Η Εθνική ομάδα νίκησε την Ονδούρα 2-1 στο γήπεδο της Τούμπας με δύο γκολ του Παυλίδη. Το σκορ θα μπορούσε να είχε πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις αν οι διεθνείς μας ήταν πιο εύστοχοι στην τελική προσπάθεια. Όμως η κακή αμυντική λειτουργία σε αρκετά διαστήματα του αγώνα πρέπει να προβληματίσει ενόψει του κρίσιμου αγώνα με τη Γεωργία που έδειξε στο ματς με τη Σουηδία πως μπορεί να κάνει ζημιές στην αντεπίθεση.

Απέναντι σε μια ομάδα πολύ χαμηλότερου βεληνεκούς απ’ ότι η Ισπανία, που η Εθνική αντιμετώπισε την Πέμπτη, ο Τζον Φαν Σιπ αποφάσισε να αλλάξει το σχήμα και τον τρόπο παιχνιδιού της Ελλάδας. Λογικό, από τη στιγμή μάλιστα που ακολουθεί την ερχόμενη Τετάρτη η Γεωργία. Και εκεί η Εθνική πρέπει να παίξει ποδόσφαιρο και όχι να περιμένει όπως στη Γρανάδα.

Ο Ολλανδός έπαιξε με ένα 4-4-2, έχοντας τους Μαυρία, Σβάρνα, Μαυροπάνο, Κυριακόπουλο μπροστά από τον Διούδη στην άμυνα, τον Σιώπη αμυντικό μέσο με τον Μάνταλο κοντά του, τους Τζόλη – Φορτούνη στα δύο άκρα και τον Παυλίδη κοντά στον προωθημένο Γιακουμάκη.

Της ταίριαξε της Εθνικής αυτό το σχήμα. Δεδομένου του αντιπάλου που είχαμε και της χαμηλής δυναμικότητας αυτού, η Ελλάδα είχε τον τρόπο να απειλήσει, να βρει τους τρόπους να πατήσει στη μεγάλη περιοχή, να δημιουργήσει ένα τσουβάλι ευκαιρίες. Φορτούνης, Τζόλης, Παυλίδης και Γιακουμάκης αποτέλεσαν μια τετράδα… φωτιά, έβγαλαν αυτοματισμούς, συνδυάστηκαν άψογα και αποτέλεσαν μόνιμη πηγή κινδύνων για την εστία του Μεχίβα. Όλα αυτά έφεραν και γρήγορο γκολ, με τη συνεργασία δύο εξ αυτών των παικτών. Ο Φορτούνης στο 14′ έφυγε στην πλάτη της άμυνας από δεξιά, μπήκε στην περιοχή, γύρισε την μπάλα και ο Παυλίδης ήρθε με αριστερό πλασέ από το ύψος του πέναλτι να ανοίξει το σκορ.

Από εκείνο το σημείο που άνοιξε το σκορ, μέχρι και το 35′-40′ η Εθνική ήταν καταπληκτική από τη μέση και μπροστά. Και θα μπορούσε να είχε καθαρίσει το παιχνίδι στις πολλές και μεγάλες χαμένες ευκαιρίες που είχε, με τους διεθνείς όμως να είναι άστοχοι στην τελική προσπάθεια. Ο Μάνταλος είχε δοκάρι με σουτ έξω από την περιοχή, ο Γιακουμάκης έστειλε την μπάλα έξω από τη μικρή περιοχή έπειτα από γύρισμα του Τζόλη, ο οποίος είχε τις δύο μεγαλύτερες ευκαιρίες της Εθνικής. Ένα τετ α τετ που έστειλε άουτ και ένα πλασέ από τη μικρή περιοχή, με την μπάλα να φεύγει ψηλά.

Μοναδικό ψεγάδι της Εθνικής στο πρώτο μέρος; Οι μεγάλες αποστάσεις της άμυνας με τη μεσαία γραμμή και το πόσο ευάλωτη έδειχνε την κόντρα επίθεση. Από μία τέτοια στο 35′ ο Μπένγκστον έχασε μεγάλη ευκαιρία, από μία τέτοια προήλθε και η ισοφάριση, όταν ο ίδιος παίκτης κέρδισε φάουλ από τον Σβάρνα. Ο Φιγκερόα εκτέλεσε, η μπάλα βρήκε στο τοίχος, στρώθηκε στον Ροντρίγκες που με σουτ από το ύψος της μεγάλης περιοχής ισοφάρισε σε 1-1.

«Καυτός» ο Παυλίδης

Οι αλλαγές του Φαν Σιπ, ο οποίος έριξε στο ματς Μασούρα, Λημνιό και Δουβίκα με την έναρξη του β’ μέρους δεν άλλαξαν την εικόνα της Εθνικής. Οι Έλληνες εξακολουθούσαν να έχουν τον έλεγχο του ρυθμού, να παίζουν ψηλά, να βάζουν την μπάλα κάτω και να έχουν πολλούς τρόπους να μπουν στην αντίπαλη περιοχή. Έφτασαν κοντά στο γκολ στο 54′, με τον Μεχίβα να σταματά τον Λημνιό σε πλαϊνό τετ α τετ, αλλά πέντε λεπτά αργότερα και πάλι ο Παυλίδης βρήκε δίχτυα.

Έπειτα από σέντρα του Μασούρα από τα αριστερά, ο Έλληνας επιθετικός σηκώθηκε στην περιοχή και με εξαιρετική κεφαλιά έστειλε την μπάλα στα δίχτυα για το 2-1. Η Εθνική συνέχισε να δημιουργεί πολλές στιγμές, είχε δύο ακόμα κλασικές ευκαιρίες με Δουβίκα και Μασούρα στο 60′ και στο 62′ αντίστοιχα, με την μπάλα να μην καταλήγει στα δίχτυα και στο τέλος παραλίγο να το πληρώσει.

Στην τελευταία φάση του αγώνα στο 93′ οι φιλοξενούμενοι άγγιξαν το 2-2 με κεφαλιά του Ροντρίγκες που έφυγε λίγο άουτ.

Ελλάδα (Τζον Φαν’τ Σχιπ): Διούδης, Μαυρίας, Σβάρνας, Μαυροπάνος, Κυριακόπουλος (78′ Αλεξανδρόπουλος), Σιώπης, Μάνταλος (83′ Μπακασέτας), Φορτούνης (46′ Λημνιός), Τζόλης (46′ Μασούρας), Παυλίδης (62′ Γιαννούλης), Γιακουμάκης (46′ Δουβίκας)

Ονδούρα (Φαμπιάν Κόιτο): Μεχίβα, Ροντρίγκες, Φιγκερόα, Περέιρα (46′ Λόπες), Αλβαρεζ, Μεχία (66′ Τόρο), Ακόστα (66′ Λόπεζ), Φλόρες, Μπένγκστον (66′ Βελάσκεζ), Ελις, Αβιλα