Πολλοί είναι εκείνοι που εμφανίζονται επιφυλακτικοί για την πορεία των επενδύσεων στην ελληνική οικονομία μετά το πέρας του Ταμείου Ανάκαμψης. η ισχύς του οποίου εκπνέει το 2026.
Ένα από τα βασικά επίδικα άλλωστε αποτελεί η κάλυψη του επενδυτικού κενού της ελληνικής οικονομίας, κάτι στο οποίο αναφέρεται και το Γραφείο Προϋπολογισμού στην έκθεση που δημοσιοποίησε πρόσφατα.
Όπως σημειώνει, παρά το γεγονός ότι αυτό έχει περιοριστεί στο 5,4% το 2023 από το σχεδόν διπλάσιο 10,7% το 2019, είναι ακόμη σχετικά υψηλό και ο στόχος πρέπει να είναι ο περιορισμός του και η σύγκλιση του λόγου επενδύσεων/ΑΕΠ με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό.
Ο δεύτερος λόγος στηρίζεται στη διεθνή βιβλιογραφία που συμπεραίνει ότι λιγότερη αβεβαιότητα (μεγαλύτερη σταθερότητα) έχει θετικές επιπτώσεις στις επενδύσεις και την ανάπτυξη, και μειωτικές στο επενδυτικό κενό.
Η θετική σχέση μεταξύ αβεβαιότητας και επενδυτικού κενού για την Ελλάδα, που είναι συμβατή με τη διεθνή βιβλιογραφία, έχει ένα σημαντικό και ξεκάθαρο μήνυμα πολιτικής: η (οικονομική και πολιτική) σταθερότητα στην Ελλάδα συνδέεται με τον περιορισμό του επενδυτικού κενού, με το Γραφείο να θεωρεί ότι λειτουργεί ως αναγκαία συνθήκη για την επίτευξη του στόχου της μείωσής του.
Συνεχίζοντας στις προτάσεις πολιτικής το Γραφείο Προϋπολογισμού, η εφαρμοζόμενη πολιτική φορολογικής συμμόρφωσης θα πρέπει να συνεχισθεί, στοχεύοντας στην όσο το δυνατό πιο ‘ορθή’ ιεράρχηση (ranking) εστιών φορολογικής παραβατικότητας. Για την αποτελεσματικότερη επίτευξη αυτού του στόχου, αλγόριθμοι μεγάλων δεδομένων (random forests, boosting, support vector machines, neural networks) μπορούν να βοηθήσουν, διευκολύνοντας τον αποτελεσματικό στρατηγικό σχεδιασμό στοχευμένων ελέγχων.
Ελληνική οικονομία: Το θέμα των επενδύσεων
Ζητούμενο αποτελούν και οι επενδύσεις. Οι προβλέψεις για την μεγέθυνση των συνολικών επενδύσεων (δημοσίων και ιδιωτικών) στην Ελλάδα – τόσο των διεθνών όσο και εγχώριων οργανισμών – είναι θετικές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Φθινοπωρινές Προβλέψεις (Νοέμβριος 2024) για την Ελλάδα εκτιμά μεγέθυνση των συνολικών επενδύσεων της τάξεως του 7,4% για το 2024, του 8,9% για το 2025 και του 7,1% για το 2026, προβλέψεις αρκετά υψηλότερες από τις αντίστοιχες για την Ευρωζώνη (-1,9% για το 2024, 1,8% για το 2025 και 2,5% για το 2026).
Παρόμοιες είναι και οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ στην Οικονομική Επισκόπηση για το 2024 (Δεκέμβριος 2024), με τον οργανισμό να προβλέπει για την Ελλάδα ρυθμό μεγέθυνσης των συνολικών επενδύσεων κατά 7,5% το 2024, 8,8% για το 2025 και 9,5% το 2026, προβλέψεις αρκετά υψηλότερες από αυτές για την Ευρωζώνη (-1,8% για το 2024, 0,8% για το 2025 και 2,0% για το 2026).
Τι θα συμβεί μετά
Φθηνότερη και ευκολότερη χρηματοδότηση και στροφή στην καινοτομία, είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της ανοδικής πορείας των επενδύσεων, τα χρόνια μετά το 2026.
Η πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα (Δεκέμβριος, 2024) αναδεικνύει σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στην ικανότητά τους να καινοτομούν και να αναπτύσσονται.
Παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις στις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον, οι ελληνικές επιχειρήσεις, και ιδιαίτερα οι μικρές και οι μικρομεσαίες, υστερούν στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών και στην αύξηση της παραγωγικότητας.
Οι επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη
Οι επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη (R& D) παραμένουν κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ, αν και έχει παρατηρηθεί κάποια ανάκαμψη στις επιχειρηματικές επενδύσεις, η υιοθέτηση ψηφιακών τεχνολογιών από τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις είναι ακόμα σχετικά αργή.
Η έκθεση επισημαίνει ότι υπάρχει υψηλή συγκέντρωση μικρών επιχειρήσεων, κάτι που περιορίζει τα κέρδη παραγωγικότητας και τη συνολική δυναμική των επιχειρήσεων. Αυτές οι δομικές προκλήσεις, σε συνδυασμό με τη μειωμένη ανταγωνιστικότητα σε κάποιους τομείς, αποτελούν εμπόδια στην ανάπτυξη και την καινοτομία των ελληνικών επιχειρήσεων.