Ένοχος κρίθηκε 47χρονος άντρας στη Βρετανία για την δολοφονία του συγκατοίκου του τον οποίο τεμάχισε μετά σε 27 κομμάτια.

 

Όπως αναφέρει ο ιστότοπος Sky News, πρόκειται για τον 42χρονο Μαρσίν Μαγιερκίεβιτς, ο οποίος σκότωσε τον 67χρονο Στούαρτ Έβερετ με ένα σφυρί προτού τον διαμελίσει χρησιμοποιώντας ένα σιδηροπρίονο στο σπίτι τους, τη νύχτα μεταξύ 27 και 28 Μαρτίου 2024.

 

Ο 42χρονος, έγδαρε το πρόσωπο του Έβερετ προτού μεταφέρει τα μέλη του σώματός του σε αρκετές διαδρομές με λεωφορείο στο ευρύτερο Μάντσεστερ, προκειμένου να ξεφορτωθεί τα αποδεικτικά στοιχεία. Οι Αρχές ανακάλυψαν τον κορμό του θύματος στο φυσικό καταφύγιο Kersal Dale στο Σάλφορντ στις 4 Απριλίου.

 

Οι αστυνομικοί εξέτασαν το υλικό από κάμερες κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης της περιοχής και είδαν έναν άνδρα να μπαίνει σε μια δασώδη περιοχή του καταφυγίου με μια βαριά μπλε τσάντα – ενώ αργότερα εξήλθε από το χώρο χωρίς αυτήν. Τρεις εβδομάδες αργότερα, ένας αξιωματικός που ασχολούνταν με την υπόθεση πέρασε τυχαία δίπλα από τον Μαγιερκίεβιτς – συνειδητοποιώντας ότι έμοιαζε με τον ύποπτο από την κάμερα.

 

Όταν η αστυνομία τον συνέλαβε και ερεύνησε τη διεύθυνση, όπου ο 42χρονος είχε μετακομίσει το 2017, βρήκε κηλίδες αίματος στο υπνοδωμάτιό του – γεγονός που υποδηλώνει ότι είχε επιτεθεί στο θύμα του εκεί.

Μόνο το ένα τρίτο του σώματος του θύματος του 67χρονου βρέθηκε από τους αστυνομικούς

Άλλα λείψανα βρέθηκαν σε πέντε φυσικές περιοχές, όπως το Linnyshaw Colliery Woods, το Blackleach Reservoir, το Worsley Woods και το Boggart Hole Clough. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι μόνο το ένα τρίτο του σώματός του 67χρονου έχει ανακτηθεί.

 

Υπήρξαν συνολικά 15 σημεία, στα οποία ο 42χρονος πέταξε το πτώμα του Έβερετ, συμπεριλαμβανομένου ενός στην πλευρά του καναλιού κοντά στο σπίτι των ανδρών.

 

Την Παρασκευή, οι ένορκοι χρειάστηκαν λιγότερο από δύο ώρες για να καταδικάσουν τον Μαγιερκίεβιτς, ο οποίος γεννήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο από Πολωνούς γονείς και μεγάλωσε στο Ντέρμπι.

 

O ίδιος αρνήθηκε την ενοχή του.

«Δεν υπάρχει σαφές κίνητρο για τη δολοφονία»

Μιλώντας μετά την υπόθεση, ο επιθεωρητής Λιούι Χιούις δήλωσε: «Ο Μαγιερκίεβιτς έχει μια εμμονή με τον τρόμο και το αίμα, όπως γνωρίζουμε από το ιστορικό των αναζητήσεών του, τα βίντεο που παρακολουθεί και τα τατουάζ του. Δεν ξέρουμε γιατί αφαίρεσε το πρόσωπο (του 67χρονου), αν είναι κάτι, ένα είδος παράξενης φαντασίωσης ή συμπεριφοράς ή είναι απλώς μια προσπάθεια να αποκρύψει την αναγνώριση, δεν ξέρουμε».

«Δεν έχουμε επιβεβαιώσει κάποιο σαφές κίνητρο, όλα αυτά είναι σχετικοί παράγοντες για το τι μπορεί να συνέβαινε, οικονομικά ζητήματα, χρέη, προβλήματα πληρωμής των λογαριασμών, ενδεχομένως σχέση μεταξύ των δύο τους», συνεχίζει.  Σημειώνεται ότι ο Μαγιερκίεβιτς ήταν άνεργος όταν διέπραξε τα εγκλήματά του και είχε χρέη ύψους 60.000 λιρών, όπως ειπώθηκε στη δίκη του.

 

Το 67χρονο θύμα γνώρισε τον δολοφόνο του όταν δίδασκε αγγλικά σε πρόσφατα αφιχθέντες Πολωνούς μετανάστες. Ήταν άγαμος και δεν είχε παιδιά. Η οικογένειά του δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι ήταν νεκρός – καθώς ο Μαγιερκίεβιτς είχε πάρει το κινητό του τηλέφωνο για να στέλνει μηνύματα, ακόμα και μία κάρτα γενεθλίων στους συγγενείς του, προκειμένου να προσποιηθεί ότι ο 67χρονος ήταν ακόμη ζωντανός.

 

Αρχικά, κατηγορούμενος για την υπόθεση ήταν ο τρίτος ένοικος του διαμερίσματός τους, ένας 68χρονος.

 

Ευχαριστώντας τους ενόρκους στη συνέχεια, ο δικαστής, Τζάστις Κάβανο, τους απάλλαξε από την υπηρεσία των ενόρκων για τα επόμενα πέντε χρόνια, καθώς η υπόθεση ήταν ιδιαίτερα τραυματική.