Κορκίδης: «Νέα οπτική γωνία και γνωσιακό επίπεδο απαιτεί το εμπόριο»
Οι βασικοί παράγοντες που θα διαμορφώσουν και θα καθοδηγήσουν το εμπόριο στην «επόμενη ημέρα» της πανδημίας πρέπει να απασχολήσουν τώρα το ενδιαφέρον τόσο των αρμόδιων οργάνων της πολιτείας, όσο και των φορέων εκπροσώπησης…
Οι βασικοί παράγοντες που θα διαμορφώσουν και θα καθοδηγήσουν το εμπόριο στην «επόμενη ημέρα» της πανδημίας πρέπει να απασχολήσουν τώρα το ενδιαφέρον τόσο των αρμόδιων οργάνων της πολιτείας, όσο και των φορέων εκπροσώπησης του εμπορικού κόσμου. Τα συμπεράσματα για τις επιπτώσεις και τις αλλαγές που επέφερε στο εμπόριο η πανδημία είναι προφανές ότι δείχνουν την ανάγκη διαμόρφωσής του στην κατεύθυνση να δοθεί έμφαση στο ανθρώπινο δυναμικό, δηλαδή στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων εργαζομένων σε ένα περιβάλλον ταχέως μεταβαλλόμενο και ψηφιοποιούμενο διαρκώς.
Τα επιμελητήρια έχουν καταστήσει σαφές, ότι στέκονται αρωγοί σε κάθε περίπτωση πολιτικής, που θα στοχεύσει στην περαιτέρω βελτίωση των δεξιοτήτων του σημερινού εργαζόμενου, με στόχο να φέρει πιο κοντά το αυριανό στέλεχος στην επιχειρηματική πραγματικότητα και τις ανάγκες που σήμερα διαμορφώνει η αγορά σε πρακτικό επίπεδο. Το επόμενο γνωσιακό επίπεδο του σύγχρονου εμπορίου, με ό,τι θετικό συνεπάγεται, επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι από τις 60.000 επιχειρήσεις λιανικής σε αναστολή λειτουργίας και στα τρία lockdown στη χώρα μας, μόνο 1.500 είχαν δυνατότητα ηλεκτρονικών πωλήσεων.
Στο καθαρά εμπορικό πεδίο, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, οι ρυθμοί μεγέθυνσης του κλάδου μετά την πανδημία μπορούν να αναμένονται ισχυρά θετικοί στην αρχή της εξόδου, αλλά να μετριάζονται γρήγορα, εάν δεν αντιδράσουμε έγκαιρα αξιοποιώντας το Ταμείο Ανάκαμψης με εξωστρέφεια, επενδύοντας σε εξαγωγές και επενδύσεις παγίων. Πιθανώς να απαιτηθεί ένα διαφορετικό μίγμα πολιτικής και μεταρρυθμίσεις δυναμικού χαρακτήρα, οι οποίες θα εδράζουν στη συσσωρευμένη εμπειρία από τα «παθήματα» της προηγούμενης κρίσης χρέους, αλλά και της βίαιης κρίσης που διαμόρφωσε η πανδημία.
Μία σύντομη ακτινογραφία του λιανεμπορίου στην Ελλάδα σήμερα δείχνει πως 1 στις 3 επιχειρήσεις είναι απειλούμενες των συνεπειών της πανδημίας, 6 στις 10 έχουν μείωση τζίρου από 40-60%, 7 στις 10 έχουν οφειλές στο Δημόσιο και τις τράπεζες, 8 στις 10 έχουν μεγάλη έλλειψη ρευστότητας και 9 στις 10 έχουν επηρεαστεί αρνητικά από τη πανδημία. Επίσης, 5 στις 10 εκτιμά ότι θέλει 8-24 μήνες να επανέλθει σε βιώσιμα επίπεδα, ενώ σχεδόν το σύνολο των 63.000 εμπορικών καταστημάτων που υπέστησαν το «ακορντεόν» αναστολής της λειτουργίας τους χρειάζονται «ζεστό χρήμα» για τις πρώτες αγορές εμπορευμάτων και υποχρεώσεων, που εκτιμάται σε 15.000 ευρώ για τις πολύ μικρές και πάνω από 30.000 ευρώ για τις ΜμΕ, ώστε να ανοίξουν και να μην ξανακλείσουν.
Η «μετά - covid εποχή» θα έχει μεγαλύτερη ανάγκη το ρόλο του κράτους για την διαμόρφωση μιας ευέλικτης, σε πρακτικό πάντα επίπεδο, εμπορικής πολιτικής. Η ανάκαμψη θα απαιτήσει άμεσα τις αλλαγές που δεν έγιναν, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα αυξηθούν οι εργοδότες και εργαζόμενοι στο εμπόριο με μειωμένα εισοδήματα, τα εμπορικά νοικοκυριά με υποχρεώσεις που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν και εμπορικά καταστήματα με μειούμενα έσοδα, που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Οι μικρομεσαίοι του εμπορίου έχουν ανάγκη ρυθμιστικών παρεμβάσεων ώστε από τα μέτρα επιδοματικής στήριξης εντός πανδημίας να γίνουν αποδέκτες κεφαλαίων βιώσιμης επανεκκίνησης στο τέλος της πανδημίας. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε να μεταλλαχθεί το εμπόριο χωρίς μικρομεσαίους, αλλά να επιδιώξουμε να μεταρρυθμιστεί με όλους τους μικρομεσαίους. Είτε μέσα από μία ψηφιακή προσέγγιση, όπως αυτή που μόλις ξεκίνησε, είτε μέσα από μία συνολική αναθεώρηση της οπτικής γωνίας υπό την οποία βλέπουμε τις εξελίξεις στην κατανάλωση θα μπορέσουμε να προσεγγίσουμε με επιτυχία το διαγραφόμενο μέλλον του μικρομεσαίου εμπορίου σε διάρκεια 20ετίας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Radar.gr.
Οι βασικοί παράγοντες που θα διαμορφώσουν και θα καθοδηγήσουν το εμπόριο στην «επόμενη ημέρα» της πανδημίας πρέπει να απασχολήσουν τώρα το ενδιαφέρον τόσο των αρμόδιων οργάνων της πολιτείας, όσο και των φορέων εκπροσώπησης του εμπορικού κόσμου. Τα συμπεράσματα για τις επιπτώσεις και τις αλλαγές που επέφερε στο εμπόριο η πανδημία είναι προφανές ότι δείχνουν την ανάγκη διαμόρφωσής του στην κατεύθυνση να δοθεί έμφαση στο ανθρώπινο δυναμικό, δηλαδή στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων εργαζομένων σε ένα περιβάλλον ταχέως μεταβαλλόμενο και ψηφιοποιούμενο διαρκώς.
Τα επιμελητήρια έχουν καταστήσει σαφές, ότι στέκονται αρωγοί σε κάθε περίπτωση πολιτικής, που θα στοχεύσει στην περαιτέρω βελτίωση των δεξιοτήτων του σημερινού εργαζόμενου, με στόχο να φέρει πιο κοντά το αυριανό στέλεχος στην επιχειρηματική πραγματικότητα και τις ανάγκες που σήμερα διαμορφώνει η αγορά σε πρακτικό επίπεδο. Το επόμενο γνωσιακό επίπεδο του σύγχρονου εμπορίου, με ό,τι θετικό συνεπάγεται, επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι από τις 60.000 επιχειρήσεις λιανικής σε αναστολή λειτουργίας και στα τρία lockdown στη χώρα μας, μόνο 1.500 είχαν δυνατότητα ηλεκτρονικών πωλήσεων.
Στο καθαρά εμπορικό πεδίο, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, οι ρυθμοί μεγέθυνσης του κλάδου μετά την πανδημία μπορούν να αναμένονται ισχυρά θετικοί στην αρχή της εξόδου, αλλά να μετριάζονται γρήγορα, εάν δεν αντιδράσουμε έγκαιρα αξιοποιώντας το Ταμείο Ανάκαμψης με εξωστρέφεια, επενδύοντας σε εξαγωγές και επενδύσεις παγίων. Πιθανώς να απαιτηθεί ένα διαφορετικό μίγμα πολιτικής και μεταρρυθμίσεις δυναμικού χαρακτήρα, οι οποίες θα εδράζουν στη συσσωρευμένη εμπειρία από τα «παθήματα» της προηγούμενης κρίσης χρέους, αλλά και της βίαιης κρίσης που διαμόρφωσε η πανδημία.
Μία σύντομη ακτινογραφία του λιανεμπορίου στην Ελλάδα σήμερα δείχνει πως 1 στις 3 επιχειρήσεις είναι απειλούμενες των συνεπειών της πανδημίας, 6 στις 10 έχουν μείωση τζίρου από 40-60%, 7 στις 10 έχουν οφειλές στο Δημόσιο και τις τράπεζες, 8 στις 10 έχουν μεγάλη έλλειψη ρευστότητας και 9 στις 10 έχουν επηρεαστεί αρνητικά από τη πανδημία. Επίσης, 5 στις 10 εκτιμά ότι θέλει 8-24 μήνες να επανέλθει σε βιώσιμα επίπεδα, ενώ σχεδόν το σύνολο των 63.000 εμπορικών καταστημάτων που υπέστησαν το «ακορντεόν» αναστολής της λειτουργίας τους χρειάζονται «ζεστό χρήμα» για τις πρώτες αγορές εμπορευμάτων και υποχρεώσεων, που εκτιμάται σε 15.000 ευρώ για τις πολύ μικρές και πάνω από 30.000 ευρώ για τις ΜμΕ, ώστε να ανοίξουν και να μην ξανακλείσουν.
Η «μετά – covid εποχή» θα έχει μεγαλύτερη ανάγκη το ρόλο του κράτους για την διαμόρφωση μιας ευέλικτης, σε πρακτικό πάντα επίπεδο, εμπορικής πολιτικής. Η ανάκαμψη θα απαιτήσει άμεσα τις αλλαγές που δεν έγιναν, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα αυξηθούν οι εργοδότες και εργαζόμενοι στο εμπόριο με μειωμένα εισοδήματα, τα εμπορικά νοικοκυριά με υποχρεώσεις που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν και εμπορικά καταστήματα με μειούμενα έσοδα, που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Οι μικρομεσαίοι του εμπορίου έχουν ανάγκη ρυθμιστικών παρεμβάσεων ώστε από τα μέτρα επιδοματικής στήριξης εντός πανδημίας να γίνουν αποδέκτες κεφαλαίων βιώσιμης επανεκκίνησης στο τέλος της πανδημίας. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε να μεταλλαχθεί το εμπόριο χωρίς μικρομεσαίους, αλλά να επιδιώξουμε να μεταρρυθμιστεί με όλους τους μικρομεσαίους. Είτε μέσα από μία ψηφιακή προσέγγιση, όπως αυτή που μόλις ξεκίνησε, είτε μέσα από μία συνολική αναθεώρηση της οπτικής γωνίας υπό την οποία βλέπουμε τις εξελίξεις στην κατανάλωση θα μπορέσουμε να προσεγγίσουμε με επιτυχία το διαγραφόμενο μέλλον του μικρομεσαίου εμπορίου σε διάρκεια 20ετίας.