Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, μία εκπαιδευτική επανάσταση έλαβε χώρα σε μεγάλα κομμάτια του αναπτυσσόμενου κόσμου.
Χιλιάδες κολλέγια εμφανίστηκαν σε μικρές και μεγάλες πόλεις. Αγρότες, εργάτες και βοσκοί μάζεψαν τα χρήματά τους για να σπουδάσουν τα παιδιά τους, που ονειρεύονταν να γίνουν δικηγόροι, μηχανικοί και διπλωμάτες.
Όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι. Οι οικονομίες αυτές έχουν τώρα μία «θάλασσα» από πανεπιστημιακούς αποφοίτους, αλλά δεν δημιουργούν αρκετές θέσεις λευκού κολάρου για να τους απασχολήσουν.
Στρατιές από πτυχιούχους νέους είναι τώρα άνεργοι και αγανακτισμένοι, με αποτέλεσμα η ανάπτυξη αυτής της αναδυόμενης μεσαίας τάξης να βαλτώνει.
Το ποσοστό της ανεργίας στις αναδυόμενες χώρες για νέους με πανεπιστημιακή μόρφωση είναι διπλάσιο έως τριπλάσιο σε σχέση με τον αντίστοιχο δείκτη στις ανεπτυγμένες οικονομίες, σημειώνει η Wall Street Journal, επικαλούμενη στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εργασίας (ILO).
Στις χώρες χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων, πάνω από το ένα πέμπτο των ατόμων κάτω των 30 ετών με μεταδευτεροβάθμια μόρφωση είναι άνεργο.
Μάλιστα, σε αυτές τις χώρες, οι νέοι με πτυχίο έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να είναι άνεργοι από εκείνους που έχουν βασική εκπαίδευση.
Το πρόβλημα επιτείνεται από το γεγονός ότι πολλά από τα νέα κολλέγια είναι χαμηλής ποιότητας. Έτσι, βγάζουν πτυχιούχους που στοχεύουν σε θέσεις εργασίας υψηλού πρεστίζ, χωρίς ωστόσο να έχουν τις δεξιότητες που ψάχνουν οι επιχειρήσεις.
Οι απογοητευμένοι απόφοιτοι μεταναστεύουν στο εξωτερικό, κάποιες φορές ακόμα και παράνομα. Το 2022, το 36% των μεταναστών ηλικία 25-64 ετών που εισήλθαν παράνομα στις ΗΠΑ είχαν πανεπιστημιακό πτυχίο, από 17% το 2007.
Άλλοι μένουν στην πατρίδα τους αλλά καθυστερούν τον γάμο και την απόκτηση παιδιών, συμβάλλοντας στο δημογραφικό πρόβλημα που επιβαρύνει την παγκόσμια ανάπτυξη. Έπειτα από μεγάλα διαστήματα ανεργίας, πολλοί απόφοιτοι συμβιβάζονται με χαμηλόμισθες θέσεις στο λιανεμπόριο ή σε παρόμοιες δουλειές.
Στην Κίνα, για παράδειγμα, η νεανική ανεργία διαμορφώνεται γύρω στο 15%, με τους απόφοιτους πανεπιστημίων να αστειεύονται ότι θα γίνουν «παιδιά πλήρους απασχόλησης», δηλαδή θα φροντίζουν τους γονείς τους με αντάλλαγμα ένα χαρτζιλίκι.
Ανάμεσα στις χώρες όπου το πρόβλημα αυτό είναι εντονότερο είναι η Ινδία. Εκεί, μια πρωτοφανής ανάπτυξη της ανώτατης εκπαίδευσης κατά τα 20 τελευταία χρόνια έχει τριπλασιάσει το μερίδιο των νέων που κατέχουν πανεπιστημιακό πτυχίο. Κάποιοι από αυτούς δουλεύουν στα δυναμικά τεχνολογικά κέντρα στα νότια της Ινδίας, αλλά πολλοί δυσκολεύονται. Το 2022, το 29% των Ινδών αποφοίτων κάτω των 30 ετών ήταν άνεργοι. Το ποσοστό αυτό είναι τριπλάσιο από το ποσοστό ανεργίας ανάμεσα στους Ινδούς που δεν έχουν ούτε βασική εκπαίδευση.
Αυτό είναι το αποτέλεσμα της έκρηξης του αριθμού των πανεπιστημίων και των αποφοίτων τους, όταν στις αρχές της χιλιετίας, η επέκταση της ανώτατης εκπαίδευσης έμοιαζε να είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για να αυξήσει μια χώρα τον εθνικό της πλούτο. Οικονομολόγοι και ειδικοί προειδοποιούσαν τότε ότι οι χώρες που δεν θα επένδυαν στην οικονομία της γνώσης θα έμεναν πίσω.
Αντίστοιχα, οι γονείς ήταν αποφασισμένοι να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Και με τις θέσεις στα κρατικά πανεπιστήμια να είναι περιορισμένες, οι κυβερνήσεις έδωσαν το πράσινο φως για την επέκταση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Καθώς δεν μπορούσαν να χρεώσουν υψηλά δίδακτρα, αφού οι πελάτες τους ήταν συνήθως φτωχοί, τα ιδρύματα αυτά χαμήλωσαν τα στάνταρ εισαγωγής, για να αυξήσουν τους αριθμούς των εγγραφών.
Το αποτέλεσμα είναι ότι από το 2006 έως το 2018, ο αριθμός των φοιτητών στην ανώτατη εκπαίδευση στις αναπτυσσόμενες χώρες σχεδόν διπλασιάστηκε, από τα 79 εκατ. στα 150 εκατ. άτομα. Έως το 2018, περίπου τα τρία τέταρτα των φοιτητών της ανώτατης εκπαίδευσης ζούσαν σε αναδυόμενες οικονομίες (ενώ το 2006 ήταν περίπου οι μισοί).
Ακαδημαϊκοί λένε τώρα ότι μια πιο αργή και σχεδιασμένη επέκταση της ανώτατης εκπαίδευσης θα ήταν καλύτερη για τις αναδυόμενες χώρες. «Η πόρτα άνοιξε πάρα πολύ, πολύ άκριτα και πολύ γρήγορα.
Η ιδέα της διατήρησης των στάνταρ δεν τηρήθηκε όπως έπρεπε και όταν το τζίνι βγει από το μπουκάλι, είναι πολύ δύσκολο να το βάλεις πάλι πίσω», λέει στη Wall Street Journal ο Philip Altbach, καθηγητής στο Center for International Higher Education του Boston College.