Ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, διαβεβαίωσε τους πληγέντες πολίτες ότι «θα γίνει ό,τι χρειαστεί», στέλνοντας συγχρόνως όμως μήνυμα ελπίδας: «με το πέρας της πανδημίας θα υπάρξει μια πολύ σημαντική αναπτυξιακή ορμή στην ελληνική οικονομία».
Αναφερόμενος στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, τόνισε ότι, με το τέλος της πανδημίας, θα μεταρρυθμιστεί ριζικά ενώ στην ίδια συνέντευξη, στον τηλεοπτικό σταθμό “Alpha”, έστειλε μηνύματα αποφασιστικότητας προς την ‘Αγκυρα.
Όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά, με αφορμή και την πρόσφατη επίσκεψη του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, «κρυφή διπλωματία δεν υπάρχει, εκείνο το οποίο υπάρχει, είναι ισχυρή διπλωματία», διαβεβαίωσε εισαγωγικώς ο κ. Γεραπετρίτης, αναδεικνύοντας ως «σημαντικό», όπως είπε, το «να έχει (κανείς) ενιαίο λόγο τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, είναι αυτό που στο παρελθόν έχουμε υποφέρει πολύ».
Ερωτηθείς εκ νέου για τη δήλωση που είχε κάνει τις προάλλες για τα έξι μίλια, ο υπουργός Επικρατείας επανέλαβε: «η κυριαρχία είναι σήμερα στα έξι μίλια, διατηρούμε το μονομερές, κυριαρχικό μας δικαίωμα, όποτε η ελληνική Πολιτεία το αποφασίσει, να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια», ενώ διεμήνυσε: «βεβαίως και υπάρχει μέσα στη φαρέτρα μας η επέκταση των χωρικών μας συνόρων, είναι κάτι που αξιολογείται μέσα στο πλαίσιο της διπλωματίας μας». Για να καταλήξει σε υψηλούς τόνους, «είμαστε απολύτως έτοιμοι, δεν ορρωδούμε προ ουδενός (…) δεν πρόκειται να παραχωρήσουμε καμία κυριαρχία μας».
Ενόψει δε, και της συνάντησης των κ.κ. Μητσοτάκη και Ερντογάν, «μια συνάντηση των δυο ηγετών θα ήταν ευκταία τηρουμένης πάντοτε της συνθήκης ότι θα πρέπει να υπάρχει εμπιστοσύνη μεταξύ των ηγετών και των λαών».
Αναφορικά με την οικονομία, «με το πέρας της πανδημίας θα υπάρξει μια πολύ σημαντική αναπτυξιακή ορμή στην ελληνική οικονομία (…). Το 2022 θα είναι μια σημαντική χρονιά, θα έχουμε μεγάλη αύξηση, πολύ πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο», επεσήμανε χαρακτηριστικά ο υπουργός Επικρατείας, επικαλούμενος και την πτώση των spreads κάτω από τις 100 μονάδες βάσης, εκεί, δηλαδή, που ήταν το 2008. ‘Αρα, συμπέρανε, «υπάρχει μεγάλη εμπιστοσύνη προς την ελληνική Πολιτεία από τους διεθνείς οίκους και αγορές».
Για τα μέτρα στήριξης δεσμεύτηκε πως θα δοθεί στους πληγέντες «ό,τι χρειαστεί» και «η ελληνική κυβέρνηση θα σταθεί πλάι στην αγορά και την επιχειρηματικότητα». Ταυτοχρόνως επικαλέστηκε και τον δείκτη απωλειών των θέσεων εργασίας, στον οποίον «η Ελλάδα βρίσκεται στην καλύτερη θέση στην Ευρώπη», κάτι που συνέβη χάρη στα καινοτόμα εργαλεία που δόθηκαν στην επιχειρηματικότητα και τους εργαζομένους, πρόσθεσε. Σύμφωνα με την κυβερνητική στρατηγική, η ανάπτυξη θα έλθει με μειώσεις στη φορολογία και αναπτυξιακές επενδύσεις, επιπροσθέτως αυτή «η επόμενη ημέρα με μεγαλύτερη ανάπτυξη, με επενδύσεις, με μειώσεις φορολογίας θα φέρει και τις καλύτερες αμοιβές».
Αναφερόμενος στο λιανεμπόριο, αναγνωρίζοντας ότι ήταν από τους κλάδους που επλήγη περισσότερο, τόνισε απευθυνόμενος στους συμπολίτες μας που ζουν από αυτό, πως η κυβέρνηση θα τους στηρίξει «με κάθε δυνατό μέσο, με μείωση της ασφαλιστικής επιβάρυνσης των εργοδοτών, με μείωση, κατά το δυνατόν, και των φορολογικών βαρών», ενώ εάν χρειαστεί, τότε θα υπάρξουν και επιπλέον ειδικά προγράμματα, όπως έγινε και με την εστίαση.
Υπάρχει ένα έτοιμο μενού μέτρων και η κυβέρνηση απέδειξε ότι διαθέτει γρήγορα αντανακλαστικά, δήλωσε ακόμη, ενώ περιέγραψε την τρέχουσα περίοδο ως «δημοσιονομικό μεταίχμιο», υπό την έννοια ότι αναμένονται κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ. «Θα γίνει ό,τι χρειαστεί για τους συμπολίτες μας (…) δεσμεύομαι απέναντί τους», ήταν η χαρακτηριστική αναφορά του κ. Γεραπετρίτη.
Στο ζήτημα των εκκρεμών συντάξεων, αφού περιέγραψε όσα έγιναν από το αρμόδιο Υπουργείο τα τελευταία δύο χρόνια και παρότι «χωρίς να είναι απόλυτα δική μας ευθύνη», ζήτησε συγγνώμη «από όλους τους συμπολίτες μας των οποίων οι συντάξεις εκκρεμούν». Όμως, διαβεβαίωσε, «είναι στην απόλυτη προτεραιότητά μας να μπορέσουμε να διαχειριστούμε το ζήτημα των συντάξεων στο συντομότερο δυνατό χρόνο».
Σε ένα άλλο θέμα -το Εθνικό Σύστημα Υγείας και κληθείς να σχολιάσει τις δύο βασικές διεκδικήσεις των υγειονομικών, ένταξη στα Βαρέα και Ανθυγιεινά και πρόσληψη των συμβασιούχων- ο υπουργός απάντησε πως σε ό,τι αφορά το πρώτο, «είναι κάτι που θα το δούμε στο πλαίσιο των δημοσιονομικών περιθωρίων», ενώ «σε ό,τι αφορά την ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας με νοσηλευτές, ήδη έχουν δρομολογηθεί 4.000 προσλήψεις μόνιμων νοσηλευτών κατά προτεραιότητα από εκείνους που υπηρέτησαν κατά τη διάρκεια του κορονοϊού». Θύμισε δε, πως η παρούσα κυβέρνηση παρέλαβε, «557 κλίνες ΜΕΘ και θα μείνουν στο Εθνικό Σύστημα Υγείας περισσότερες από 1.200».
«Βγαίνοντας από την πανδημία, διαβεβαιώνω ότι μπαίνουμε στη φάση της ριζικής μεταρρύθμισης του συστήματος υγείας», ήταν η φράση – κλειδί του υπουργού Επικρατείας για το ΕΣΥ. Ειδικότερα «θα αξιολογήσουμε όλα τα δεδομένα έτσι ώστε να μπορέσουμε να φτιάξουμε ένα σύστημα υγείας που θα είναι στο πλευρό του πολίτη, με πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια φροντίδα υγείας, και θα ανταποκρίνεται στα σύγχρονα δεδομένα», εξήγησε.
Ακόμη, το κεντρικό επιχειρησιακό σχέδιο «θα αναδιατάξει όλες τις δυνάμεις, θα ενισχύσει το δημόσιο σύστημα υγείας και θα το καταστήσει πολύ πιο λειτουργικό και ποιοτικό». Θέση, άλλωστε, της κυβέρνησης, είναι ότι το πιο αποτελεσματικό μοντέλο βρίσκεται στη «λειτουργική σύμπραξη του δημόσιου και του ιδιωτικού»: μπορεί το δημόσιο «να έχει τη διεύθυνση του project, αλλά πάντοτε οι δυνάμεις του ιδιωτικού τομέα είναι απολύτως κρίσιμες».
Και συνέχισε λέγοντας: «εμείς δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να θυσιάσουμε το επίπεδο του κοινωνικού κράτους, θα κάνουμε μια εύλογη κατανομή των δημόσιων πόρων έτσι ώστε τα χρήματα του πολίτη να πιάσουν τόπο».
Σε ένα άλλο θέμα της επικαιρότητας, αυτό της ασφάλειας, αρχικώς σημείωσε ότι «έχει γίνει μεγάλη προσπάθεια να καθαρίσουν άβατα που δεν είχε τολμήσει να το κάνει άλλη κυβέρνηση», ενώ για την πανεπιστημιακή αστυνομία υπογράμμισε πως σκοπός της είναι «να μπορέσουμε να έχουμε ένα καλύτερο και ελεύθερο πανεπιστήμιο».
Για τον πόλεμο με το βαρύ έγκλημα, παρατήρησε ότι «δεν μπορεί να τελειώσει μέσα σε μια ημέρα, ούτε καν σε ένα έτος».
Στην τελευταία ερώτηση, εάν όλοι οι υπουργοί κάνουν καλά τη δουλειά τους, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε ως εξής: «ποτέ δεν μπορείς να έχεις μια ομάδα στην οποία κι οι έντεκα να αποδίδουν το ίδιο».