«Κόφτες» στα ποσοστά αύξησης των ενοικίων κατά τις ανανεώσεις μισθωτηρίων συμβολαίων, αντικίνητρα για τη διατήρηση κλειστών διαμερισμάτων, «φρένο» στις αθρόες αγορές ακινήτων από ξένους επενδυτές, επιδοτήσεις και φορολογικά κίνητρα. Η κυβέρνηση βάζει στο τραπέζι όλα τα σενάρια για την επιβολή νομοθετικών μέτρων που θα συγκρατήσουν τις ανεξέλεγκτες αυξήσεις των ενοικίων.

Tο πρόβλημα με το κόστος στέγασης λαμβάνει πλέον διαστάσεις «τέλειας καταιγίδας». Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ αποτυπώνουν διψήφια ετήσια ποσοστά αυξήσεων –ο Μάρτιος έκλεισε στο 10,5%–, αλλά και αυξημένο κίνδυνο φτώχειας (άνω του 30%) για τα νοικοκυριά που δεν έχουν ιδιόκτητη στέγη.

Τα όποια μέτρα έχουν ήδη ληφθεί δεν ανακόπτουν το ανατιμητικό κύμα, γι’ αυτό και τα εμπλεκόμενα υπουργεία –κυρίως το υπουργείο Οικονομικών και το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας– επεξεργάζονται παρεμβάσεις «άμεσης απόδοσης». Στο «μικροσκόπιο» μπαίνουν και οι πρακτικές που επεξεργάζονται άλλα ευρωπαϊκά κράτη και κυρίως η Ισπανία, η οποία αντιμετωπίζει ήδη οξύτατο πρόβλημα.

Μέχρι τώρα επιχειρήθηκε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα με παροχή κινήτρων: φορολογική απαλλαγή για διάθεση κλειστών ακινήτων προς μακροχρόνιες μισθώσεις, επιδοτήσεις επιτοκίων ώστε να φύγουν νοικοκυριά από το ενοίκιο και να αποκτήσουν την ιδιόκτητη στέγη, αλλά και «ζεστό χρήμα» έως 8.000 ευρώ για την επισκευή παλαιών ακινήτων προκειμένου να δοθούν και πάλι για μόνιμη στέγαση οικογενειών με ενοίκιο.

Η υλοποίηση των μέτρων βρίσκεται σε εξέλιξη, όμως τα πρώτα συμπεράσματα έχουν εξαχθεί: Ο αριθμός των ωφελουμένων ακόμη και όταν ολοκληρωθούν τα μέτρα θα είναι πολύ μικρός για να επηρεαστεί η ισορροπία προσφοράς – ζήτησης στην αγορά· η απόλυτη επιτυχία των μέτρων που έχουν δρομολογηθεί θα οδηγήσει στην κάλυψη των στεγαστικών αναγκών περίπου 20.000-30.000 νοικοκυριών, όταν η ακάλυπτη ζήτηση υπολογίζεται ότι απαιτεί περίπου 300.000 ακίνητα.

Η ανισορροπία αποτυπώνεται ξεκάθαρα στα στοιχεία του πληθωρισμού. Μήνα με τον μήνα, η ΕΛΣΤΑΤ καταγράφει υψηλότερα ποσοστά αυξήσεων στα ενοίκια κύριας κατοικίας. Το +10,5% του Μαρτίου είναι το υψηλότερο ποσοστό από το ξέσπασμα της κρίσης, ποσοστό τέσσερις φορές μεγαλύτερο από τον μέσο πληθωρισμό και υπερδιπλάσιο από τον ρυθμό μεταβολής του μέσου εισοδήματος.

Αυτό μεταφράζεται σε διάθεση ολοένα και μεγαλύτερου ποσοστού εισοδήματος για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών όσων ζουν στο ενοίκιο. Η πρόσφατη έρευνα της Alpha Bank εντόπισε ότι ήδη το 50% των ενοικιαστών διαθέτει πάνω από το 30% του εισοδήματός του για κάλυψη στεγαστικών αναγκών, ενώ η έρευνα φτώχειας της ΕΛΣΤΑΤ θέτει τρεις στους δέκα σε κατάσταση υψηλού κινδύνου για να βρεθούν κάτω από το όριο της φτώχειας.

Μέτρα ενίσχυσης της προσφοράς (κοινωνική αντιπαροχή κ.λπ.) απαιτούν πολύ χρόνο για να αποδώσουν και πλέον η ενεργοποίηση μέτρων άμεσης απόδοσης λαμβάνει χαρακτήρα κατεπείγοντος. Κάθε σενάριο «μετριέται» ως προς τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά του:

1. Συζητείται η επιβολή «πλαφόν» στο ποσοστό αύξησης των ενοικίων στα «πρότυπα» των επαγγελματικών μισθώσεων. Η «ιδέα» είναι ο περιορισμός να αφορά το ποσοστό αύξησης κατά τις ανανεώσεις των μισθωτηρίων, καθώς εκεί καταγράφονται οι μεγαλύτερες ποσοστιαίες αυξήσεις. Δύο είναι οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν: Πρώτον, να εκτοξευτούν τα «μαύρα» (δηλαδή οι πραγματικές αυξήσεις να δίνονται κάτω από το τραπέζι), με αποτέλεσμα και να ζημιώνονται οι ενοικιαστές και να χάνει έσοδα το Δημόσιο. Και δεύτερον, να ξεκινήσει κύμα… εκπαραθύρωσης ενοικιαστών με στόχο την εξεύρεση νέων οι οποίοι και θα καταβάλλουν υψηλότερο μίσθωμα.

2. Η φορολόγηση (πιθανότατα με υψηλότερο ΕΝΦΙΑ) στα κλειστά ακίνητα προτείνεται για να πέσουν περισσότερα ακίνητα στην αγορά. Ο αντίλογος έχει να κάνει με το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία για το ποια πραγματικά είναι τα κλειστά ακίνητα και ποια δηλώνονται ως τέτοια. Επίσης, οι περισσότεροι ιδιοκτήτες δεν κρατούν τα ακίνητα κλειστά από επιλογή, αλλά αδυναμία: έλλειψη πόρων για την ανακαίνιση και αξιοποίηση, μπλεγμένο ιδιοκτησιακό καθεστώς, βάρη λόγω χρεών κ.λπ.

3. Το μέτρο που έβαλε στο τραπέζι η Ισπανία αφορά τη φορολόγηση –και μάλιστα με απαγορευτικούς συντελεστές– αγοράς ακινήτων από κατοίκους εξωτερικού. Στην Ελλάδα, κάτι τέτοιο θα είχε ως αποτέλεσμα να ψαλιδιστούν οι άμεσες ξένες επενδύσεις (σημαντικό κομμάτι των οποίων αφορά τα ακίνητα) και να επηρεαστεί ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας.

4. Γενναία αύξηση του επιδόματος ενοικίου για νέους και ευάλωτα νοικοκυριά. Το μέτρο έχει το μειονέκτημα ότι ενισχύει τη ζήτηση (άρα συντηρεί το κύμα αυξήσεων), ενώ επιφέρει και σοβαρό δημοσιονομικό κόστος. Η κυβέρνηση έχει ήδη ανακοινώσει αναπροσαρμογή του επιδόματος στέγασης (ταυτόχρονα με αλλαγή των κριτηρίων χορήγησης), όμως το μέτρο έχει ήδη «παγώσει» μέχρι νεωτέρας και λόγω δημοσιονομικού κόστους αλλά και λόγω του ότι η αλλαγή των κριτηρίων μπορεί να μειώσει αισθητά τον αριθμό των δικαιούχων.

5. Μείωση φόρου για τους ιδιοκτήτες ακινήτων. Είναι το αίτημα των ιδιοκτητών οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η αύξηση του καθαρού εισοδήματος μέσω της μείωσης της φορολογίας θα συγκρατήσει τα ενοίκια και θα αυξήσει το ενδιαφέρον για ενοικιάσεις κλειστών ακινήτων. Το μέτρο σκοντάφτει και στο δημοσιονομικό κόστος (τα δηλωθέντα εισοδήματα ξεπερνούν ήδη τα 11 δισ. ευρώ) αλλά και στη σοβαρή φοροδιαφυγή που καταγράφεται στη συγκεκριμένη κατηγορία εισοδημάτων.

6. Αυστηροποίηση των μέτρων για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, καθώς τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί («πάγωμα» στα τρία κεντρικά διαμερίσματα της Αθήνας) δεν έχουν ανακόψει τον αριθμό των μισθώσεων, με τη Eurostat να καταγράφει νέο ρεκόρ διανυκτερεύσεων για το 2024.

Διαβάστε ακόμη: