Μια γυναίκα που απήχθη, ναρκώθηκε και κλείστηκε σε ένα καταφύγιο για έξι ολόκληρες ημέρες από τον «Σουηδό Γιόζεφ Φριτζλ» μίλησε για την φρικτή περιπέτεια που βίωσε σε ένα νέο ντοκιμαντέρ, δηλώνοντας πως φοβήθηκε οτι δεν θα ξαναδεί το φως του ήλιου.
Η Ιζαμπέλ Έρικσον, ένα ψευδώνυμο που χρησιμοποιείται για την προστασία της πραγματικής της ταυτότητας, έγινε στόχος του δρ Μάρτιν Τρένεμποργκ, ο οποίος της πρόσφερε φράουλες με το λεγόμενο «ναρκωτικό του βιασμού» στο πλαίσιο του αρρωστημένου σχεδίου του τον Σεπτέμβριο του 2015.
Στη συνέχεια την οδήγησε 560 χιλιόμετρα από το διαμέρισμά της στη Στοκχόλμη σε μια απομακρυσμένη φάρμα στη νότια Σουηδία, όπου σχεδίαζε να την κρατήσει ως «σκλάβα του σεξ». Μιλώντας στο δικαστήριο το 2016, η Iζαμπέλ είπε ότι ο δρ Τρένεμποργκ της είπε ανατριχιαστικά ότι η πόρτα ήταν χτισμένη σαν «θησαυροφυλάκιο τράπεζας» και ότι «δεν θα μπορούσε ποτέ να την ανοίξει».
«Μετά με ρώτησε αν είχα κάποια επιθυμία, αν έπρεπε να επεκτείνει το καταφύγιο, […] γιατί θα ζω εδώ για πολλά χρόνια», πρόσθεσε. Τώρα η γυναίκα, η οποία εργαζόταν ως συνοδός εκείνη την εποχή, μίλησε για όλη την τρομακτική δοκιμασία σε ένα νέο ντοκιμαντέρ.
Στη σουηδική μίνι σειρά, «The Bunker», η οποία βρίσκεται στην πλατφόρμα ροής «Viaplay», εξηγεί πώς ξύπνησε ξαφνικά μέσα σε ένα ηχομονωμένο κελί με ένα σωληνάκι στο χέρι της. «Ήμουν εντελώς πανικόβλητη. Ένιωθα αδύναμη», λέει, προσθέτοντας ότι δεν είχε ιδέα αν βρισκόταν σε υπόγειο δωμάτιο ή πάνω από το έδαφος.
Ο Tρένεμποργκ, ο οποίος εργαζόταν ως ιδιώτης ιατρός, κατασκεύασε ο ίδιος το καταφύγιο των 60τμ, ξεκινώντας το 2010. Οι τοίχοι από τσιμέντο είχαν πάχος 30 εκατοστών και το καταφύγιο είχε ένα υπνοδωμάτιο, λειτουργική τουαλέτα και μια πλήρως εξοπλισμένη κουζίνα. Είχε ακόμη και μια μικρή, σκεπαστή αυλή, όπου ο άνθρωπος που ζούσε εκεί θα μπορούσε να βγει έξω χωρίς να τον βλέπουν οι γείτονες. Μιλώντας στο δικαστήριο το 2016, η Iζαμπέλ αποκάλυψε ότι ο Tρένεμποργκ έκανε σαφές ότι πρόθεσή του ήταν να την κρατήσει κλειδωμένη «ως φίλη», να «κάνουν σεξ δύο ή τρεις φορές την ημέρα, να καθαρίζει και να μαγειρεύει».
«Έμπαινε γύρω στις επτά και μισή το πρωί και μετά με έβγαζε έξω στην αυλή που έχτισε». Περιέγραψε πώς την άφησε στη συνέχεια μόνη στο καταφύγιο, επιστρέφοντας μετά τη δουλειά γύρω στις έξι. Ο Tρένεμποργκ είχε κάνει επίσης εξετάσεις στο θύμα του, το οποίο εξέτασε σε εργαστήριο στον χώρο εργασίας του, ομολογώντας αργότερα ότι το έκανε για να βεβαιωθεί ότι δεν είχε ΣΜΝ.
«Είπε ότι ήθελε να κάνει σεξ χωρίς προστασία μαζί μου. Πήρα μερικά χάπια από αυτόν, ήταν αντισυλληπτικά και μου είπε ότι δεν ήθελε να μείνω έγκυος», πρόσθεσε η Iζαμπέλ. Ο Tρένεμποργκ, τώρα 47 ετών, συνελήφθη τελικά αφού πανικοβλήθηκε μετά από δημοσιεύματα για την εξαφάνισή της κοπέλας με αποτέλεσμα να την οδηγήσει στη Στοκχόλμη και το αστυνομικό τμήμα της πόλης. Της είχε πει να πει στους ντετέκτιβ ότι ήταν ασφαλής και δεν κινδυνεύει, αλλά υποπτεύθηκαν οτι κάτι δεν πάει καλά και όταν την ανέκριναν μόνη, αποκάλυψε την τρομακτική δοκιμασία της.
Το «τέρας της Σουηδίας» είχε προσλάβει την Ιζαμπέλ η οποία δούλευε ως συνοδός με 2.400 ευρώ τη νύχτα εκείνη την εποχή, και την είχε βάλει στο αυτοκίνητό του αφού τη συνάντησε στη Στοκχόλμη. Αν και αρχικά κατηγορήθηκε για βιασμό, η δίκη έκρινε ότι δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία για να επιβεβαιωθεί ότι της είχε επιτεθεί σεξουαλικά, καταδικάστηκε για απαγωγή και φυλακίστηκε για οκτώ χρόνια.
Η φύση του εγκλήματός του σε συνδυασμό με το υπόγειο καταφύγιο όπου κρατούσε την Iζαμπελ, του χάρισε το παρατσούκλι του «Γιόζεφ Φριτζλ της Σκανδιναβίας». Ο Αυστριακός Φριτζλ φυλακίστηκε το 2009 για βιασμό και φόνο αφού κράτησε την κόρη του, Ελίζαμπεθ, κλεισμένη σε ένα κελάρι κάτω από το σπίτι του για 24 χρόνια.
Η Iζαμπέλ αποκάλυψε σε μια συνέντευξη του 2017 πώς ξύπνησε βλέποντας μια «τσίγκινη στέγη και έναν άντρα να κάθεται σε μια καρέκλα δίπλα μου και απλώς να με κοιτάζει». «Θυμάμαι ότι με τάιζε με φράουλες. Αυτό θυμάμαι. Είναι πολύ δύσκολο να μιλάω γι’αυτό. Αλλά μετά από αυτό αποκοιμήθηκα κι όλα μαύρισαν. Είδα μια τσίγκινη στέγη και έναν άντρα να κάθεται σε μια καρέκλα δίπλα μου και να με κοιτάζει. Και είδα ότι είχα μια βελόνα στο χέρι μου την οποία τράβηξα βιαστικά. Μετά είπε ότι με έχει απαγάγει και θα με κρατήσει για λίγα χρόνια.
«Πρώτα όταν ξύπνησα στο καταφύγιο, προσπάθησα να του επιτεθώ για να ξεφύγω. Του επιτέθηκα, αλλά ήμουν ακόμα ναρκωμένη, οπότε δεν ήταν καλή προσπάθεια. Είπε ότι αν προσπαθήσω ξανά, θα με δέσει με αλυσίδες στο κρεβάτι και θα με ταίζει μόνο ψωμί. Δεν ήξερα αν είμαι πάνω ή κάτω από το έδαφος, είχε πολύ κρύο και σκόνη. Στο πέτρινο πάτωμα υπήρχαν τσιμεντένιες σακούλες. Λέει ότι τα είχε φτιάξει όλα μόνος του και ήταν περήφανος για αυτό που είχε κάνει».
Η Έρικσον άνοιξε μια σελίδα OnlyFans για να ξεπεράσει το τραύμα της – όπου οι χρήστες μπορούσαν να πληρώσουν 14 ευρώ το μήνα για να δουν την πρώην συνοδό σε μια σειρά ημίγυμνων φωτογραφιών της, τις οποίες περιέγραψε ως «έντεχνες» και «καλαίσθητες».
Σε μια αποκλειστική συνέντευξη, είπε στο MailOnline πέρυσι: «Ο ιστότοπος My OnlyFans είναι ο τρόπος μου να αντιμετωπίσω το τραύμα που εξακολουθώ να αντιμετωπίζω ακόμα και μετά από τόσα χρόνια. Ήμουν πάντα πολύ δημιουργική και το να ποζάρω για αυτές τις φωτογραφίες που είναι έντεχνες και καλόγουστες, είναι ο τρόπος μου να αντιμετωπίζω το άγχος που πέρασα. Δεν είμαι εντελώς γυμνή σε καμία από τις φωτογραφίες, έχω τα εσώρουχά μου και δεν είναι καθόλου πορνογραφικές. Είναι όμορφες, αισθησιακές φωτογραφίες, που αντικατοπτρίζουν το δημιουργικό καλλιτεχνικό μου πάθος και με βοήθησαν να αντιμετωπίσω το σοβαρό μετατραυματικό στρες που είχα.
Θα πρέπει να είμαστε περήφανοι για το σώμα μας, και είμαστε όλοι ένα έργο τέχνης, και είμαστε όλοι όμορφοι και αν θέλετε να το δείξετε αυτό για τον εαυτό σας και τους άλλους, είναι υπέροχο. Μιλώντας για το πότε συνάντησε τον γιατρό, είπε: «Είχε δει τη αγγελία της σελίδας μου και μου έκανε κράτηση για το βράδυ, στην αρχή φαινόταν καλά και είχα κάνει δουλειά συνοδείας για επτά χρόνια, οπότε ξέρω πώς να φροντίζω τον εαυτό μου.
Ήταν πολύ πειστικός και φαινόταν αρκετά φυσιολογικός, αλλά ήταν το εντελώς αντίθετο. Κάθε πελάτης που είχα στο παρελθόν ήταν καλός και απολύτως αξιοσέβαστος – ο Τρένεμποργκ ήταν η πρώτη και μοναδική μου κακή εμπειρία».