Παρά το γεγονός πως το ενεργειακό κόστος να έχει πάψει να απασχολεί την επικαιρότητα με την ένταση των προηγούμενων μηνών, οι εκτιμήσεις αναλυτών και στελεχών της αγοράς που κρίνουν προσωρινή την αποκλιμάκωση των τιμών και προβλέπουν έναν νέο γύρο ανατιμήσεων τους επόμενους μήνες πληθαίνουν διεθνώς.
Η Ευρώπη άφησε πίσω της έναν ήπιο χειμώνα που της επέτρεψε να διατηρήσει σε υψηλά επίπεδα τα αποθέματα φυσικού αερίου. Ομως τα έντονα φαινόμενα ανομβρίας εξάντλησαν τα υδατικά αποθέματα στους ταμιευτήρες, με αποτέλεσμα να κάνουν πιο αναγκαίο το φυσικό αέριο. Την ίδια στιγμή, η ανάπτυξη της Κίνας, που καταναλώνει αέριο όσο όλη η Ε.Ε., αποτελεί έναν δεύτερο καθοριστικό παράγοντα για την πορεία των τιμών και τη διαθεσιμότητα των φορτίων LNG, που συνεχίζει να διατηρεί τις αβεβαιότητες.
Σύμφωνα με τον κ. Δημήτρη Καρδοματέα, πρώην στέλεχος του ΔΕΣΦΑ και αναλυτή της αγοράς φυσικού αερίου, με τα μέτρα που έλαβε η Ευρώπη τον τελευταίο χρόνο (μείωση κατανάλωσης, αθρόες προμήθειες LNG) πέτυχε να περιορίσει την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο από τα 150 στα 60 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου (bcm). Περίπου τα 18 bcm οφείλονται αμιγώς στις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες. Σε απόλυτους όρους, η εξάρτηση της Ε.Ε. από τη Ρωσία υπολογίζεται ότι έπεσε από το 40% στο 20% περίπου και η τάση συνεχίζει να είναι πτωτική. «Το ίδιο διάστημα γέμισε τις υπόγειες αποθήκες της κοντά στο 100% μέχρι την έναρξη του χειμώνα του 2022-2023 παρά τις εξωφρενικά υψηλές τιμές, οι οποίες καθώς τελειώνει ο χειμώνας είναι γεμάτες κατά 55% περίπου έναντι 25% το 2022», λέει ο ίδιος.
Αυτές οι συνθήκες καθοδηγούν και τη συνεχή πτώση στις τιμές του ολλανδικού κόμβου συναλλαγών ΤΤF, που τις προηγούμενες μέρες βρέθηκε κάτω από τα 37 ευρώ για πρώτη φορά από τον Ιούλιο του 2021, με τα προθεσμιακά συμβόλαια Ιουνίου να διαπραγματεύονται στα 36,9 ευρώ/MWh, ενώ του Ιουλίου στα 37,3 ευρώ/MWh. Η πορεία της αγοράς δείχνει ότι έχουν γκρεμιστεί τα τείχη της κερδοσκοπίας, όταν πέρυσι η τιμή του φυσικού αερίου στον ΤΤF ξεπέρασε τα 300 €/MWh. Απέχει όμως ακόμη πολύ από τα προ κρίσης επίπεδα που ήταν μεταξύ 10 και 20 ευρώ/MWh.
Το αξιοπερίεργο είναι ότι σε αυτές τις συνθήκες δεν υπακούει η ελληνική αγορά, η οποία διατηρεί σε υψηλά επίπεδα τις τιμές χονδρεμπορικής. Την Πέμπτη 4 Μαΐου η τιμή διαμορφώθηκε στα 126,52 ευρώ η μεγαβατώρα, με ελάχιστη στα 94,60 και μέγιστη στα 180 ευρώ.
«Καμπανάκι» η ξηρασία
Ο ήπιος επομένως χειμώνας συνέβαλε στην καλύτερη αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης καθώς περιόρισε τη ζήτηση για φυσικό αέριο, όμως επανέφερε στο προσκήνιο τα ζητήματα ξηρασίας και ελλείψεων στους ταμιευτήρες νερού και τη διαθεσιμότητα των υδροηλεκτρικών και πυρηνικών εργοστασίων μετά από μισό αιώνα λειτουργίας.
Το επισήμανε πρόσφατα με δηλώσεις του και ο διευθύνων σύμβουλος της Helleniq Energy, Ανδρέας Σιάμισιης, προειδοποιώντας ότι δεν χρειάζεται να υπάρχει εφησυχασμός. Τα προβλήματα ξηρασίας και υψηλής θερμοκρασίας είναι δυνητικές απειλές για το ενεργειακό σύστημα φέτος το καλοκαίρι και εκτιμάται ότι θα αυξήσουν τη ζήτηση σε φυσικό αέριο ωθώντας προς τα πάνω και τις τιμές των καυσίμων.
Το 2022 ήταν η χειρότερη χρονιά για την Ευρώπη όσον αφορά την ξηρασία και την έλλειψη νερού, όμως το 2023 εξελίσσεται ήδη σε ακόμα χειρότερη. Χώρες όπως η Ισπανία είναι ήδη αντιμέτωπες με οξεία έλλειψη νερού και υψηλές θερμοκρασίες που έφτασαν ακόμα και τους 40 βαθμούς Κελσίου. Η επιστροφή του φαινομένου «Ελ Νίνιο» προδιαγράφει ένα θερμότερο καλοκαίρι φέτος, που σε συνδυασμό με την ξηρασία αναμένεται να αποτελέσει πλήγμα για το ηλεκτρικό σύστημα πολλών χωρών. Η Ισπανία, η νότια Πορτογαλία, η Ιταλία και η Γαλλία αναμένεται να είναι οι χώρες που θα αντιμετωπίσουν το εντονότερο πρόβλημα, όμως και οι Ελλάδα, Ρουμανία και Βουλγαρία κινδυνεύουν από την ξηρασία, σύμφωνα με τους αναλυτές.
Οι προβλέψεις αυτές υπάρχει φόβος να ρίξουν σε κενά αέρος την εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία φέτος βιώνει και τις δυσχέρειες της προεκλογικής και μετεκλογικής περιόδου και οδηγεί την κυβέρνηση στη λήψη πρόωρων μέτρων. Σε αυτή τη λογική εδράζεται και η απόφαση του αρμόδιου υπουργείου να ανακοινώσει διπλές επιδοτήσεις για τους μήνες Μάιο και Ιούνιο, συνολικού ύψους 47 εκατ. ευρώ. «Οι τιμές παραμένουν αποκλιμακωμένες, αλλά ο ενεργειακός πόλεμος στην Ευρώπη δεν έχει τελειώσει», διαμηνύει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας.
Πιέσεις στην Κομισιόν
Στο ίδιο πλαίσιο, η κυβέρνηση πιέζει τις Βρυξέλλες ώστε να δώσουν το πράσινο φως για παράταση ως τα τέλη του 2023 τόσο του μηχανισμού ανάκτησης υπερεσόδων των ηλεκτροπαραγωγών από τη χονδρεμπορική αγορά όσο και του μηχανισμού τιμολόγησης στη λιανική αγορά ανά μήνα. Είναι μάλιστα αξιομνημόνευτο ότι από τη μία πλευρά είναι το υπουργείο που πιέζει την Κομισιόν για παράταση των μέτρων και από την άλλη οι ηλεκτροπαραγωγοί και οι ιδιώτες προμηθευτές ενέργειας οι οποίοι ζητούν την απόσυρση των μέτρων. Οι τελευταίοι πραγματοποίησαν πρόσφατα συνάντηση και με τη γενική διευθύντρια Ενέργειας (DG Energy) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ντίτε Τζουλ Γιόργκενσεν στην Αθήνα.
Οι ηλεκτροπαραγωγοί ζητούν την απόσυρση του μηχανισμού του πλαφόν και της πρόβλεψης των τιμών με το επιχείρημα ότι η αγορά έχει εξομαλυνθεί και οι τιμές έχουν υποχωρήσει. Ιδίως ως προς το θέμα του πλαφόν, οι εκπρόσωποι των κλάδων υπογραμμίζουν ότι από τον μηχανισμό των ανώτατων τιμών τα έσοδα που συγκεντρώνονται είναι πλέον από ελάχιστα έως ανύπαρκτα. Αντίθετα, τα έσοδα από τους παραγωγούς των ΑΠΕ όταν υπερβαίνουν ούτως ή άλλως τις συμφωνημένες τιμές αποζημίωσης κατευθύνονται στον Ειδικό Λογαριασμό των ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) και από κει μπορούν να αξιοποιηθούν για τις επιδοτήσεις των λογαριασμών.
Από την πλευρά τους, οι προμηθευτές μιλούν για στρεβλώσεις στην αγορά, σημειώνοντας ότι οι έκτακτες παρεμβάσεις στις αγορές χονδρικής και λιανικής επηρέασαν σημαντικά τον ανταγωνισμό και τις τιμές. Επομένως, τονίζουν, θα πρέπει να αξιολογηθεί προσεκτικά ενδεχόμενη παράταση, λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο με τον οποίο θα επηρεαστούν οι καταναλωτές από μία παρατεταμένη περίοδο κατευθυνόμενης λειτουργίας της αγοράς.
Το ελληνικό αίτημα περιλαμβάνει και αλλαγή του σχεδίου του κανονισμού της Ε.Ε., το οποίο προβλέπει να πριμοδοτούνται μόνο η βιομηχανία και η αποθήκευση ενέργειας. Οι παραγωγοί ζητούν να δημιουργηθεί και ένας μηχανισμός αμοιβής διαθέσιμης ισχύος ή και ευέλικτης ισχύος για τις μονάδες φυσικού αερίου και υδροηλεκτρικής παραγωγής ρεύματος.