To πλέον καίριο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική κοινωνία έθιξε με την ομιλία του κατά τον κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας της κεντρικής τράπεζας ο Γιάννης Στουρνάρας.

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος επισήμανε τον κίνδυνο του υψηλού πληθωρισμού που όπως σημείωσε πλήττει όλους τους πολίτες, ιδιαίτερα όμως τους πιο ευάλωτους και μπορεί να οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο αυξήσεων των τιμών. Παράλληλα τάχθηκε άμεσα κατά της οριζόντιας πολιτικής παροχών , αναφέροντας χαρακτηριστικά πως η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να αναλάβει ένα κόστος στήριξης των ευάλωτων πολιτών, με μέτρα τα οποία θα είναι στοχευμένα σε αυτούς, θα έχουν παροδικό και όχι μόνιμο χαρακτήρα και θα δίνουν κίνητρα για ενεργειακή εξοικονόμηση.

Εξειδικεύοντας περαιτέρω σημείωσε ότι υπό τις παρούσες προεκλογικές συνθήκες, η Τράπεζα της Ελλάδος στην τελευταία Έκθεση Νομισματικής πολιτικής, «διατύπωσε την παραίνεση για σύμπλευση και συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων, ώστε να υλοποιηθούν οι βασικές δεσμεύσεις της οικονομικής πολιτικής, κυρίως σε ότι αφορά την επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα τέτοια που να εξασφαλίζουν την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, και να διαφυλαχθούν όσα σημαντικά έχει επιτύχει η ελληνική οικονομία την τελευταία δεκαετία με βασικό στόχο, εθνικό θα τον χαρακτήριζα, την αναβάθμιση των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική βαθμίδα κατά το τρέχον έτος».

Τα επιτόκια

Αναφερόμενος στον κρίσιμο παράγοντα των επιτοκίων ο κ. Στουρνάρας περιέγραψε την παρούσα κατάσταση ως εξής : «Μετά από μια μακρά περίοδο πολύ χαμηλού πληθωρισμού, η άνοδός του εμφανίστηκε απροσδόκητα και κλιμακώθηκε απότομα, ως αποτέλεσμα δύο βασικών διαταραχών κυρίως από την πλευρά της προσφοράς που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, και οι οποίες έπληξαν την οικονομία σε διαδοχικά κύματα: της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία, με συνέπεια την άνοδο των τιμών των καυσίμων και των βασικών εμπορευμάτων. Αυτές οι δύο διαταραχές ανήκουν στην κατηγορία των «αγνώστων αγνώστων», δεν μπορούν δηλαδή να ενσωματωθούν σε υποδείγματα με πιθανοθεωρητικές κατανομές, και συνεπώς, δεν μπορούσαν να προβλεφθούν από τις κεντρικές τράπεζες, τους οικονομικούς οργανισμούς, τους ακαδημαϊκούς και τις κυβερνήσεις. Όσο μάλιστα συνεχίζεται ο πόλεμος στην Ουκρανία και ο πλανήτης σείεται από αυτήν αλλά και άλλες γεωπολιτικές εντάσεις, η αβεβαιότητα για τις οικονομικές εξελίξεις παραμένει ισχυρή».

Αναφερόμενος στους κινδύνους που απειλούν τις οικονομίες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος υπογράμμισε :

«Σημαντικό μερίδιο συμμετοχής στη μάχη κατά του πληθωρισμού έχει επίσης η ορθή δημοσιονομική και ενεργειακή πολιτική που ασκείται από τις κυβερνήσεις, όπως επίσης και η υπεύθυνη διαπραγματευτική συμπεριφορά των κοινωνικών εταίρων, η οποία δεν πρέπει να μετατρέψει έναν εξωγενή ενεργειακό κλυδωνισμό που έχει χειροτερεύσει τους όρους εμπορίου ενός μεγάλου καθαρού εισαγωγέα ενέργειας, όπως είναι η Ευρώπη, σε ένα ανοδικό σπιράλ τιμών-μισθών που θα μας γυρίσει στον στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του ’70 και των αρχών της δεκαετίας του ’80.
Είναι ενθαρρυντικό και ελπιδοφόρο ότι, προς το παρόν, δεν παρατηρείται σπιράλ τιμών-μισθών που απομακρύνει τον στόχο του 2%, ούτε απαγκίστρωση των μεσο-μακροπρόθεσμων πληθωριστικών προσδοκιών από τον στόχο αυτό. Αυτό μας δίνει ελπίδα και κουράγιο να συνεχίσουμε την αντιπληθωριστική πολιτική χωρίς αυξήσεις επιτοκίων τέτοιες που θα προκαλούσαν βαθιά ύφεση.»