Ένα παράδοξο της απόφασης του προέδρου Τζο Μπάιντεν να τερματίσει τον πόλεμο στο Αφγανιστάν είναι η δέσμευσή του να συνεχίσει να δίνει την ευρύτερη μάχη κατά της τρομοκρατίας, ακόμη και στη χώρα την οποία μόλις εγκατέλειψε.
Το τελευταίο αποτελεί μόνιμη επωδό της κυβέρνησης του Μπάιντεν από τότε που ανακοίνωσε την άνευ όρων αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν τον Απρίλιο. Ο πρόεδρος μίλησε για μια “μακροσκοπική ικανότητα η οποία θα μας επιτρέψει να κρατήσουμε τα μάτια μας σταθερά στραμμένα σε οποιεσδήποτε άμεσες απειλές για τις Ηνωμένες Πολιτείες στην περιοχή”.
Η μακρόθεν πίεση είναι μια απάτη
Μετά την επίθεση αυτοκτονίας στο αεροδρόμιο της Καμπούλ την περασμένη εβδομάδα η οποία κόστισε τη ζωή σε 13 Αμερικανούς στρατιωτικούς, ο Μπάιντεν υποσχέθηκε ότι θα “κυνηγήσει” τους δράστες. Την Τρίτη, προειδοποίησε τους δράστες της συγκεκριμένης επίθεσης, δηλαδή το Ισλαμικό Κράτος στο Χορασάν (ISIS-K): “Δεν τελειώσαμε ακόμα μαζί σας”.
Είναι πιθανό ο πρόεδρος και οι συνεργάτες του να τα πιστεύουν όλα αυτά. Κανείς άλλος δεν πρέπει να το κάνει.
Η παράδοση άνευ όρων του Μπάιντεν στο Αφγανιστάν και οι προβλέψιμες συνέπειες αυτής της απόφασης κατέστησαν την αποτελεσματική αντιτρομοκρατική πολιτική εκεί αδύνατη. Η νίκη των Ταλιμπάν οδήγησε στην κατάρρευση του αφγανικού στρατού και των υπηρεσιών Πληροφοριών που βοηθούσαν στην παρακολούθηση ανταρτών και τρομοκρατών στην ασιατική χώρα.
Αυτό αφήνει δύο επιλογές. Η κυβέρνηση Μπάιντεν μπορεί να συνεχίσει την επαίσχυντη “συνεργασία” της με τους Ταλιμπάν με στόχο να εκριζώσει το ISIS-K. Κάτι τέτοιο θα καταλήξει στη νομιμοποίηση και ίσως ακόμη και στη χρηματοδότηση μιας πολιτικοστρατιωτικής οντότητας, των Ταλιμπάν, η οποία είναι συνυφασμένη με την Αλ Κάιντα.
Ο μικρότερος γιος του πνευματικού ηγέτη των Ταλιμπάν, για παράδειγμα, προσφέρθηκε εθελοντικά να πραγματοποιήσει βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας το 2017, ενώ ο νέος αρχηγός ασφαλείας στην Καμπούλ είναι ένας – χαρακτηρισμένος από τις ΗΠΑ ως – τρομοκράτης, με 5 εκατομμύρια δολάρια να προσφέρονται για το κεφάλι του. Φαίνεται πιθανή ή επιθυμητή μια αντιτρομοκρατική συνεργασία με μια τέτοια δύναμη;
Πύραυλοι Κρουζ
Η άλλη επιλογή για την εκστρατεία του Μπάιντεν κατά του ISIS-K ή της Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν είναι εκείνη που είναι γνωστή ως “διπλωματία πυραύλων Κρουζ”, η οποία επιδεικνύει ένα είδος ισχύος, χωρίς τις επιπλοκές και το απρόβλεπτο της συμμετοχής χερσαίων δυνάμεων.
Ένας πρόεδρος μπορεί να διατάξει αεροπορική επίθεση σε ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης ή σε ένα εργοστάσιο όπλων, σε απάντηση τρομοκρατικής επίθεσης ή κάποιας άλλης προσβολή των συμφερόντων και της τιμής των ΗΠΑ, όπως ήταν η απόφαση του Σαντάμ Χουσεΐν να αποβάλει τους επιθεωρητές όπλων μαζικής καταστροφής από το Ιράκ.
Ο πρώην πρόεδρος Μπιλ Κλίντον χρησιμοποίησε διπλωματία πυραύλων Κρουζ το 1998, όταν η Αλ Κάιντα επιτέθηκε στις πρεσβείες των ΗΠΑ στην Κένυα και την Τανζανία.
Ένας από τους στόχους του Κλίντον ήταν το συγκρότημα al-Shifa στο Χαρτούμ του Σουδάν. Εκείνη την εποχή, ο Κλίντον ισχυρίστηκε ότι επρόκειτο για μια εγκατάσταση με δεσμούς με την Αλ Κάιντα, όπου παραγόταν νευροπαραλυτικό αέριο. Αυτή η πληροφορία αποδείχθηκε λανθασμένη – και η σουδανική κυβέρνηση, από την πλευρά της, ισχυρίζεται εδώ και χρόνια ότι η al-Shifa ήταν εργοστάσιο παραγωγής ασπιρίνης.
Επιστρέφοντας στο παρόν, οι παραλληλισμοί είναι προφανείς. Η επίθεση με μη επανδρωμένο αεροσκάφος την Κυριακή για την οποία το Πεντάγωνο είπε αρχικά ότι είχε σταματήσει ένα όχημα παγιδευμένο με εκρηκτικά το οποίο κατευθυνόταν προς το αεροδρόμιο της Καμπούλ μοιάζει να έπληξε κάτι άλλο. Λίγες ώρες αργότερα, μια οικογένεια από την Καμπούλ είπε ότι οι ΗΠΑ χτύπησαν λάθος στόχο.
Η δυσκολία απόκτησης έγκαιρης και ακριβούς πληροφόρησης κατά στόχων χωρίς αμερικανική παρουσία στο έδαφος δεν είναι η μόνη παραλληλία. Όπως έμαθε ολόκληρη η χώρα την περασμένη εβδομάδα, η πρώτη επίθεση με μη επανδρωμένο αεροσκάφος εναντίον ενός “επιτελικού στελέχους σχεδίασης επιθέσεων” του ISIS-K ήταν απάντηση σε μια τρομοκρατική ενέργεια.
Οδυνηρά σαφές
Υπάρχει ένας λόγος που κανένας πρόεδρος των ΗΠΑ τα τελευταία 20 χρόνια δεν αποφάσισε να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματά από το Αφγανιστάν: επειδή οι ΗΠΑ ήταν εκεί για να αποτρέψουν μια νέα τρομοκρατική επίθεση της κλίμακας της 11ης Σεπτεμβρίου. Ο στόχος της αντιτρομοκρατικής πολιτικής μετά την 11η Σεπτεμβρίου ήταν η πρόληψη. Ο στόχος της διπλωματίας των πυραύλων Κρουζ ήταν η επίδειξη δύναμης αποτροπής και η προβολή της αποφασιστικότητας των ΗΠΑ.
Ένα μάθημα από τη διπλωματία πυραύλων Κρουζ είναι οδυνηρά σαφές: είναι δυστυχώς ανεπαρκής. Μετά τις επιθέσεις του Κλίντον εναντίον φερόμενων ως εγκαταστάσεων της Αλ Κάιντα το 1998, η οργάνωση επιτέθηκε στο USS Cole τον Οκτώβριο του 2000 και φυσικά στο World Trade Center και στο Πεντάγωνο τον Σεπτέμβριο του 2001.
Η μνήμη της 11ης Σεπτεμβρίου κράτησε την Αμερική στο Αφγανιστάν για 20 χρόνια – και ενώ η αποστολή ήταν χαώδης και οι μάχες αδιέξοδες, οι στρατιωτικές μπότες των ΗΠΑ στο έδαφος βοήθησαν να αποτραπεί μια νέα επίθεση κλίμακας 11/9 σε αμερικανικό έδαφος.
Τώρα ο Μπάιντεν πρόκειται να ανακαλύψει εάν οι ΗΠΑ θα μπορέσουν να αποτρέψουν τρομοκρατικές επιθέσεις στο εσωτερικό τους χωρίς στρατεύματα στο Αφγανιστάν, από όπου προήλθαν αυτές οι τελευταίες επιθέσεις.
Για χάρη του ίδιου και της χώρας, θα πρέπει να θυμάται το μάθημα ότι η διπλωματία πυραύλων Κρουζ δεν εμποδίζει την τρομοκρατία να εκδηλωθεί. Απλώς την τιμωρεί – κι αυτό μόνο μετά την εκδήλωσή της.
Η αφγανική κρίση μετατρέπεται σε σενάριο καταστροφής για τον Μπάιντεν