Θετική απέναντι στις ελληνικές τράπεζες δηλώνει η Bank of America, έπειτα από συνέδριο που διοργάνωσε την περασμένη εβδομάδα, με τη συμμετοχή CEOs από 38 τράπεζες της περιοχής EEMEA.

«Τα πράγματα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση», είναι το βασικό συμπέρασμα που έβγαλαν οι αναλυτές του αμερικανικού επενδυτικού οίκου από τα όσα άκουσαν από τους Έλληνες τραπεζίτες.

Ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος εστιάζει στη μείωση του ρίσκου, κάτι που σύμφωνα με την BofA δεν αρκεί για να «απελευθερωθεί» αξία, καθώς απαιτείται επίσης αύξηση των δανείων και των υπό διαχείριση assets. Ωστόσο, όπως τονίζουν οι αναλυτές, το de-risking είναι μία αναγκαία προϋπόθεση για να αυξηθεί η αξία του κλάδου.

«Μέχρι στιγμής, τα πράγματα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση σε όλες τις ελληνικές τράπεζες και νιώθουμε θετικοί για έναν κλάδο που εξακολουθεί να  εμφανίζει discount στο ταμπλό», σημειώνουν οι αναλυτές της BofA.

Σε αυτό το περιβάλλον, η Bank of America δίνει σύσταση αγοράς για την Alpha Bank (με τιμή-στόχο στα 1,45 ευρώ), τη Eurobank (1,15 ευρώ) και την Εθνική  Τράπεζα (3,3 ευρώ) αλλά σύσταση underperform για την Τράπεζα Πειραιώς (με τον στόχο στα 1,40 ευρώ).

Αναφερόμενοι στην ελληνική οικονομία, επισημαίνουν ότι η τουριστική σεζόν ξεκίνησε με αργούς ρυθμούς τον Μάιο-Ιούνιο, όμως άνοιξε σημαντικά το βήμα της το τελευταίο τρίμηνο. Μάλιστα, η BofA εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία έχει φτάσει τώρα σε σημείο καμπής, προσθέτει ότι η Ελλάδα είναι ένας από τους σημαντικότερους ωφελημένους από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ και τονίζει τη δέσμευση της κυβέρνησης για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.

Υπενθυμίζεται ότι οι προβλέψεις της Bank of America για την ελληνική οικονομία μιλούν για ρυθμούς ανάπτυξης 5,6% φέτος.

Σε ό,τι αφορά την κάθε ελληνική συστημική τράπεζα ξεχωριστά, και σύμφωνα με τις παρουσιάσεις, η Bank of America επισημαίνει τα εξής:

Για την Alpha Bank ο στόχος για τον δείκτη NPE είναι στο 13% το 2021 και στο 7% το 2022. Μετά την ολοκλήρωση του Galaxy (10,8 δισ. ευρώ), η Alpha σχεδιάζει να πουλήσει NPE ύψους 8,1 δισ. ευρώ με στόχο την επίτευξη του στόχου NPE 13% το 2021 και 7% στο 2022. Σε αυτά τα NPEs, η Alpha έχει ήδη διαγράψει 0,6 δισ. ευρώ και έχει προϋπολογισμό ζημιών 1,0 δισ. ευρώ. Αυτό θα πρέπει να αντισταθμιστεί από μια σειρά κεφαλαιακών πρωτοβουλιών που περιλαμβάνουν την τιτλοποίηση 2 δισ. ευρώ (περίπου 1 δισ. ευρώ αποδέσμευση RWA), την πώληση των θυγατρικών σε Αλβανία (0,4 δισ. ευρώ RWA) και Λονδίνο (0,2 δισ. ευρώ RWA) και τη μεταβίβαση ακινήτων στην Alpha Αστικά Ακίνητα (0,4 δισ. ευρώ FWA).

Σε ό,τι αφορά την Eurobank, ο pro forma δείκτης NPE τοποθετείται στο 7,3% μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής Mexico (η οποία αναμένεται έως το τέλος του έτους). Η διοίκηση αναφέρθηκε στην αύξηση των δανείων που αναμένεται να κινηθεί στα 2 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, ενώ σε ό,τι αφορά το κόστος χρηματοδότησης, σημειώθηκε πως υπάρχει περιθώριο περαιτέρω βελτίωσης. Στην Κύπρο η Eurobank έχει εφαρμόσει αρνητικά επιτόκια σε εταιρικούς πελάτες και αυτό είναι υπό μελέτη και στην Ελλάδα, όπως αναφέρθηκε.

Η Εθνική Τράπεζα έχει ως στόχο ο δείκτης CET1 FL το 2022 να φτάσει στο 15,2%. Ο δείκτης μειώθηκε από 14%  στο 13,8%, αλλά η τράπεζα έχει ακόμη να “καταχωρήσει” ένα περαιτέρω 1,7% μετά το κλείσιμο της συμφωνίας Frontier (σε μερικές εβδομάδες) και την πώληση της ασφαλιστικής της δραστηριότητας (αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο). Για τα 3 δισ. ευρώ μορατόρια που έληξαν το 2020 μόνο το 3% έχει καθυστέρηση 90 ημερών και το 2% είναι στην αρχή της περιόδου καθυστέρησης, ενώ οι νέες εκταμιεύσεις δανείων είναι ένα ζήτημα που, σύμφωνα με τη διοίκηση, αφορά κυρίως το 2022.

Τέλος, το σχέδιο μείωσης των NPEs της Τράπεζας Πειραιώς είναι σε καλό δρόμο, με τον δείκτη NPE να αγγίζει μονοψήφια επίπεδα της τάξης του 9% έως τις αρχές του 2022. Η μείωση των NPEs τους πρώτους έξι μήνες του έτους έφτασε τα 13,5 δισ. ευρώ, από τις συναλλαγές Phoenix, Vega και Sunrise 1, καθώς και από τις οργανικές ροές. Η διοίκηση επικεντρώνεται επίσης στην αναβάθμιση επιδόσεων της εμπορικής τραπεζικής, ενώ οι προμήθειες ήταν ιδιαίτερα ισχυρές στο β’ τρίμηνο, όπως σημειώθηκε στο συνέδριο. Το de-risking των NPEs θα πρέπει να οδηγήσει σε χαμηλότερο κόστος κινδύνου στο μέλλον, αλλά και σε κάποιο κόστος από την άποψη της απώλειας καθαρών εσόδων από τόκους (NII).