Σοβαρή επιβάρυνση στην οικονομία εξακολουθούν να προκαλούν οι εταιρείες «ζόμπι», καθώς κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια άνω των 33 δισ. ευρώ μπορεί να έχουν φύγει από το τραπεζικό σύστημα, αλλά παραμένουν σε funds και εταιρείες διαχείρισης.

Μεγάλο μέρος αυτού του χρέους αφορά εταιρείες με προβληματική οικονομική θέση, δηλαδή όσες λειτουργούν τουλάχιστον για δέκα χρόνια και για τουλάχιστον τρεις συνεχείς χρήσεις δεν μπορούσαν να καλύψουν τους τόκους των δανείων τους.

Αυτό είναι το κεντρικό συμπέρασμα μελέτης που δημοσιεύεται στο οικονομικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος (Νίκος Βέττας, Γιώργος Γατόπουλος, Αλέξανδρος Λουκά και Κωνσταντίνος Πέππας: «Οφέλη για την ελληνική οικονομία από τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των εταιριών ζόμπι»).

Η μελέτη εξετάζει τις σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία από τη διατήρηση των αποκαλούμενων «επιχειρήσεων ζόμπι» , δηλαδή εκείνων που επί σειρά ετών δυσκολεύονται να αποπληρώσουν τους τόκους επί των δανειακών υποχρεώσεών τους.

Με βάση τα ευρήματα της μελέτης, οι υγιείς επιχειρήσεις εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις από τις εταιρίες «ζόμπι» σε όρους ρυθμού αύξησης επενδύσεων, απασχόλησης και παραγωγικότητας.

Επίσης, η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε εταιρίες «ζόμπι» επηρεάζει αρνητικά το ρυθμό αύξησης των επενδύσεων στις υγιείς επιχειρήσεις σε επιμέρους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, ενώ εμποδίζει την ανακατανομή κεφαλαίου προς πιο παραγωγικούς τομείς δραστηριότητας.

Για παράδειγμα, όπως εκτιμούν οι ερευνητές, οι πραγματικές ακαθάριστες επενδύσεις μόνο στον τομέα της μεταποίησης θα αυξάνονταν ετησίως κατά 4,2% ή περίπου 108 εκατομμύρια ευρώ (σε τιμές 2015) για κάθε μείωση κατά 1 ποσοστιαία μονάδα του μεριδίου κεφαλαίου σε επιχειρήσεις ζόμπι στον ίδιο τομέα.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης:

  • Το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων, είτε εντός είτε εκτός τραπεζικών ισολογισμών, και η πυκνότητα των εταιρειών ζόμπι αποτελούν μείζονες προκλήσεις για την ελληνική οικονομία.
  • Τα εταιρικά NPEs και ο αριθμός των επιχειρήσεων ζόμπι στην Ελλάδα έχουν καταγράψει σημαντική πτώση από την κορύφωσή τους το 2015 και το 2013, αντίστοιχα, αλλά παραμένουν υψηλά, ιδίως σε επιμέρους τομείς δραστηριότητας.

Η ανάλυση στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας επιβεβαιώνει τα ευρήματα της βιβλιογραφίας ότι η παρατεταμένη παρουσία μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων και επιχειρήσεων ζόμπι αποτελεί εμπόδιο στις προοπτικές επενδύσεων και απασχόλησης, ενώ επηρεάζει αρνητικά την παραγωγικότητα και την αποτελεσματική κατανομή των πόρων.

Εταιρείες «ζόμπι», κόκκινα δάνεια επιχειρήσεων στις τράπεζες, κεφάλαιο εταιρειών «ζόμπι»

zombie

  • Οι επιπτώσεις είναι τόσο άμεσες σε επίπεδο επιχείρησης όσο και ευρύτερες στο επίπεδο της συνολικής οικονομίας, καθώς διαχέονται σε υγιείς επιχειρήσεις σε κάθε τομέα οικονομικής δραστηριότητας, βλάπτοντας έτσι τον υγιή ανταγωνισμό στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών. Συνολικά, η ταχύτερη επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των επιχειρήσεων ζόμπι μπορεί να απελευθερώσει σημαντικούς οικονομικούς και φυσικούς πόρους, των οποίων η ανακατανομή προς πιο παραγωγικές χρήσεις μπορεί να συμβάλει στη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.
  • Το εκτιμώμενο μερίδιο των εταιρειών ζόμπι συσχετίζεται θετικά με το μερίδιο των επιχειρηματικών NPEs στους ισολογισμούς των τραπεζών κατά την περίοδο 2002-2021. Ωστόσο, η αύξηση του μεριδίου των εταιρειών ζόμπι προηγήθηκε της αύξησης του μεριδίου των NPEs στους ισολογισμούς των τραπεζών, ενώ η μείωση του μεριδίου των εταιρειών ζόμπι προηγήθηκε της μείωσης των δεικτών NPE.
  • Από τη μία πλευρά, τα NPEs προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ΜΧΕ) που καταγράφονται στους ισολογισμούς των τραπεζών έχουν μειωθεί σημαντικά. Μειώθηκαν σωρευτικά κατά 85% την περίοδο 2016-2022, από 58 δισεκατομμύρια ευρώ το 2015 (47% των συνολικών ανοιγμάτων σε ΜΧΕ), σε 8,9 δισεκατομμύρια ευρώ το 2022 (ή 8,1%). Η καταγεγραμμένη μείωση των ελληνικών NPEs κατά την περίοδο 2016-2023 εκτιμάται ότι οδήγησε σε αύξηση των καθαρών ροών επιχειρηματικών δανείων κατά περίπου 8 δισεκ. ευρώ, από τη συνολική αύξηση κατά 22,5 δισεκ. ευρώ που καταγράφηκε αυτή την περίοδο (36% της πιστωτικής επέκτασης).
  • Ωστόσο, η αξιοσημείωτη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στις διαγραφές δανείων, τις πωλήσεις, τις πωλήσεις και τιτλοποιήσεις δανείων που πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 2016-2022 και, σε μικρότερο βαθμό, σε «οργανικές» βελτιώσεις. Ως αποτέλεσμα, το μεγαλύτερο απόθεμα μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που μεταφέρθηκε εκτός τραπεζικών ισολογισμών τελεί πλέον υπό τη διαχείριση διαχειριστών και ανήλθε σε €33,4 δισ. στο τέλος του 2022. Έτσι, τα επιχειρηματικά NPEs στο σύνολο της οικονομίας μειώθηκαν μόνο κατά 28% την περίοδο 2016-2022, για να διαμορφωθούν σε περίπου 42 δισεκατομμύρια ευρώ το 2022.
  • Σε ένα παράλληλο μέτωπο, η διαχρονική εξέλιξη του εκτιμώμενου ποσοστού των επιχειρήσεων ζόμπι στην ελληνική οικονομία παρουσιάζει παρόμοια τάση αλλά οδηγεί χρονικά την αντίστοιχη τάση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Το ποσοστό των εταιρειών ζόμπι, με βάση μια σειρά ευρέως εφαρμοζόμενων κριτηρίων, αυξήθηκε από 10% σε 18,6% την περίοδο 2005-2013. Μειώθηκε στη συνέχεια, για να φτάσει το 8,9% το 2022.
  • Όσον αφορά την κατηγορία μεγέθους των επιχειρήσεων βάσει κύκλου εργασιών, παρατηρείται υψηλότερο ποσοστό επιχειρήσεων ζόμπι μεταξύ των πολύ μικρών επιχειρήσεων, με πτωτική τάση μετά το 2013 σε όλες τις τάξεις μεγέθους. Αξίζει να σημειωθεί ότι, κατά την περίοδο 2005-2016, το μερίδιο των επιχειρήσεων ζόμπι ήταν υψηλότερο μεταξύ των μεγάλων επιχειρήσεων από ό,τι μεταξύ των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, γεγονός που συνάδει ωστόσο με τα ευρήματα της βιβλιογραφίας.
  • Μια ποιοτική ανάλυση της εξέλιξης των επιχειρήσεων ζόμπι ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας δείχνει σχετικά υψηλότερη πυκνότητα επιχειρήσεων ζόμπι στους τομείς
  1. Κατασκευές
  2. κΚαταλύματα και υπηρεσίες εστίασης και
  3. Δραστηριότητες ακινήτων..

Ο κατασκευαστικός τομέας παρουσιάζει σταθερά τις υψηλότερες υποχρεώσεις από εταιρείες ζόμπι, ιδίως μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση το 2008Στο πλαίσιο της ποσοτικής ανάλυσης, προκύπτουν πέντε βασικά ευρήματα:

-οι εταιρείες που δεν είναι ζόμπι ξεπερνούν τις εταιρείες ζόμπι όσον αφορά την αύξηση των επενδύσεων, την αύξηση της απασχόλησης και τα επίπεδα παραγωγικότητας.

– η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε επιχειρήσεις ζόμπι επηρεάζει αρνητικά τον ρυθμό αύξησης των επενδύσεων και της παραγωγικότητας των υγιών επιχειρήσεων σε ορισμένους τομείς οικονομικής δραστηριότητας.

– η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε επιχειρήσεις ζόμπι αναγκάζει τις υγιείς επιχειρήσεις σε πολλούς τομείς δραστηριότητας να αυξήσουν τη συνολική παραγωγικότητα και τις επενδύσεις τους προκειμένου να επιβιώσουν.

– η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε επιχειρήσεις ζόμπι εμποδίζει την ανακατανομή κεφαλαίου σε πιο παραγωγικές επενδύσεις μεταξύ επιχειρήσεων και τομέων δραστηριότητας.

– οι νεότερες και μεγαλύτερες επιχειρήσεις έχουν γενικά καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά την αύξηση των επενδύσεων, την αύξηση της απασχόλησης και τα επίπεδα παραγωγικότητας.

Μια συντηρητική ερμηνεία του εκτιμώμενου αντικτύπου δείχνει ότι οι πραγματικές ακαθάριστες επενδύσεις μόνο στον τομέα της μεταποίησης θα αυξάνονταν ετησίως κατά 4,2% ή περίπου 108 εκατομμύρια ευρώ (σε τιμές 2015) για κάθε μείωση κατά 1 ποσοστιαία μονάδα του μεριδίου κεφαλαίου σε επιχειρήσεις ζόμπι στον ίδιο τομέα.

Τα ευρήματα υπογραμμίζουν τα πιθανά οφέλη για την ελληνική οικονομία από την επίλυση των NPEs και τη μείωση του αριθμού των εταιρειών ζόμπι. Αυτό θα είχε άμεσες θετικές επιπτώσεις, όπως μέσω υψηλότερων ποσοστών επενδύσεων, απασχόλησης και αύξησης της παραγωγικότητας για το σύνολο της οικονομίας.

Εκτός αυτού, αυτό θα αποφέρει σημαντικά, έμμεσα θετικά αποτελέσματα, όπως η ενίσχυση των λειτουργικών και αναπτυξιακών προοπτικών για τις υπάρχουσες υγιείς επιχειρήσεις. Αυτό αναμένεται μέσω της διαδικασίας απελευθέρωσης οικονομικών και υλικών πόρων και της αποτελεσματικής και πιο παραγωγικής ανακατανομής τους εντός της οικονομίας και μεταξύ τομέων οικονομικής δραστηριότητας.

Οι προτεραιότητες πολιτικής και τα μέτρα που αποσκοπούν στην ταχεία και αποτελεσματική μείωση του ποσού των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και του αριθμού των εταιρειών ζόμπι αναμένεται να επιταχύνουν τη μείωση του επενδυτικού κενού στην ελληνική οικονομία, καθώς και να μειώσουν το ποσοστό ανεργίας.

Επιπλέον, μπορούν να ενισχύσουν την προοπτική ενίσχυσης της συνολικής παραγωγικότητας της οικονομίας, καθώς και την ανακατανομή κεφαλαίων σε παραγωγικές επενδύσεις, οι οποίες αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την επίτευξη ισχυρών και βιώσιμων ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μεσομακροπρόθεσμα.

Διαβάστε ακόμη: