Σε δύο εβδομάδες από σήμερα οι κάλπες στις 50 πολιτείες των ΗΠΑ θα είναι έτοιμες και τα εκλογικά κέντρα θα βρίσκονται σε αναμονή προκειμένου να ανοίξουν τις πόρτες τους και να δώσουν την ευκαιρία σε περισσότερα από 240 εκατομμύρια Αμερικανούς να κάνουν μία από τις πλέον κρίσιμες επιλογές τόσο για την χώρα τους όσο και για τον υπόλοιπο κόσμο.

Παραδοσιακά οι δύο τελευταίες εβδομάδες διαδραματίζουν ρόλο ειδικά στην «δεξαμενή» των αναποφάσιστων, αν και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των περισσότερων ερευνών αυτή η «λεπτομέρεια» δεν περιγράφεται και δεν αναλύεται όσο θα έπρεπε.

Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι έχουν υπολογίσει πλέον «φίλους» κι «εχθρούς» έχουν συλλέξει τεράστια ποσά από δωρεές και το «παιχνίδι» βρίσκεται στην τελική ευθεία.

Το σκηνικό της μάχης έχει στηθεί, κι αν για πολλούς έχει πολλές ομοιότητες με τις προηγούμενες εκλογές του 2020 με επτά και πάλι πολιτείες «κλειδιά», αυτή τη φορά οι ιδιαιτερότητες και κυρίως το διακύβευμα είναι μεγαλύτερο.


Η πόλωση των τελευταίων 3, τουλάχιστον, ετών έχει αυτή την περίοδο όχι μόνο την ευκαιρία αλλά και τη νομιμοποίηση να εκφραστεί και αυτό από μόνο του αναμένεται να παράξει σημαντικά δεδομένα.

Με βάση τα στοιχεία που δημοσιεύονται καθημερινά μπορούμε από σήμερα να αποκτήσουμε μία εικόνα για το πόσο θα κορυφωθεί η ένταση στις ΗΠΑ την 5η Νοεμβρίου.

Κάμαλα Χάρις και Ντόναλντ Τραμπ διαγκωνίζονται σε πολλαπλά επίπεδα, με τις αμερικανικές ανησυχίες να μην περιορίζονται μόνο στην οικονομία και τη μετανάστευση και τις «κρίσιμες» εκλογικές ομάδες να είναι σε αυτές τις εκλογές περισσότερες ακόμη και από την δεκαετία των ‘60.

Τα δεδομένα – δημοσκοπικά – δείχνουν μία διαρκή εναλλαγή ανάμεσα σε κόκκινο και μπλε μία τάση που αποτυπώνεται με τον πλέον διακριτό τρόπο στις επτά πολιτείες που θα «δώσουν»Πρόεδρο στη χώρα.

Οι διαφορές σε αυτές τις κρίσιμες πολιτείες είναι απειροελάχιστες και το σημαντικότερο σε κάποιες από αυτές έχουν ήδη καταγραφεί περισσότερες από δύο αλλαγές τους τρεις τελευταίους μήνες στα ηνία.

Ένας σημαντικός παράγοντας, τουλάχιστον για την επικράτηση σε Εθνικό επίπεδο – στο σύνολο δηλαδή των καταμετρημένων έγκυρων στη χώρα – είναι η επιστολική ψήφος.

Περισσότερα από 17 εκατομμύρια Αμερικανοί πολίτες μέχρι σήμερα έχουν κάνει την επιλογή τους και σε αυτό το κομμάτι οι Δημοκρατικοί φαίνεται πως θα έχουν το «πάνω» χέρι όπως και με τον Τζο Μπάιντεν το 2020.


Χθεσινή έρευνα από την Ipsos δείχνει πως μετά από αρκετό καιρό στην κορυφή της λίστας με τις αμερικανικές ανησυχίες επέστρεψαν «αγκαζέ» τόσο η οικονομία όσο και το μεταναστευτικό.

Αυτό δεν είναι καλή είδηση για το στρατόπεδο της Αντιπροέδρου Χάρις καθώς αυτά τα δύο ζητήματα είναι που την φέρνουν αρκετά πίσω από τον Ντόναλντ Τραμπ.

Στην συγκεκριμένη έρευνα μάλιστα στο ερώτημα «ποιος είναι ο καταλληλότερος να χειριστεί την οικονομία και την παράνομη μετανάστευση» ο 45ος Πρόεδρος των ΗΠΑ προηγείται με σχεδόν διψήφια διαφορά.

Ανησυχητικά είναι όμως τα ευρήματα συνολικά για τις ΗΠΑ από την δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Religion Research που διενεργήθηκε σε συνεργασία με το Ίδρυμα Brookings.

Στη συγκεκριμένη έρευνα ένας στους πέντε ερωτηθέντες που τάσσονται υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει πως εάν ο πρώην Πρόεδρος ηττηθεί ξανά θα πρέπει επίσημα και ανοιχτά να «αμφισβητήσει» το αποτέλεσμα των εκλογών.

Το 20% είναι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό ειδικά σε μία χώρα που μόλις τρία χρόνια πριν έζησε μία από τις πιο μαύρες στιγμές της Δημοκρατίας της με την εισβολή στο Καπιτώλιο και το χάος που προκλήθηκε.

«Κλείστε τον μέσα»

Ο Τζο Μπάιντεν έκανε, αυτοσχεδιάζοντας, ιδιαίτερα λεπτή πολιτική τοποθέτηση χθες Τρίτη, δηλώνοντας πως για να αποτραπεί η εφαρμογή του ριζοσπαστικού δεξιού προγράμματος του Ντόναλντ Τραμπ «πρέπει να τον κλείσουμε μέσα».

«Πολιτικά να τον κλείσουμε μέσα», έσπευσε αμέσως να διορθώσει ο Δημοκρατικός πρόεδρος, επευφημούμενος από παρόντες σε γραφείο της προεκλογικής εκστρατείας της αντιπροέδρου του και υποψήφιας του κόμματός του για την προεδρία, της Κάμαλας Χάρις, στο Νιου Χάμσιρ.

Γενικά, ο Λευκός Οίκος έχει φανεί εξαιρετικά διακριτικός όσον αφορά τις διάφορες εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις του κ. Τραμπ, του Ρεπουμπλικάνου πρώην προέδρου και υποψηφίου για νέα θητεία την 5η Νοεμβρίου.

Όταν ο κ. Τραμπ αναμετρήθηκε με τη Χίλαρι Κλίντον, το 2016, ο μεγιστάνας απαιτούσε συχνά σε προεκλογικές συγκεντρώσεις του να διενεργηθεί έρευνα σε βάρος της Δημοκρατικής αντιπάλου του και να φυλακιστεί, με οπαδούς του να κραυγάζουν «κλείστε τη μέσα!» – την εποχή, είχε γίνει λόγος για ρήξη με τα αμερικανικά πολιτικά ήθη.

Η ομάδα που διεξάγει την εκστρατεία του Ρεπουμπλικάνου έσπευσε να αδράξει την ευκαιρία που του πρόσφερε η δήλωση του απερχόμενου προέδρου Μπάιντεν να επιτεθεί στο Δημοκρατικό κόμμα.

«Ο Τζο Μπάιντεν μόλις παραδέχθηκε την αλήθεια: το σχέδιο του κι αυτό της Κάμαλας (σ.σ. Χάρις) ήταν πάντα ο πολιτικός διωγμός του αντιπάλου τους, του (σ.σ. πρώην) προέδρου Τραμπ, διότι δεν μπορούν να τον νικήσουν» καθαρά, υποστήριξε η Κάρολαϊν Λίβιτ, εκπρόσωπος της εκστρατείας του Ρεπουμπλικάνου.

Σε κάποιες από τις προεκλογικές συγκεντρώσεις της κυρίας Χάρις, οπαδοί της φώναξαν «κλείστε τον μέσα!». Όμως η αντιπρόεδρος δεν άργησε να αντιδράσει: «Για μισό λεπτό», είπε κατά τη διάρκεια εμφάνισής της στις αρχές του τρέχοντα μήνα.

Προτού συμπληρώσει: «Με αυτό θα ασχοληθούν θα δικαστήρια. Εμείς ας ασχοληθούμε με τον Νοέμβριο, σύμφωνοι;».

Ενώ πλέον δεν απομένουν ούτε δυο εβδομάδες ως τις εκλογές, οι δημοσκοπήσεις συνεχίζουν πάντα να προοιωνίζονται εξαιρετικά αμφίρροπη μάχη ανάμεσα στον Ντόναλντ Τραμπ και στην Κάμαλα Χάρις.

Τραμπ: «Η Γερμανία σχεδόν καταστράφηκε εξαιτίας της έμφασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας»

Ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος για την προεδρία των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έβαλε στο στόχαστρο τις ανεμογεννήτριες και τις μεγάλες εκτάσεις με φωτοβολταϊκά πλαίσια κατά τη διάρκεια προεκλογικής ομιλίας του στη Φλόριντα χθες Τρίτη, αναφερόμενος στη Γερμανία εν είδει παραδείγματος προς αποφυγή.

«Αυτοί (σ.σ. η Γερμανία) γέμισαν τον τόπο με ανεμογεννήτριες, και δεν φύσαγε και τόσος πολύς αέρας», είπε σαρκαστικά ο μεγιστάνας. «Κι αν συνέχισαν αυτή τη διαδικασία, η Γερμανία τώρα μάλλον θα έχει χρεοκοπήσει», πρόσθεσε.

Ο κ. Τραμπ υποστήριξε πως αυτός ήταν ένας από τους λόγους που αποχώρησε από την καγκελαρία η Άγγελα Μέρκελ, χωρίς να εξηγήσει πώς ακριβώς εξήγαγε το συγκεκριμένο συμπέρασμα.

Έπειτα από 16 χρόνια στην ηγεσία της γερμανικής κυβέρνησης, η κεντροδεξιά καγκελάριος αποφάσισε να αποσυρθεί από την πολιτική κι εγκατέλειψε το αξίωμα στα τέλη του 2021.

Ο Ντόναλντ Τραμπ τάσσεται εδώ και χρόνια υπέρ της αμφιλεγόμενης μεθόδου της υδραυλικής ρωγμάτωσης (fracking) για την εξόρυξη υδρογονανθράκων, ενώ η Δημοκρατική αντίπαλός του, η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις, είναι επιφυλακτική.

Ο Ρεπουμπλικάνος κατηγόρησε ξανά την κυβέρνηση του απερχόμενου προέδρου Τζο Μπάιντεν και το Δημοκρατικό κόμμα πως πολεμούν την αξιοποίηση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στο υπέδαφος, ενώ, κατ’ αυτόν, «η Γερμανία το ξεπέρασε» αφού «σχεδόν καταστράφηκε».

Αν και η κυρία Χάρις παλαιότερα τασσόταν εναντίον της μεθόδου fracking, πλέον διαβεβαιώνει πως δεν θα απαγορεύσει τη χρήση της, κάτι που συνεχίζει να αμφισβητεί ο κ. Τραμπ, με προφανή σκοπό να εξασφαλίσει πολιτικούς πόντους ειδικά στην Πενσιλβάνια, όπου χρησιμοποιείται ευρέως, δύο εβδομάδες πριν διεξαχθούν οι εκλογές του Νοεμβρίου.

Ακόμη, ο κ. Τραμπ επέκρινε τις μεγάλες εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών πλαισίων, που είναι «όλο ατσάλι και γυαλί και καλώδια», μοιάζουν «σαν την κόλαση».

Είπε πάντως πως δεν αντιτίθεται σε μικρότερες εγκαταστάσεις, για παράδειγμα σε οροφές σπιτιών.

Παρ’ όλα όσα ισχυρίστηκε ο μεγιστάνας, η Γερμανία συνεχίζει να δίνει τεράστια έμφαση στην αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας· σύμφωνα με δεδομένα της Destatis, της γερμανικής στατιστικής υπηρεσίας, το 2023 οι αιολικές εγκαταστάσεις συνεισέφεραν σχεδόν 27% και οι φωτοβολταϊκές σχεδόν 12% στο ενεργειακό μίγμα της χώρας, ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2024 οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειες συνεισέφεραν το 65% του μίγματος (η αιολική το 34,1%), ποσοστό χωρίς ιστορικό προηγούμενο, κατά το ινστιτούτο Fraunhofer.

Διαβάστε ακόμη: