Η κυβέρνηση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ κήρυξε το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ μη επιλέξιμο για νέα ερευνητικά κονδύλια από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, στο πλαίσιο της τελευταίας κλιμάκωσης της σύγκρουσης μεταξύ του Λευκού Οίκου και του ιστορικού πανεπιστημίου της Ivy League.

Η Υπουργός Παιδείας Λίντα ΜακΜάχον απέστειλε επιστολή στο πανεπιστήμιο, προειδοποιώντας ότι η πρόσβαση σε περαιτέρω ομοσπονδιακή χρηματοδότηση δεν θα είναι δυνατή έως ότου το Χάρβαρντ «αποδείξει υπεύθυνη διαχείριση».

Σύμφωνα με αξιωματούχο της κυβέρνησης που μίλησε υπό τον όρο της ανωνυμίας, το Χάρβαρντ θα πρέπει να εισέλθει σε διαδικασία διαπραγμάτευσης με την κυβέρνηση για να ανακτήσει την επιλεξιμότητά του. Ο ίδιος αξιωματούχος σημείωσε ότι η απόφαση αυτή θα μπορούσε να επηρεάσει πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια ετησίως, αν και η κυβέρνηση δεν έδωσε άμεσα επίσημα στοιχεία.

Το Χάρβαρντ έχει βρεθεί επανειλημμένα στο στόχαστρο του προέδρου Τραμπ και των συντηρητικών συμμάχων του, οι οποίοι το κατηγορούν – όπως και άλλα κορυφαία πανεπιστήμια – για ιδεολογική μεροληψία. Σύμφωνα με τον κυβερνητικό αξιωματούχο, η διοίκηση θεωρεί ότι το πανεπιστήμιο δεν έχει λάβει επαρκή μέτρα κατά του αντισημιτισμού, έχει ενθαρρύνει τις φυλετικές διακρίσεις στην εισαγωγή φοιτητών, έχει εγκαταλείψει την ακαδημαϊκή αυστηρότητα και έχει μετατραπεί σε «μονολιθικά αριστερό» ίδρυμα.

Η απόφαση της κυβέρνησης αποτελεί το πιο πρόσφατο επεισόδιο στη διαμάχη μεταξύ του Λευκού Οίκου και του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, η οποία έχει πυροδοτήσει δημόσιο διάλογο για την ακαδημαϊκή ελευθερία και την εποπτεία στα πανεπιστήμια, σύμφωνα με το Bloomberg.

Στην επιστολή της, η Λίντα ΜακΜάχον επέκρινε σφοδρά το Χάρβαρντ για το σκάνδαλο λογοκλοπής που οδήγησε στην απομάκρυνση της πρώην προέδρου του, Κλοντίν Γκέι, καθώς και για την πρόσληψη πρώην Δημοκρατικών δημάρχων όπως ο Μπιλ Ντε Μπλάζιο και η Λόρι Λάιτφουτ ως καθηγητών του ιδρύματος.

«Είναι σαν να προσλαμβάνεις τον καπετάνιο του Τιτανικού για να διδάξει ναυσιπλοΐα στους καπετάνιους του μέλλοντος», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην επιστολή.

Η ΜακΜάχον καταφέρθηκε επίσης κατά της Πένι Πρίτσκερ, η οποία προεδρεύει του οργάνου που εποπτεύει το Χάρβαρντ, επαναλαμβάνοντας επικρίσεις που είχε διατυπώσει την ίδια ημέρα ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής και απόφοιτος του πανεπιστημίου, Μπιλ Άκμαν, κατά τη διάρκεια συνέντευξής του στο Bloomberg TV στο πλαίσιο του Milken Conference στο Μπέβερλι Χιλς.

«Η Harvard Corporation, η οποία υποτίθεται ότι διαχειρίζεται επαγγελματικά και ικανώς τους τεράστιους ακαδημαϊκούς, οικονομικούς και φυσικούς πόρους του Χάρβαρντ, διοικείται από την ακραία φιλελεύθερη Πένι Πρίτσκερ – πολιτική διορισμένη από τον Ομπάμα και ενεργή Δημοκρατική κομματική παράγοντας – η οποία έχει προκαλέσει χάος στη λειτουργία του ιδρύματος», ανέφερε η επιστολή.

Η Πένι Πρίτσκερ έχει διατελέσει Υπουργός Εμπορίου επί Προεδρίας Ομπάμα και είναι αδελφή του κυβερνήτη του Ιλινόις, Τζέι Μπι Πρίτσκερ, γνωστού επικριτή της κυβέρνησης Τραμπ.

Σε δήλωσή του το βράδυ της Δευτέρας, ο εκπρόσωπος του Χάρβαρντ, Τζέισον Νιούτον, χαρακτήρισε την επιστολή «διπλασιασμό των πιέσεων για επιβολή άνευ προηγουμένου και ακατάλληλου ελέγχου στο Χάρβαρντ, με ανησυχητικές προεκτάσεις για την ανώτατη εκπαίδευση». Πρόσθεσε ότι η επιστολή απειλεί με παράνομη παρακράτηση χρηματοδότησης «ως αντίποινα» για τη μήνυση που κατέθεσε πρόσφατα το πανεπιστήμιο κατά της κυβέρνησης.

Το Χάρβαρντ προχώρησε σε προσφυγή εναντίον της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, αφότου αυτή του κοινοποίησε, τον Απρίλιο, σειρά πολιτικών αλλαγών που απαιτούσε να εφαρμοστούν προκειμένου να «διατηρηθεί η οικονομική σχέση του πανεπιστημίου με την κυβέρνηση». Μεταξύ των αλλαγών ήταν η κατάργηση προγραμμάτων για τη διαφορετικότητα και την ένταξη, καθώς και η μεταρρύθμιση των διαδικασιών εισαγωγής.

Η κυβέρνηση έχει ήδη παγώσει δισεκατομμύρια δολάρια σε χρηματοδοτήσεις που υποστήριζαν προγράμματα έρευνας για παθήσεις όπως η ALS και η φυματίωση. Το Χάρβαρντ, σε μια προσπάθεια να διασφαλίσει ρευστότητα, προχώρησε πρόσφατα σε έκδοση φορολογημένου ομολόγου ύψους 750 εκατ. δολαρίων, ενώ αξιωματούχοι του ταμείου του ιδρύματος έχουν εξετάσει και την πώληση μεριδίων ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων ύψους περίπου 1 δισ. δολαρίων.

Την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ ανήρτησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι το Χάρβαρντ θα χάσει το φορολογικό του καθεστώς. Ωστόσο, εκπρόσωποι της Υπηρεσίας Εσωτερικών Εσόδων (IRS), του Λευκού Οίκου και του Υπουργείου Οικονομικών αρνήθηκαν να επιβεβαιώσουν ότι κάτι τέτοιο έχει επίσημα συμβεί. Η ανάκληση του φορολογικού καθεστώτος από τον Πρόεδρο θα παρέκαμπτε τη μακρά νομική διαδικασία που προβλέπεται για την αφαίρεση της φοροαπαλλαγής από έναν οργανισμό.

Διαβάστε ακόμη: