Όσοι χρησιμοποιούν τις εφαρμογές για ηλεκτρονικές πληρωμές μέσω smartphones ή άλλων φορητών συσκευών, χωρίς την φυσική χρήση χρεωστικής ή πιστωτικής κάρτας είναι λίγο πολύ εξοικειωμένοι με την έννοια του ηλεκτρονικού ή ψηφιακού πορτοφολιού, το οποίο, στην προκειμένη περίπτωση, παρακάμπτει την χρήση του σώματος της κάρτας και εκτελεί τη διαδικασία μίας πληρωμής ή χρέωσης λογαριασμού μόνο με την σάρωση (scanning) των στοιχείων του λογαριασμού του χρήστη που υπάρχουν αποθηκευμένα στην εφαρμογή.
Του Γεράσιμου Ζώτου
Ως γνωστόν, οι εφαρμογές αυτές παρέχουν περισσότερη ασφάλεια και ευελιξία καθώς για την ενεργοποίησή τους απαιτείται η χρήση κάποιου κωδικού, η αναγνώριση δακτυλικού αποτυπώματος ή ακόμη η αναγνώριση προσώπου ή της ίριδας του ματιού.
Οι εφαρμογές αυτές είναι διαθέσιμες τόσο για τους χρήστες Android όσο και iOS, ανάλογα δηλαδή με τον τύπο ή το λειτουργικό σύστημα της φορητής συσκευής ή του «έξυπνου κινητού τηλεφώνου» που χρησιμοποιούν.
Στη φιλοσοφία αυτή βασίζεται και το σύστημα digital id που σκοπεύει να εφαρμόσει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρόκειται για ένα μεγαλόπνοο εγχείρημα που απευθύνεται σε 450 εκατομύρια πολίτες στις 27 χώρες του ευρωπαϊκού «μπλοκ».
Η διαφορά έγκειται στο ότι, εκτός από ένα σύστημα πληρωμών ή χρεώσεων, το digital id θα δίνει πρόσβαση σε ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών, με τη μορφή εφαρμογής πάντα, το οποίο θα απευθύνεται στους πολίτες όλων των κρατών – μελών της Ε.Ε.
Σκοπός του digital id, δηλαδή της ψηφιακής ταυτότητας, είναι να μπορεί ο κάθε Ευρωπαίος πολίτης να έχει ασφαλή online πρόσβαση σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες. Στην ουσία, πρόκειται για ένα «ψηφιακό πορτοφόλι», μια εφαρμογή η οποία αποθηκεύει με ασφάλεια τα στοιχεία πληρωμής και τους κωδικούς πρόσβασης που αφορούν ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών, επιτρέποντας στους πολίτες και των 27 χωρών να συνδεθούν σε διάφορους ιστότοπους.
Έτσι, θα μπορούν να εξοφλούν λογαριασμούς υπηρεσιών κοινής ωφέλειας με την εισαγωγή μόνο των στοιχείων πρόσβασης που διαθέτουν για την εφαρμογή, ενώ για πρόσθετη ασφάλεια θα είναι δυνατή η πρόσβαση με δακτυλικό αποτύπωμα ή μέσω αναγνώρισης προσώπου, τις δύο προαναφερόμενες λειτουργίες που υποστηρίζει η συντριπτική πλειοψηφία των smartphones.
Στην ίδια εφαρμογή θα είναι ακόμα δυνατή η αποθήκευση επίσημων εγγράφων τα οποία ο πολίτης δεν θα χρειάζεται να μεταφέρει μαζί του, όπως για παράδειγμα, την αστυνομική ταυτότητα, την άδεια οδήγησης κ.λ.π. Ακόμη, το ψηφιακό πορτοφόλι θα επιτρέπει στους πολίτες της Ε.Ε. να ταυτοποιούνται ψηφιακά μεταξύ τους και να αποθηκεύουν στοιχεία ταυτότητας και επίσημα έγγραφα όπως ιατρικές συνταγές ή εκπαιδευτικούς τίτλους.
«Digital id»: Θα είναι υποχρεωτική η χρήση του;
Πηγές προσκείμενες στην Ε.Ε. διευκρινίζουν ότι η χρήση του ψηφιακού πορτοφολιού δεν θα είναι υποχρεωτική, όμως αυτοί που θα επιλέξουν τη χρήση του θα επωφεληθούν από ένα «ασφαλές ψηφιακό οικοσύστημα που προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία, ειδικά στην εποχή που θα ακολουθήσει μετά το τέλος της πανδημίας». Άλλα παραδείγματα χρήσης που αναφέρονται στον ιστότοπο της Ε.Ε. αφορούν την εγγραφή σε ξένα πανεπιστήμια, αλλά και το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού.
«Η νέα ψηφιακή ταυτότητα θα δώσει σε κάθε Ευρωπαίο τα κλειδιά για το ψηφιακό δίδυμό τους», δήλωσε ο Thierry Breton, επίτροπος της Ε.Ε. υπεύθυνος για την ψηφιακή πολιτική, σε σχετική ομιλία του στις αρχές του τρέχοντος έτους, όταν δόθηκαν στη δημοσιότητα περισσότερες πληροφορίες γύρω από το εγχείρημα.
Προκειμένου να προστατευθούν οι πολίτες, η Ε.Ε. θα θεσπίσει ένα σαφές πλαίσιο κανόνων, οι οποίοι θα εμποδίζουν εταιρίες που έχουν πρόσβαση σε δεδομένα χρηστών να τα χρησιμοποιούν για οποιαδήποτε άλλη εμπορική δραστηριότητα, όπως η προώθηση νέων προϊόντων.
Οι Βρυξέλλες, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες που δημοσίευσαν πρόσφατα οι Financial Times, συμμετέχουν ήδη σε συζητήσεις με κράτη – μέλη για την παροχή κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τα τεχνικά πρότυπα για την ανάπτυξη του ψηφιακού πορτοφολιού, το οποίο αναμένεται να είναι πλήρως λειτουργικό σε περίπου έναν χρόνο.
Το ψηφιακό πορτοφόλι της Ε.Ε. αποτελεί στην ουσία την επέκταση ενός συστήματος ηλεκτρονικής αναγνώρισης που βρίσκεται ήδη σε ισχύ στην Ε.Ε., έχοντας τύχει όμως μέτριας αποδοχής, καθώς μόλις 19 χώρες υλοποίησαν τα αναγκαία ψηφιακά αναγνωριστικά και χωρίς αυτά μάλιστα να είναι συμβατά μεταξύ τους. Πλέον η τελική απόφαση περνά στα κράτη μέλη τα οποία και θα αποφασίσουν πως θα εφαρμόσουν το νέο σύστημα.
Αξιωματούχοι της Ε.Ε. ευελπιστούν ότι η αυξημένη χρήση ψηφιακών εργαλείων στην εποχή της πανδημίας θα συμβάλλει στην ευρύτερη χρήση του νέου συστήματος, με την ευκολία πρόσβασης σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες να συνιστά ένα από τα κορυφαία πλεονεκτήματα.
Ένα από τα παραδείγματα χρήσης αφορά κάποιον που επιθυμεί να ενοικιάσει ένα αυτοκίνητο, ο οποίος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το ψηφιακό του πορτοφόλι προκειμένου να δημιουργήσει απομακρυσμένα ένα ψηφιακό κλειδί, ώστε να μπορέσει να οδηγήσει άμεσα το ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο, χωρίς να χρειάζεται να περιμένει σε κάποια ουρά στο αεροδρόμιο.
Τέλος, το ψηφιακό πορτοφόλι θα είναι «απλό, ασφαλές και θα προστατεύει τους ανθρώπους κατά την περιήγησή τους στο Διαδίκτυο» προσφέροντας τη δυνατότητα στους Ευρωπαίους πολίτες να αποφασίζουν αυτοί πόσες πληροφορίες διαμοιράζονται, κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωση της Google, του Facebook και στις εφαρμογές άλλων τεχνολογικών κολοσσών.
Ετοιμάζουν την «εργαλειοθήκη»
Με τις νέες ταυτότητες – πορτοφόλι, οι οποίες θα έχουν τη μορφή εφαρμογής ανάλογης εκείνων στα κινητά με λειτουργικό σύστημα Android ή το ανάλογο της Apple, οι πολίτες της Ε.Ε. θα έχουν διαθέσιμες, αυτόματα και υπηρεσίες στις οποίες η πρόσβαση θα ήταν αρκετά χρονοβόρα.
Έτσι, θα μπορούν να ενοικιάζουν αυτοκίνητα και εκτός της χώρας τους, να αποδεικνύουν την ηλικία τους, να κάνουν αίτηση για δάνειο, να ανοίγουν τραπεζικό λογαριασμό, να πραγματοποιούν φορολογική δήλωση ή να εγγράφονται σε πανεπιστήμιο.
Και όλα αυτά φυσικά με τη χρήση της φορητής τους συσκευής, η οποία αφενός θα ταυτοποιεί τον πολίτη και αφετέρου θα δίνει πρόσβαση των στοιχείων του στην υπηρεσία, ιδιωτική ή δημόσια, στην οποία απευθύνεται. Μάλιστα, η Κομισιόν, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, έχει θέσει ως στόχο να έχει καταλήξει στην «εργαλειοθήκη» που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εισαγωγή της εφαρμογής έως τον Οκτώβριο του 2022.