Eν μέσω της ενεργειακής ακρίβειας, της εκτόξευσης του πληθωρισμού και των σφοδρών ανατιμήσεων, το μόνο που έλειπε για να εντείνει τις συνθήκες ασφυξίας στην κοινωνία, ήταν μια έκρηξη απολύσεων. Αυτό το δυσμενές σενάριο είναι πιθανόν να πάρει σάρκα και οστά, μετά τον οριστικό τερματισμό του προγράμματος Συν-Εργασία, καθώς η κυβέρνηση δεν έδωσε σήμα για νέα παράταση.
Τυπικά ο τερματισμός του εν λόγω προγράμματος που ξεκίνησε πριν δύο χρόνια σημαίνει πως οι περίπου 30 με 32 χιλιάδες εργαζόμενοι που είχαν ενταθεί στον μηχανισμό, επιστρέφουν από την 1η Ιουνίου στο καθεστώς εργασίας της σύμβασής τους, λαμβάνοντας κανονικά και το επίδομα αδείας. Ουσιαστικά, όμως, όπως επισημαίνουν έγκριτοι εργατολόγοι, ο τερματισμός του μηχανισμού ανοίγει τον «Ασκό του Αιόλου» για μαζικές απολύσεις.
Αυτό συμβαίνει διότι οι επιχειρήσεις χάνουν την επιδότηση που αποτέλεσε ισχυρή στήριξη γι’ αυτές εδώ και δυο χρόνια, τη στιγμή μάλιστα που το λειτουργικό τους κόστος έχει εκτοξευθεί στα ύψη, λόγο της ενεργειακής ακρίβειας και των λοιπών «απόνερων» από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Εδώ και μήνες άλλωστε, εκπρόσωποι εργοδοτικών και εργατικών φορέων έχουν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου στην κυβέρνηση, προειδοποιώντας πως η διακοπή του προγράμματος ΣΥΝ-Εργασία θα αποτελέσει το εφαλτήριο για σωρεία απολύσεων, που θα εκτοξεύσει και πάλι την ανεργία.
Η στρατηγική απόφαση της κυβέρνησης, ωστόσο, ήταν να μην παρατείνει τον εν λόγω μηχανισμό μετά την 31η Μαΐου, επιλέγοντας να διοχετεύσει τους πόρους σε άλλα μέτρα στήριξης.
Η κυβέρνηση εκτιμά ότι ακόμη και αν προκύψει «ρεύμα» απολύσεων, υπάρχει η δυνατότητα άμεσης απορρόφησης σημαντικού αριθμού νέο-ανέργων, μιας και βρισκόμαστε στην αιχμή της τουριστικής περιόδου. Πρόκειται για την αισιόδοξη εκτίμηση, για το ευνοϊκό σενάριο που «πηγάζει» από το Μαξίμου και χρησιμοποιείται για να κατευνάσει τυχόν αντιδράσεις και να μετριάσει την ανησυχία όσων είναι άμεσα ενδιαφερόμενοι.
Να θυμίσουμε ότι στον μηχανισμό Συν-Εργασία είχαν ενταχθεί:
-Επιχειρήσεις και εργοδότες που λόγω πανδημίας έχουν μείωση του κύκλου εργασιών τους τουλάχιστον 20%
-Εργαζόμενοι που έχουν υποστεί μείωση των αποδοχών τους έως 50%, μετά από αντίστοιχη μείωση του χρόνου εργασίας τους.
Το κράτος επιδότησε το 60% της μείωσης των καθαρών αποδοχών τους. Επιπλέον κάλυψε το κομμάτι των ασφαλιστικών εισφορών (εργοδοτικών και εργατικών) που αντιστοιχεί στη μείωση των αποδοχών τους