Την «αμετακίνητη βούληση φόνευσης της αντιζήλου της» και τον ανθρωποκτόνο δόλο περιγράφει ο εισαγγελέας Γιώργος Νούλης, ζητώντας παράλληλα την παραπομπή για απόπειρα ανθρωποκτονίας
«Η εισαγγελική πρόταση δικαιώνει την Ιωάννα ότι η κατηγορουμένη ένα σκοπό είχε εξ αρχής. Να την σκοτώσει. Η εμμονή χωρίς λόγο, η κατάστρωση του σχεδίου, η εκτέλεσή του αλλά και η μετέπειτα συμπεριφορά της δείχνουν ότι την ανθρωποκτόνο πρόθεση. Ακόμα και τη στιγμή της απολογίας της δεν έδωσε απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα. Ήταν μία προσχηματική δήλωση με την οποία παραδέχτηκε μόνο αυτά τα οποία δεν μπορούσε να αρνηθεί. Δεν είχε ψήγμα εντιμότητας και ανθρωπιάς αντιθέτως ζητούσε δεύτερη ευκαιρία και δίκαιη δίκη διεκδικώντας μόνο τα δικά της δικαιώματα. Θέλετε να σας πω τι μου κάνει εντύπωση σε αυτή την υπόθεση; Ο ψυχρός ορθολογισμός της κατηγορουμένης ακόμα και τώρα ,ένα χρόνο μετά την πράξη. Αλήθεια αν την συναντούσε τι θα της έλεγε; Η ζωή της Ιωάννας άλλαξε για πάντα» δήλωσε o εκ των πληρεξουσίων δικηγόρων της Ιωάννας, κ. Νίκος Αλεξανδρής.
Τι περιγράφει ο εισαγγελέας
Σε περίπου 2.000 λέξεις ο εισαγγελέας περιγράφει λεπτομερώς το σχέδιο της κατηγορουμένης να αφαιρέσει τη ζωή της 35χρονης Ιωάννας που δέχθηκε την επίθεση τον Μάιο του 2020, αλλά και την γνωριμία των δύο γυναικών, την κοινή καταγωγή τους και τον άνδρα, η διεκδίκηση του οποίου έγινε εμμονή στην κατηγορουμένη και την οδήγησε στο έγκλημα.
«Η καταγωγή τους ήταν από γειτονικά χωριά, υπήρχε δε μεταξύ τους απλή γνωριμία από τα μαθητικά τους χρόνια λόγω φοίτησης στο ίδιο σχολείο. Δεν διατηρούσαν κοινωνικές επαφές, είχαν δε ως κοινό σύνδεσμο τη φιλία [και κουμπαριά] της αδελφής της κατηγορουμένης με την εξαδέλφη του θύματος. Η κατηγορουμένη διατηρούσε από το έτος 2018 γνωριμία και ελεύθερη – περιστασιακή ερωτική σχέση με το 40χρονο (…), που είχε παράλληλα επαφές -τουλάχιστον διά των μέσων κοινωνικής δικτύωσης- με το θύμα. Μάλιστα, η κατηγορουμένη ζήτησε επ’ αυτού εξηγήσεις μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος από το θύμα» εξηγεί ο εισαγγελέας.
To σημείο μηδέν
Ο κ. Νούλης τοποθετεί το σημείο «μηδέν» της υπόθεσης στις αρχές του 2020, όταν η 36χρονη θεώρησε «υπεύθυνη για την ατυχή εξέλιξη προσωπικής της σχέσης» την 35χρονη Ιωάννα. «Έκτοτε δε άρχισε να απεργάζεται σχέδιο εξόντωσης αυτής, τις κινήσεις της οποίας έθεσε υπό παρακολούθηση. Μάλιστα, κατελήφθη τέσσερις φορές – κατά το χρονικό διάστημα από 22-01-2020 έως τις αρχές Φεβρουάριου του ίδιου έτους – από γείτονες του θύματος στο Μοσχάτο, να περιφέρεται πλησίον της οικίας της με καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου της και να κατοπτεύει τους γύρωθεν χώρους. Την 27-01-2020 μαζί της έφερε και πλαστικό αντικείμενο που έμοιαζε «σαν νοσοκομειακός ορός»» αναφέρεται στην εισαγγελική πρόταση.
Κατά τον εισαγγελέα, όσο περνούσε ο καιρός, το μένος της κατηγορουμένης κατά της Ιωάννας μεγεθυνόταν και την ώθησε στην οριστική απόφαση εξολόθρευσης της. «Μετά δε συστηματική παρακολούθηση κατάφερε να εντοπίσει τα ωράρια μετακινήσεων και τον τόπο εργασίας της στην Καλλιθέα Αττικής, μεταβείσα επανειλημμένως εκεί. Μάλιστα, την 18-05-20 επισκέφθηκε συγκεκριμένο κατάστημα πώλησης φυτών και φυτοφαρμάκων στην Καλλιθέα και ζήτησε να προμηθευτεί θειικό οξύ» περιγράφει ο εισαγγελέας και συμπληρώνει ότι η κατηγορουμένη είχε αρχικά επιλέξει ως ημέρα επίθεσης την 19η Μαΐου 2020.
Η αποτυχημένη απόπειρα
Πριν το τελικό της χτύπημα, η 36χρονη αποπειράθηκε την προηγούμενη ακριβώς ημέρα να επιτεθεί, χωρίς επιτυχία. Είχε ζητήσει δε από τον οδηγό ταξί που είχε κλείσει μέσω εφαρμογής δηλώνοντας ομογενής από την Αμερική, να την περιμένει για περίπου 20 λεπτά σε σημείο κοντά στη δουλειά του θύματος. «Μετά την πάροδο 20λέπτου η κατηγορουμένη επανήλθε τρέχοντας και εμφανώς αγχωμένη ζήτησε από την οδηγό να την αποβιβάσει στην περιοχή του Μετς. Σημειωτέον ότι αυτή είχε καλύψει τα χαρακτηριστικά του προσώπου της με γυαλιά ηλίου και χειρουργική μάσκα, έφερε περούκα καστανού χρωματισμού, φορούσε καμπαρντίνα, γάντια και βαριά για την εποχή ενδύματα. Η κατηγορουμένη μετέβη τη συγκεκριμένη ημέρα στο σημείο προκειμένου να επιτεθεί με το οξύ στο θύμα. Πλην όμως για άγνωστο λόγο δεν την εκδήλωσε, προφανώς γιατί δεν έκρινε τις συνθήκες πρόσφορες προς τούτο».
Η «αμετακίνητη» -όπως χαρακτηρίζει ο εισαγγελέας- βούλησή της να πραγματοποιήσει αυτό που είχε αποφασίσει, την οδήγησε στο να μεταθέσει το σχέδιο της για την επόμενη ακριβώς ημέρα. Έτσι και έγινε, αφού έδωσε ξανά ραντεβού με το ταξί, με την ίδια αμφίεση μπήκε το πρωί της 20ης Μαΐου στο κτίριο γραφείων που εργαζόταν η Ιωάννα, κραδαίνοντας ένα δοχείο (σσ: η ίδια στην απολογία της έκανε λόγο για ποτήρι) που περιείχε μεγάλη ποσότητα από υγρό διάλυμα θειικού οξέος εξαιρετικά μεγάλης πυκνότητας.
«Κατέβηκε στον υπόγειο χώρο, κρύφτηκε και παραφύλαγε αναμένοντας την εμφάνιση της θανάσιμης εχθρού της. Όταν το θύμα εισήλθε στο ισόγειο και ενόσω ανέμενε την έλευση του ανελκυστήρα η κατηγορουμένη εμφανίστηκε αιφνιδιαστικά μπροστά της. Χωρίς να της απευθύνει καθόλου το λόγο την περιέλουσε ακαριαία από εγγύτατη απόσταση με μεγάλη ποσότητα του ως άνω λίαν τοξικού υγρού, στοχεύοντας κυρίως προς το πρόσωπό της. (…) Η δε κατηγορουμένη, επωφεληθείσα της αναταραχής από τις κραυγές της παθούσας και το πολυσύχναστο της κεντρικής οδού Ελ. Βενιζέλου, τη διέσχισε τρέχοντας, εισήλθε στο ως άνω ταξί που την ανέμενε και αφού επαναλήφθηκε η ίδια με τη χθεσινή διαδρομή αποβιβάστηκε και πάλι στην περιοχή του Μετς» αναφέρεται στην πρόταση.
«Θα μπορούσε να πεθάνει»
Την βεβαιότητά του εξέφρασε ο εισαγγελέας σχετικά το θανατηφόρο αποτέλεσμα που θα μπορούσε να επιφέρει η επίθεση αυτή στην Ιωάννα, σημειώνοντας ότι «από την πλήξη της με το εξαιρετικά επικίνδυνο ως άνω καυστικό υγρό, ενόψει της ποσότητας που δέχθηκε και της πυκνότητας της σύστασης του η παθούσα θα μπορούσε να έχει καταλήξει συνεπεία της σοβαρής έκθεσής της στη διαβρωτική των ιστών δράση του.(…) Τα εγκαύματα που υπέστη το θύμα ήταν βαρύτατα, ενώ λόγω της έκλυσης ατμών κατά την επαφή του θειικού οξέος με το δέρμα [εξωθερμική αντίδραση] υπήρξε σοβαρότατη πιθανότητα η παθούσα να εισπνεύσει τους παραχθέντες ατμούς από τη μύτη ή το στόμα, με άμεσο κίνδυνο ζωής της λόγω καταστροφής των πνευμόνων. Το αυτό επίσης και στην περίπτωση κατάποσης του, λόγω θανατηφόρας διάβρωσης του οισοφάγου ή των μεγάλων αγγείων του τραχήλου, εξαιτίας της εις βάθος δράσης του οξέος και της εσωτερικής αιμορραγίας που προκαλεί».
Πέντε βασικά σημεία εντοπίζει ο εισαγγελικός λειτουργός, τα οποία κατατείνουν στο ότι το αδίκημα για οποίο πρέπει να παραπεμφθεί η κατηγορουμένη είναι αυτό της απόπειρας ανθρωποκτονίας, και όχι αυτό της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, που επικαλείται η 36χρονη. Ο ανθρωποκτόνος δόλος -κατά τον εισαγγελέα- συνάγεται : α] από το μέσο της επίθεσης, ήτοι καυστική χημική ουσία μεγάλης επικινδυνότητας β] από τη σοβαρή ποσότητα αυτής που έριψε κατά της παθούσας και την μεγάλη πυκνότητα της σύστασής της, που την καθιστούσε επαρκή για τη θανάτωση της τελευταίας σε περίπτωση κατάποσης ή εισπνοής της γ] από την εγγύτητα και την ορμή της εκδήλωσης της επίθεσής της δ] από τα ζωτικά σημεία του σώματος του θύματος στα οποίο το έπληξε (στοματική κοιλότητα, αναπνευστικές οδοί, οφθαλμοί, πρόσωπο) και ε] από την τελικώς επελθούσα βλάβη σε καίρια όργανα αυτού.
Μάλιστα, από τη συμπεριφορά της κατηγορουμένης συνάγεται και το στοιχείο της ήρεμης ψυχικής κατάστασης στην οποία τελούσε κατά την επίθεση σε βάρος του θύματος. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Νούλης, αυτό γίνεται εμφανές «από τη μεθοδική εξύφανση και την υπολογισμένη εκτέλεση του όλου εγκληματικού της σχεδίου αλλά και των κινήτρων εκδήλωσής του (εχθροπάθεια και εκδικητική διάθεση λόγω προφανούς ερωτικής αντιζηλίας)». Παρά τον ισχυρισμό της κατά την συμπληρωματική της απολογία ότι σκοπός της ήταν μόνον η πρόκληση σωματικών βλαβών στην παθούσα και όχι η φόνευσή της, «ο ισχυρισμός της αυτός είναι παντελώς αβάσιμος και έωλος, καθόσον τα στοιχεία θεμελίωσης του ανθρωποκτόνου δόλου της επιφέρουν την ανενδοίαστη κατάρριψη του».
«Αποτελεί σοβαρή απειλή για την έννομη τάξη»
Ο ανθρωποκτόνος δόλος της καταδεικνύεται από την κατάστρωση λεπτομερούς εγκληματικού σχεδίου, την ενέδρα που της έστησε, την ποσότητα του καυστικού υγρού που επαρκούσε για τη θανάτωση της, την παράλλαξη της εξωτερικής της εμφάνισης, την έλλειψη αφορμής για την πράξη, αλλά και το γεγονός ότι τέλεσε την πράξη της και συνέχισε τη ζωή της σαν να μην συμβαίνει τίποτα» περιγράφει ο εισαγγελέας, συμπληρώνοντας πως «αν αυτή αφεθεί ελεύθερη μετά τη συμπλήρωση του 12μήνου προσωρινής κράτησης της καθίσταται σφόδρα πιθανή η από μέρους της διάπραξη και άλλων αντίστοιχης βαρύτητας εγκλημάτων, αφού ανενδοίαστα συνάγεται ότι αυτή αποτελεί σοβαρή απειλή για την έννομη τάξη, λόγω της ευκολίας, της μεθοδικότητας και της ψυχρότητας με την οποία προχώρησε στο σχεδίασμά και την τέλεση του κακουργήματος που της αποδίδεται».