική, Ποίηση» στο Μουσείο Μπενάκη το 2001: «Μετουσιώνοντας τα θησαυρίσματα μιας εξαιρετικά θερμής σχέσεως τόσο με την επαναστατική πρωτοπορία των ευρωπαϊκών αναζητήσεων όσο και με την πειθαρχημένη οργάνωση της ελληνικής παράδοσης, ο Μόραλης πλάθει έναν ολόκληρο κόσμο, μέσα από τις συντεταγμένες του οποίου οι αισθητικές επιλογές προβάλλουν διακριτικά ως ηθικές αξίες».

Με ευγένεια και λιτό περιεκτικό κριτικό λόγο

Είχα δει όλες τις ατομικές εκθέσεις του στην Αθήνα από το 1978 και μετά στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη που συνεργαζόταν αποκλειστικά και μελέτησα την αναδρομική έκθεση που διοργανώθηκε στο Μουσείο Μπενάκη το 2018.

Όμως είχα την τιμή να τον γνωρίσω και να συνομιλήσω αρκετές φορές μαζί του στην Γκαλερί Dada-EST, από το 1986 μέχρι και το 1996 που ερχόταν να δει εκθέσεις μαθητών και γνωστών του.

Με ευγένεια και λιτό περιεκτικό κριτικό λόγο σχολίαζε με οξυδέρκεια τα έργα τους.

Επισκέφθηκε επίσης με ενδιαφέρον τις εκθέσεις που επιμελήθηκα, με έργα της συμφοιτήτριάς του Ιφιγένειας Λαγάνα, πρώτης συζύγου του επιστήθιου συναδέλφου του Νίκου Νικολάου.

Ο Μόραλης με δωρική εκφραστική λιτότητα και προσαρμοστική αισθητική εμπειρία, παιδεία και εφαρμογές σημάδεψε δεκαετίες εικαστικού γίγνεσθαι και επηρέασε καθοριστικά το τοπίο της μεταπολεμικής τέχνης στην Ελλάδα, τόσο με το έργο του όσο και με την πολύχρονη και ευδόκιμη διδασκαλία του στην ΑΣΚΤ.

Από τους κύριους εκπροσώπους της γενιάς του 1930, απέφυγε έντεχνα την γραφική λεπτομέρεια και το ηθογραφικό στοιχείο της γενιάς του.

Με απλές διαγραφές των μορφών και των σχηματικών όγκων μένει στο ουσιώδες με πηγές του αρχαϊκά και λαϊκά μοτίβα.

Αν και προσχώρησε μετά την σημαντική κλασικιστική του περίοδο και τα εξαιρετικά ρεαλιστικά πορτραίτα του στην αφαιρετική σχηματική εκζήτηση του μοντερνισμού, πέτυχε να συγκινεί με το προσωπικό του ιδίωμα, το φίνο σχέδιο, την άρτια σύνθεση και τις αρμονικές χρωματικές σχέσεις.

Στους πίνακες της ωριμότητάς του εκφράζεται με έκδηλη γεωμετρικότητα και ανιχνεύει με κεραμιδί, γαλάζιες, φαιές, μαβιές, μαύρες και λευκές αποχρώσεις τις ποιητικές ιδιότητες του χρώματος.

Συνεπής με την αυστηρή συνθετική δομή στους πίνακες και τα μεταλλικά γλυπτά της τελευταίας περιόδου κατορθώνει να εμφυσήσει εικαστικά το αίσθημα της εσωτερικής ρέμβης ενός μελαγχολικού, ερωτικού, στοχαστικού χρονικού διαχρονικής αξίας.

Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος, ζωγράφος, λογοτέχνης, θεωρητικός της Τέχνης.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Radar.gr.