Πολύ περισσότερα αυτοκίνητα κυκλοφορούν στην Αττική κατά τη διάρκεια του δεύτερου lockdown που ισχύει ακόμη, σε σχέση με το προηγούμενο που υπολογίστηκε χοντρικά από 23 Μαρτίου ως 12 Μαΐου!

Συγκεκριμένα η μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης της Αττικής συνολικά, που οφείλεται στην κυκλοφορία οχημάτων μειώθηκε ως και 50% στο δίμηνο που αναφέραμε, ενώ τώρα η μείωση αυτή σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του radar.gr δεν ξεπέρασε το 27% μέχρι τις 4 Δεκεμβρίου.

Το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (ΕΑΑ), σε συνεργασία με τα Πανεπιστήμια Κρήτης (Τμήμα Χημείας) και Paris-Saclay του Παρισιού, ανέλυσε τις μεταβολές των επιπέδων των ατμοσφαιρικών ρύπων κατά την περίοδο του πρώτου lockdown στην Ελλάδα (23 Μαρτίου-12 Μαΐου 2020), σε σχέση με τις περιόδους πριν και μετά, με στοιχεία από τον Σταθμό Παρακολούθησης στο Θησείο.

Το σενάριο εκπομπών, το οποίο οδήγησε σε αποτελέσματα συγκεντρώσεων ΝΟ2 συμβατά με τις επιτόπιες μετρήσεις στη Θησείο, κατέληξε στην εκτίμηση πως οι εκπομπές των οχημάτων κατά το πρώτο lockdown στην Αθήνα είχαν μειωθεί κατά μέσο όρο περίπου 50%.

ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΔΙΠΛΑΣΙΑ ΟΧΗΜΑΤΑ

Αντίθετα, σύμφωνα με πληροφορίες του radar.gr , τρέχουσες επιστημονικές μετρήσεις που εκπορεύονται από το ΕΜΠ, ανεξάρτητους επιστήμονες-μελετητές αλλά και πηγές του Πανεπιστημίου Κρήτης υποδηλώνουν ότι το ποσοστό αυτό από το ξεκίνημα του δεύτερου lockdown μέχρι τις 4 Δεκεμβρίου δεν ξεπέρασε σε καμία περίπτωση το 27%, δηλαδή η μείωση της ρύπανσης ήταν περίπου στο μισό της μείωσης σε σχέση με την πρώτη φάση των μέτρων εγκλεισμού.

Πρακτικά αυτό σημαίνει σύμφωνα με τους επιστήμονες ότι στη διάρκεια της δεύτερης φάσης των μέτρων κυκλοφορούν περίπου διπλάσια οχήματα από ότι στην πρώτη, συνολικά στο νομό Αττικής.

Τα μέτρα λόγω πανδημίας μειώνουν σημαντικά την ατμοσφαιρική ρύπανση από τα οχήματα σε μία μεγάλη πόλη όπως η Αθήνα, όμως το όφελος είναι τελείως παροδικό, καθώς πολύ σύντομα, μετά την άρση των μέτρων, η ρύπανση επανέρχεται στα προηγούμενα επίπεδα, όπως δείχνει άλλη μία μελέτη Ελλήνων επιστημόνων.

Η Ομάδα Ατμοσφαιρικής Φυσικής και Χημείας του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Αστεροσκοπείου επεξέτεινε την ανάλυση για την περίοδο Μαρτίου-Μαίου και στα προηγούμενα τέσσερα έτη, ώστε να ληφθούν υπόψη, εκτός από τις βραχυχρόνιες, και οι μακροπρόθεσμες διακυμάνσεις τόσο των εκπομπών ρύπων όσο και των μετεωρολογικών συνθηκών κατά τις αντίστοιχες χρονικές περιόδους.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα μέτρα περιορισμού της κινητικότητας των πολιτών ανά τον κόσμο, με σκοπό την αναχαίτιση της διασποράς του κορωνοϊού, ουσιαστικά έχουν επιτρέψει τη διεξαγωγή ενός πειράματος μεγάλης κλίμακας για τη μελέτη των επιπτώσεων που μπορεί να επιφέρει η δραστική μείωση των εκπομπών στην ποιότητα της ατμόσφαιρας των πόλεων.


ΕΝΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΡΥΠΑΝΣΗ

Τα αποτελέσματα, που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Atmosphere», έδειξαν μία χαρακτηριστική μείωση των επιπέδων της περιόδου του lockdown για τις παραμέτρους της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που σχετίζονται με την κυκλοφορία των οχημάτων (διοξείδιο του αζώτου NO2, μονοξείδιο του άνθρακα CO και κλάσμα μαύρου άνθρακα BC από καύση ορυκτών καυσίμων), η οποία ανήλθε έως και σε 35% κατά μέσο όρο, σε σχέση με την περίοδο 1-22 Μαρτίου 2020.

Δεδομένου ότι είναι άγνωστη η πραγματική μείωση των εκπομπών ρύπανσης την περίοδο του πλήρους περιορισμού κυκλοφορίας κατά την πανδημία, εφαρμόστηκε ένα μοντέλο αριθμητικής προσομοίωσης στο λεκανοπέδιο της Αττικής.

Αυτή η μελέτη είναι από τις λίγες, παγκοσμίως, που έχουν έως τώρα διερευνήσει το αποτύπωμα του καθολικού περιορισμού της κυκλοφορίας στα επίπεδα συγκεντρώσεων διοξειδίου του άνθρακα (CO2).

Σύμφωνα με τους ερευνητές, η σημαντική μείωση των αστικών ρύπων κατά την περίοδο περιορισμού είναι ενδεικτική των σημαντικών δυνατοτήτων μετριασμού της αστικής συνεισφοράς σε αέρια του θερμοκηπίου, με προφανείς προεκτάσεις για την κλιματική αλλαγή.

Ωστόσο, τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης της Αθήνας επανήλθαν αμέσως μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, γεγονός που καταδεικνύει την αναγκαιότητα σταθερών και συστηματικών μέτρων μείωσης της αστικής ρύπανσης για την επίτευξη μακροπρόθεσμων αποτελεσμάτων.