Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πανδημικής κρίσης, παρατηρούμενο σε διεθνές επίπεδο και στην Ελλάδα, είναι η σημαντική αύξηση του ποσοστού αποταμίευσης των νοικοκυριών, η οποία αυξάνει το μερίδιο του χρηματοοικονομικού πλούτου που είναι περισσότερο ασφαλές και άμεσα ρευστοποιήσιμο, δηλαδή τις καταθέσεις, σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), σε ειδική ανάλυση για τον αντίκτυπο της πανδημίας στον πλούτο των νοικοκυριών στην Ελλάδα, που περιλαμβάνεται στην Έκθεση του Διοικητή.

Οι αυστηροί περιορισμοί που επιβλήθηκαν στην οικονομική δραστηριότητα για την ανάσχεση της εξάπλωσης της πανδημίας οδήγησαν σε αύξηση της αβεβαιότητας ως προς το μελλοντικό εισόδημα και την απασχόληση των νοικοκυριών και ταυτόχρονα σε συρρίκνωση των καταναλωτικών τους δαπανών.

Απόρροια των παραπάνω, συνδυαστικά με τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης του εισοδήματος και την αναστολή πληρωμής υποχρεώσεων των ευάλωτων νοικοκυριών, είναι ότι οι καταθέσεις ενισχύθηκαν σημαντικά για λόγους πρόνοιας, αλλά και αναγκαστικά.

Η άνοδος αυτή βελτιώνει τη χρηματοοικονομική ανθεκτικότητα των νοικοκυριών και αναμένεται να τροφοδοτήσει σημαντικό μέρος της ανάκαμψης της οικονομίας, μέσω της ενίσχυσης των καταναλωτικών και επενδυτικών δαπανών μόλις υποχωρήσει η εν εξελίξει πανδημία.

Όπως επισημαίνει η ΤτΕ, ήδη από το α΄τρίμηνο του 2020, η πανδημία COVID-19 είχε άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στον καθαρό χρηματοικονομικό πλούτο (ΚΧΠ) των ελληνικών νοικοκυριών, συμβάλλοντας στην υποχώρηση της αξίας του κατά 18,5% συγκριτικά με το τέλος του 2019.

Η εξέλιξη αυτή οφειλόταν κυρίως στη μείωση των χρηματιστηριακών τιμών λόγω της αυξημένης αβεβαιότητας. Ωστόσο, το β΄ τρίμηνο του 2020, ανακτήθηκε μεγάλο μέρος των απωλειών, καθώς η χρηματιστηριακή αγορά παρουσίασε ανάκαμψη.

Επίσης, λόγω της επιβολής διαδοχικών απαγορεύσεων (lockdowns) με σκοπό τον περιορισμό της πανδημίας, υιοθετήθηκαν δημοσιονομικά μέτρα που σκοπό είχαν να στηρίξουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που επλήγησαν. Τα εν λόγω μέτρα στήριξης και ο

περιορισμός στις μετακινήσεις συνέβαλαν στην αύξηση των καταθέσεων και συνδυαστικά με την ανοδική διόρθωση των τιμών των μετοχών ενίσχυσαν την αξία του ενεργητικού των νοικοκυριών, περιορίζοντας την αρχική αρνητική μεταβολή του ΚΧΠ στο 8,4% το γ΄ τρίμηνο του 2020 έναντι του τέλους του 2019.

Στα βασικά συμπεράσματα της μελέτης η ΤτΕ υπογραμμίζει ότι, ηπανδημία, η οποία είναι ακόμη σε εξέλιξη, και τα μέτρα περιορισμού της εξάπλωσής της άσκησαν έντονα δυσμενείς επιδράσεις τόσο στην αξία του ΧΠ, ανακόπτοντας απότομα τη δυναμική ανάκαμψη που είχε σημειωθεί το 2019, όσο και στους δείκτες μόχλευσης των νοικοκυριών, μεγάλο μέρος των οποίων μετριάστηκε χάρη στα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης του εισοδήματος και της απασχόλησης που ελήφθησαν άμεσα.

Τα νοικοκυριά εισήλθαν στην κρίση της πανδημίας, έχοντας προχωρήσει σε αποκλιμάκωση του αποθέματος των υποχρεώσεών τους από το 2010 και επιτυγχάνοντας εξυγίανση του ισολογισμού τους κατά 30% το γ΄ τρίμηνο του 2020.

Τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης και αναστολής υποχρεώσεων, που υιοθετήθηκαν λόγω της πανδημίας, συνέβαλαν στην προσωρινή παύση της διαδικασίας απομόχλευσης των νοικοκυριών. Εντούτοις, ο προσωρινός χαρακτήρας αυτών των μέτρων αποτελεί πρόκληση για τα νοικοκυριά.

Η σταδιακή επαναφορά πληρωμής των υποχρεώσεων, ενδεχομένως με ευνοϊκότερους όρους όπου κρίνεται απαραίτητο, θα βοηθήσει τα νοικοκυριά να αντιμετωπίσουν την πρόκληση αυτή.

Στην τρέχουσα κρίση παρατηρήθηκε άνοδος της αποταμίευσης των νοικοκυριών, εξέλιξη που δεν είχε παρατηρηθεί στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-2009. Η άνοδος αυτή εξηγείται όχι μόνο από το κλίμα της αυξημένης αβεβαιότητας, αλλά και από τα περιοριστικά μέτρα που επέβαλε στην οικονομική δραστηριότητα η εφαρμογή των υγειονομικών κανόνων περιορισμού της διασποράς της νόσου COVID-19.

Η αύξηση του ποσοστού αποταμίευσης των νοικοκυριών αποτυπώνεται στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς ως αξιοσημείωτη άνοδος των καταθέσεών τους.

Η εφαρμογή των προγραμμάτων εμβολιασμού αναμένεται να δημιουργήσει κλίμα αισιοδοξίας και εμπιστοσύνης στα νοικοκυριά, προϋπόθεση απαραίτητη ώστε να μετατραπεί μέρος της παρατηρούμενης αύξησης των καταθέσεων σε καταναλωτική ή επενδυτική δαπάνη, τουλάχιστον αναφορικά με τα πιο οικονομικά εύρωστα νοικοκυριά, με στόχο την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας.

Αναλυτικότερα, η πανδημία επέφερε, πέρα από μεταβολές στην αξία του ΧΠ, και ανασύνθεση του χαρτοφυλακίου των νοικοκυριών υπέρ περιουσιακών στοιχείων χαμηλότερης απόδοσης αλλά ασφαλέστερων και πιο άμεσα ρευστοποιήσιμων (όπως π.χ. καταθέσεις) εις βάρος των μετοχών.

Έτσι, το γ΄ τρίμηνο του 2020 συγκριτικά με το τέλος του 2019, παρατηρείται αύξηση του μεριδίου των καταθέσεων στο 55,7% από 51,1% και αντίστοιχα μείωση του μεριδίου των μετοχών στο 23,8% από 29,9% του ενεργητικού.

Η εξ ανάγκης άνοδος των καταθέσεων, φαινόμενο που δεν παρουσιάστηκε στην προηγούμενη οικονομική κρίση, θα συνεχίσει να υφίσταται μέχρι να εμβολιαστεί σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού, ώστε να αρθούν πλήρως τα μέτρα περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας και να βελτιωθεί η χρηματοοικονομική ανθεκτικότητα των νοικοκυριών.

Αυτό αναμένεται να τροφοδοτήσει σημαντικό μέρος της ανάκαμψης της οικονομίας, μέσω της ενίσχυσης των καταναλωτικών και επενδυτικών δαπανών, μόλις υποχωρήσει η εν εξελίξει πανδημία.

Τέλος, μέρος της αύξησης των καταθέσεων ενδεχομένως θα κατευθυνθεί και στην αποπληρωμή των υποχρεώσεων των νοικοκυριών, όταν αρθεί η αναστολή πληρωμών των ευάλωτων νοικοκυριών προς το Δημόσιο και τις τράπεζες.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Radar.gr.