Η Δήμητρα Ματσούκα παραχώρησε συνέντευξη στο περιοδικό «ΟΚ!» και εξομολογήθηκε ότι έφτασε σε σημείο να μην θέλει τη σέξι πλευρά της. Παράλληλα, αναφέρθηκε στα όνειρά της και εξήγησε ποια χαρακτηριστικά στους άλλους ανθρώπους δεν της αρέσουν.
Δήμητρα, έκανες πραγματικότητα τα όνειρά σου;
«Όχι, δεν έκανα πραγματικότητα τα όνειρά μου. Κι έτσι έχω ακόμα πράγματα να ονειρεύομαι. Αυτό λένε πως είναι ευλογία»
Πες μου ένα από αυτά τα όνειρα.
«Ήθελα πάντα ένα μικρό σπίτι μέσα στα δέντρα ή δίπλα στη θάλασσα. Να μη βλέπω κανένα κτίριο μπροστά».
Πίστευες τότε ότι θα γινόσουν τόσο γρήγορα αυτό που λέμε «πρώτο όνομα» και θα παρέμενες περιζήτητη είκοσι χρόνια μετά;
«Το πίστευα μέσα μου, αλλά όχι με τη συγκεκριμένη δουλειά (σ.σ. το σίριαλ «Κάτι Τρέχει με τους Δίπλα»). Το αντίθετο βασικά. Ήμουν σίγουρη ότι δεν θα τη δει κανείς, αλλά εγώ θα μάθαινα κάτι από κωμωδία, αφού στη σχολή μόνο δραματικούς ρόλους μου έδιναν».
Η επιτυχία αυτή συνοδεύτηκε από τίμημα; Σε ρωτάω γιατί κάποια περίοδο είχα την αίσθηση –που μπορεί να ήταν και λάθος– ότι προσπαθούσες με κάθε τρόπο να απομακρυνθείς από τη σέξι και μοιραία εικόνα που σου είχαν προσδώσει τα Μέσα.
«Όχι μόνο τα Μέσα, αλλά και δυο-τρεις ρόλοι. Και οι φωτογραφίσεις για αυτούς τους ρόλους στα περιοδικά, που τότε βασίζονταν σε ξένα εξώφυλλα ηθοποιών, που όλοι θαυμάζαμε και τις έκλεινε το εκάστοτε κανάλι που φιλοξενούσε την όποια σειρά. Και βέβαια μου την προσέδωσε –όπως λες– κι αυτό που ήμουν από τη φύση μου, η εμφάνισή μου, η φωνή μου, το βάδισμά μου – ό,τι τέλος πάντων ήμουν. Αυτό ήταν το τίμημα. Έφτασα στο σημείο να λυπάμαι για ό,τι ήμουν. Ευτυχώς ήρθε η εποχή του Instagram, που με απάλλαξε από όποια ενοχή είχα. Βλέποντας γυναίκες –μικρές και μεγάλες, όμορφες ή όχι, με παιδιά ή άνευ, καλλιτέχνες ή μπα, ποιοτικές ή όχι να προσπαθούν κατ’ εξακολούθηση να δείξουν ωραίες και ερωτικές και, βέβαια, να έχουν κάθε δικαίωμα να το κάνουν, μου φάνηκε συμπαθής η περίπτωσή μου. Άλλωστε, ό,τι συνέβη, συνέβη χωρίς προσπάθεια ή τακτική. Επιτέλους αισθάνομαι ανακουφισμένη και ήσυχη.
Ζούμε πια σε μία πιο ελεύθερη, πιο απενεχοποιημένη εποχή. Κάποτε ήταν οι εξ επαγγέλματος δημόσια προβεβλημένοι, τώρα είμαστε όλοι, και μάλιστα οικειοθελώς, επιλέγοντας οι ίδιοι τον τρόπο, χωρίς να μας αναγκάζουν επαγγελματικοί λόγοι. Τώρα ένας κόσμος είμαστε κυριολεκτικά όλος ο πλανήτης! Και στα καλά –ελευθερία, ή έστω σημαντικά βήματα προς αυτήν, και βέβαια την αποδοχή της φύσης μας– και στα τραγικά –κλιματική κρίση, πανδημίες- και στα φρικτά – ναρκισσισμός, υποκρισία, ιδιοτέλεια και σαχλαμάρα»
Τι είναι χειρότερο από αυτά για σένα;
«Η ιδιοτέλεια. Με φοβίζουν οι άνθρωποι που λειτουργούν βάσει του προσωπικού τους συμφέροντος και μόνο».
Πολύ πρόσφατα η Τζένιφερ Άνιστον μίλησε λίγο θυμωμένα για όλους εκείνους που τη ρωτούσαν ή αναρωτιόντουσαν δημόσια όλα αυτά τα χρόνια γιατί δεν έκανε παιδί. Μπορούμε πια να λέμε ότι αυτή είναι μια «ρατσιστική» ερώτηση;
«Ε, όχι. Είναι μάλλον αδιάκριτη».
Νιώθεις ότι είναι αρκετές οι φορές που δεν σε έχουν σεβαστεί τα Μέσα;
«Όχι πως δεν με έχουν σεβαστεί. Κανείς, ας πούμε, δεν με ρωτάει για την προσωπική μου ζωή, γιατί σέβονται τη διαχρονική επιθυμία μου να μη μιλάω για τέτοια. Απλώς κάποια βαθυκίτρινα Μέσα έχουν εφεύρει ιστορίες που δεν ίσχυαν, ώστε να πουλήσουν. Αλλά αυτό συμβαίνει σταθερά κάθε δυο-τρία χρόνια τα τελευταία είκοσι δύο χρόνια».
Έχεις πληγωθεί από σχόλια ή δημοσιεύματα; Το διαχειρίζεσαι διαφορετικά ωριμάζοντας;
«Πού και πού μηνύω κανέναν και φτου από την αρχή».
Έχεις κερδίσει ποτέ τέτοια μήνυση; Και στο λέω αυτό γιατί πολλοί συνάδελφοί σου θεωρούν ότι ποτέ δεν βγάζεις άκρη.
«Έχω κερδίσει, και μάλιστα τριάντα εκατομμύρια δραχμές. Δεν τα πήρα ποτέ τα χρήματα, αλλά το περιοδικό έκλεισε. Δεν είναι και λίγο».
Ο κόσμος πιστεύεις ότι ξέρει ποια είσαι πραγματικά ή ότι στην τελική δεν χρειάζεται να ξέρει;
«Εδώ δεν ξέρω εγώ ακριβώς, ποιος κόσμος; Και όχι, για τον κόσμο δεν πειράζει ούτε και θα έπρεπε να ξέρει, έτσι νομίζω. Εγώ όμως; Να κάτι που θα ήθελα να αλλάξω. Θα ήθελα να προσπαθήσω να υπάρχω με έναν πιο αυθεντικό τρόπο, λιγότερο μηχανικό. Θα ήθελα να με μάθω περισσότερο. Αυτό, ξέρετε, απαιτεί πολλή δουλειά και ακόμη περισσότερη προσοχή, παρατήρηση. Κάτι σαν αυτό που πια λέμε «mindfulness». Τελευταία κι αυτό με απασχολεί. Είναι τα απόνερα των lockdowns, μάλλον όλα αυτά. Ή απλώς είναι τα ωραία του να ωριμάζεις».