Οργή επικρατεί στη Γαλλία για την άγρια δολοφονία μίας 19χρονης φοιτήτριας, της Philippine Le Noir de Carlan, η σορός της οποίας εντοπίστηκε το Σάββατο, σε λιγότερο από 24ώρες από την εξαφάνισή της, μισοθαμμένη στο δάσος της Βουλώνης.
Οι χειρισμοί σε επίπεδο δικαστικό και διοικητικό για την πορεία του 22χρονου που συνελήφθη ως ύποπτος, προκαλούν έντονες πολιτικές αντιδράσεις από όλο το πολιτικό φάσμα.
Η 19χρονη που σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο Paris-Dauphine, βρέθηκε νεκρή το Σάββατο σε δάσος στα δυτικά του Παρισιού, κατά τη διάρκεια έρευνας που οργανώθηκε για τον εντοπισμό της, μετά από την αναφορά της εξαφάνισής της από την αδελφή της το βράδυ της Παρασκευής, στις 11 μ.μ.
Η Φιλιππίν, που βρισκόταν στο τρίτο έτος σπουδών της στο τμήμα Οικονομικών και Χρηματοοικονομικής Μηχανικής, είχε θεαθεί για τελευταία φορά την Παρασκευή, 20 Σεπτεμβρίου, μετά το γεύμα της στο εστιατόριο του Crous κοντά στο Bois de Boulogne, γύρω στις 2 μ.μ. Σκόπευε να επισκεφθεί το σπίτι των γονιών της στο Montigny-le-Bretonneux.
Η αστυνομία προχώρησε σε αυτοψία στο σώμα της, αλλά τα τελικά αποτελέσματα θα χρειαστούν περαιτέρω εξετάσεις και εμπειρογνωμοσύνες.
Ο ύποπτος, ένας 22χρονος άνδρας, γεννημένος στο Μαρόκο, συνελήφθη την Τρίτη στη Γενεύη, όπως ανακοινώθηκε από την Εισαγγελία του Παρισιού. Οι γαλλικές αρχές προχωρούν σε αίτημα έκδοσης προς τις ελβετικές αρχές για να επιστρέψει στη Γαλλία και να δικαστεί.
Ο ύποπτος ήταν σε «παράτυπη κατάσταση» στη Γαλλία, σύμφωνα με τις αρχές, και είχε καταδικαστεί το 2021 για βιασμό που διέπραξε το 2019, όταν ήταν ακόμη ανήλικος. Είχε αποφυλακιστεί τον Ιούνιο του 2024 μετά από πενταετή ποινή φυλάκισης, και από τότε τελούσε υπό καθεστώς υποχρέωσης απέλασης από τη Γαλλία.
Σύμφωνα με πηγές κοντά στην υπόθεση που μεταδίδει η Liberation, ο ύποπτος, μετά την αποφυλάκισή του, είχε μεταφερθεί σε κέντρο διοικητικής κράτησης στη Μετς, καθώς δεν είχε ταυτότητα που να επιβεβαιώνει την υπηκοότητά του. Παρά τις γαλλικές προσπάθειες για την απέλασή του, το Μαρόκο δεν απάντησε στις αιτήσεις της Γαλλίας για την έκδοση ταξιδιωτικών εγγράφων. Ο ύποπτος είχε τεθεί υπό κατ’ οίκον περιορισμό και ήταν υποχρεωμένος να παρουσιάζεται τακτικά στο αστυνομικό τμήμα, κάτι που δεν έκανε, με αποτέλεσμα να τοποθετηθεί στη λίστα καταζητούμενων την παραμονή του θανάτου της Φιλιππίν.
Η υπόθεση προκάλεσε αντιδράσεις από πολιτικούς ηγέτες, οι οποίοι κατηγόρησαν το ποινικό και διοικητικό σύστημα για την καθυστέρηση της απέλασης του υπόπτου.
Ο νέος υπουργός Εσωτερικών, Μπρούνο Ρεταϊγό, εξέφρασε την επιθυμία του να αλλάξει το νομικό πλαίσιο για να προστατευθούν οι Γάλλοι πολίτες, υπογραμμίζοντας πως «αν οι κανόνες πρέπει να αλλάξουν, ας τους αλλάξουμε».