Οδικά έργα ύψους άνω των 2 δισ. ευρώ υπολογίζεται ότι θα απαιτηθούν στο λεκανοπέδιο της Αττικής το συντομότερο δυνατόν, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το οξυνόμενο πρόβλημα της κυκλοφοριακής συμφόρησης. Με βάση τις διαπιστώσεις φορέων της αγοράς, αλλά και συγκοινωνιολόγων, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στη Δυτική Αττική και ασφαλώς στα νότια προάστια, όπου η επένδυση που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στο Ελληνικό, απαιτεί σημαντικές παρεμβάσεις, ώστε να μην επιδεινωθεί κατακόρυφα το επίπεδο ζωής των κατοίκων των γύρω περιοχών και όσων θα πρέπει να μετακινούνται από και προς την έκταση του πρώην αεροδρομίου. Αλλωστε, υπολογίζεται ότι στο ακίνητο θα εργάζονται καθημερινά δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, οι περισσότεροι εκ των οποίων εκτιμάται ότι δεν θα μένουν εντός του, αλλά σε άλλες περιοχές της Αττικής, κατά κανόνα στο κέντρο και στα δυτικά προάστια.

Οπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, αρχής γενομένης από τα νότια προάστια, η βασική πρόταση αφορά την επέκταση της περιφερειακής του Υμηττού προς τη Λ. Βουλιαγμένης, έργο γνωστό και ως Σήραγγα Ηλιούπολης. Το έργο αφορά ουσιαστικά τη σύνδεση της Αττικής Οδού με την περιοχή του Αγ. Δημητρίου. Προβλέπει τη δημιουργία μιας οδού ταχείας κυκλοφορίας που θα απαιτεί μόλις 10 λεπτά για τη μετακίνηση από την περιοχή του Καρέα μέχρι τη Λ. Βουλιαγμένης. Οπως αντιλαμβάνεται κανείς, θα προκαλέσει «επανάσταση» στη διευκόλυνση της πρόσβασης από τα βόρεια στα νότια προάστια και αντίστροφα, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό. Το έργο αυτό αποτελούσε μέρος των λεγόμενων επεκτάσεων της Αττικής Οδού, που συνιστούν αντικείμενο διαβουλεύσεων και σχεδιασμού από τις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Στην παρούσα φάση, η ίδια η Lamda Development έχει χρηματοδοτήσει και έχει παραδώσει μια σειρά μελετών και προτάσεων, μεταξύ των οποίων είναι και η Σήραγγα της Ηλιούπολης. Το εν λόγω έργο πάντως περιλαμβάνεται και στην πρότυπη πρόταση που έχει καταθέσει η κοινοπραξία των ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ (36%) – Ακτωρ Παραχωρήσεις (32%) και Aβαξ (32%). Πρόκειται για ένα πακέτο έργων ύψους 1,5 δισ. ευρώ, που περιλαμβάνει τις επεκτάσεις της Αττικής Οδού, όχι μόνο προς τα νότια προάστια και το Ελληνικό, αλλά και προς το Λαύριο και τη Ραφήνα, όπου επίσης προβλέπονται σημαντικές επενδύσεις στα αντίστοιχα λιμάνια, που θα απαιτήσουν και πιο σύγχρονες υποδομές μετακίνησης.

Στις προτάσεις της Lamda για τη διευκόλυνση της μετακίνησης από και προς το Ελληνικό περιλαμβάνονται επίσης η επέκταση του μετρό προς την περιοχή της Γλυφάδας, αλλά και η μετατροπή της Λ. Βουλιαγμένης σε οδό ταχείας κυκλοφορίας, μέσω της αφαίρεσης των σηματοδοτών. Ως προς την επέκταση της γραμμής 2 του μετρό προς τη Γλυφάδα, αυτή αποτελεί αντικείμενο σχεδιασμού από την Αττικό Μετρό. Προβλέπει την κατασκευή επιπλέον 4,4 χιλιομέτρων, με τη χάραξη να ξεκινάει από το Ελληνικό και να καταλήγει στο κέντρο της Γλυφάδας, πλησίον της πλατείας του Αγ. Κωνσταντίνου, περνώντας από την Ανω Γλυφάδα. Το έργο εκτιμάται ότι θα απαιτήσει 400 εκατ. ευρώ. Πάντως, δεν έχουν ωριμάσει ακόμη οι μελέτες, κάτι που σημαίνει ότι θα απαιτηθούν πολλά χρόνια έως ότου ανατεθεί και ακόμη περισσότερα έως ότου κατασκευαστεί και παραδοθεί προς χρήση.

Περνώντας στη δυτική πλευρά του λεκανοπεδίου, αλλά και τη Λ. Κηφισού, η πρόταση των κατασκευαστικών ομίλων προβλέπει την κατασκευή της συνδετήριας οδικής αρτηρίας από την Ελευσίνα μέχρι τα Οινόφυτα. Για το έργο αυτό έχει κατατεθεί επίσης πρότυπη πρόταση, ύψους 500 εκατ. ευρώ, από τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ. Με βάση τον σχεδιασμό, ο άξονας αυτός θα ξεκινάει από την περιοχή του Αγ. Λουκά στο Θριάσιο Πεδίο και θα καταλήγει στον ΠΑΘΕ, στην περιοχή των Οινοφύτων, έχοντας μήκος 40 χιλιομέτρων. Προβλέπονται δύο λωρίδες κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση, με ανισόπεδους κόμβους και μια σειρά παράπλευρων και κάθετων δρόμων για αποκατάσταση της συνέχειας και της δομής του υφιστάμενου τοπικού οδικού δικτύου. Το κόστος του έργου υπολογίζεται σε 500 εκατ. ευρώ και εκτιμάται ότι θα έχει μεγάλο όφελος, όχι μόνο για την αποσυμφόρηση του Κηφισού, αλλά και για την ταχύτερη σύνδεση όλων των μεγάλων υποδομών logistics που αναπτύσσονται στην περιοχή της Δυτικής Αττικής (Ασπρόπυργος, Θριάσιο Πεδίο και Ελευσίνα) με τον ΠΑΘΕ. Μάλιστα προς την κατεύθυνση αυτή πιέζουν αρκετοί παράγοντες που επενδύουν στην περιοχή.

Εν τω μεταξύ, μετέωρο παραμένει επί μήνες ένα ακόμη σημαντικό έργο. Ο λόγος για την παράκαμψη της Λ. Κύμης, που έχει ανάδοχο ήδη από τον Φεβρουάριο του 2022, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει υπογραφεί το έργο λόγω αδυναμίας εξασφάλισης των απαιτούμενων πόρων, απόρροια της δυσχέρειας που παρατηρήθηκε στην ένταξή του στο ΕΣΠΑ της περιόδου 2021-2027. Ανάδοχος του έργου των 350 εκατ. ευρώ είναι η κοινοπραξία ΤΕΡΝΑ – ΑΚΤΩΡ – ΙΝΤΡΑΚΑΤ.

Αυτό ακριβώς το ζήτημα, δηλαδή το ότι η Ε.Ε. δεν χρηματοδοτεί πλέον οδικά έργα στην Αττική (αλλά και στην Κεντρ. Μακεδονία), αποτελεί τον μεγαλύτερο «πονοκέφαλο» για το υπ. Υποδομών. Με δεδομένη την έλλειψη πόρων, οι κατασκευαστές προτάσσουν τον θεσμό των πρότυπων προτάσεων, που είχε προκρίνει και η προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου. Πρόκειται για ένα μοντέλο, βάσει του οποίου ο ιδιώτης αναλαμβάνει το κόστος της ωρίμανσης ενός έργου και προτείνει την κατασκευή μέσω ενός συνδυασμού ιδιωτικής και δημόσιας χρηματοδότησης. Ελλείψει πόρων, στην αγορά αναφέρουν ότι έχουν προταθεί και λύσεις χωρίς τη συμμετοχή του Δημοσίου στην παρούσα φάση, μέσω της μετάθεσης της είσπραξης «σκιωδών» διοδίων μετά 10-12 χρόνια από την έναρξη λειτουργίας του έργου. Τους τελευταίους έξι μήνες, η πολιτική ηγεσία του υπ. Υποδομών αναφέρει ότι θα φέρει τροποποιητικές διατάξεις για τις πρότυπες προτάσεις, ενώ προς το παρόν απορρίπτει λύσεις μετάθεσης του κόστους των έργων στις επόμενες γενιές.

Διαβάστε ακόμη: