Την πρόοδο των ελληνικών τραπεζών στην προσπάθεια μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) χαιρετίζει η Fitch, η οποία μάλιστα αναγνωρίζει ότι το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα επιλύει τα προβλήματά του με ταχύτερο ρυθμό απ’ ό,τι κάνουν οι κυπριακές τράπεζες.
Σύμφωνα με την ανάλυση του οίκου αξιολόγησης, τα ελληνικά σχέδια τιτλοποιήσεων και αναδιάρθρωσης, σε συνδυασμό με τον περιορισμένο αριθμό των νέων «κόκκινων» δανείων, έχουν συμβάλει στην αισθητή αποκλιμάκωση του προβλήματος των NPEs. Κι αυτό, μάλιστα, παρά την πανδημία του κορωνοϊού.
Ο Fitch, σ’ αυτό το πλαίσιο, προεξοφλεί ότι ο τρέχων ρυθμός εξυγίανσης των δανειακών χαρτοφυλακίων της Ελλάδας θα διατηρηθεί και το 2022, κάτι το οποίο είναι πιθανό να οδηγήσει σε «γεφύρωση» της απόστασης των αξιολογήσεων μεταξύ των ελληνικών και των κυπριακών τραπεζών.
Γι’ αυτό τον λόγο, εξηγεί ο αμερικανικός οίκος, το outlook παραμένει θετικό για τρεις από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της Ελλάδας, και αρνητικό για τις τράπεζες της Κύπρου.
Την ίδια ώρα, ο ελληνικός δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), σύμφωνα με τον Fitch, θα μπορούσε να μειωθεί στο 15% έως τα τέλη του 2021 και κάτω του 10% έως τα τέλη του 2022, επιτυγχάνοντας εγκαίρως τον στόχο για μονοψήφια αποθέματα NPLs.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών παραμένει στην κατηγορία «σκουπίδια», ενώ αντίθετα η αξιολόγηση των κυπριακών τραπεζών βρίσκεται στην επενδυτική βαθμίδα, κάτι το οποίο αντανακλά και τις αξιολογήσεις των δύο κρατικών ομολόγων.
Ωστόσο, σ’ αντίθεση με την περίπτωση της Ελλάδας, η προσπάθεια μείωσης των κυπριακών NPLs σε μονοψήφιο επίπεδο αποδεικνύεται πιο περίπλοκη υπόθεση, λόγω της υψηλότερης εξάρτησης από την πορεία της οικονομικής ανάκαμψης και την επενδυτική διάθεση.
Κι αυτό, διότι στην περίπτωση της Ελλάδας η απομείωση των NPLs υποστηρίζεται από το κρατικό μηχανισμό του «Ηρακλή», κάτι το οποίο ευνοεί τις πωλήσεις των προβληματικών δανειακών χαρτοφυλακίων.