Ένα από τα μεγαλύτερα δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας τις τελευταίες δεκαετίες ήταν η αποβιομηχάνιση. Ένα πρόβλημα που, σε συνδυασμό με τον προσανατολισμό του αναπτυξιακού μοντέλου αποκλειστικά σχεδόν στην κατανάλωση, στις εισαγωγές και στις εσωστρεφείς υπηρεσίες, βρέθηκε στη ρίζα της οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας.

Πλέον συμφωνούμε όλοι ότι η δυνατότητα ανάπτυξης της χώρας εξαρτάται από τον βαθμό στον οποίο η Ελλάδα θα επιτύχει τη μετάβαση της οικονομίας της σε ένα νέο, υγιέστερο παραγωγικό μοντέλο. Ένα μοντέλο το οποίο θα δημιουργεί ποιοτικές θέσεις εργασίας. Θα ενσωματώνει την τεχνολογία και την καινοτομία. Θα έχει εξωστρεφή προσανατολισμό.

Ο τομέας της βιομηχανίας μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά σε αυτή την προσπάθεια. Μπορεί να επιταχύνει τη μεγέθυνση της οικονομίας, να βοηθήσει στην ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας, αλλά και στη δημιουργία περισσότερων και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων απασχόλησης. Είναι γνωστό, επίσης, ότι η μεταποίηση μπορεί σε περιόδους κρίσεις να διαδραματίσει σταθεροποιητικό ρόλο για μια οικονομία. Δεν είναι τυχαίο ότι στην τελευταία μεγάλη οικονομική κρίση, αυτή του 2008, οι χώρες που είχαν ισχυρή βιομηχανία έδειξαν μεγαλύτερες αντοχές και κατάφεραν να ανακάμψουν ταχύτερα.

Ακόμη δεν γνωρίζουμε αν θα υπάρξουν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της πανδημίας στον τουρισμό και ποιες θα είναι αυτές. Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα πρέπει άμεσα να επανεξετάσουμε το αναπτυξιακό μίγμα της ελληνικής οικονομίας. Πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτή την περίοδο ως ευκαιρία για να εστιάσουμε στρατηγικά στην ανάπτυξη και στη ενίσχυση νέων, δυναμικών και εξωστρεφών παραγωγικών κλάδων.

Το έδαφος που πρέπει να καλύψουμε είναι σημαντικό. Η Ελλάδα εξακολουθεί σήμερα να έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής της μεταποίησης στο ΑΕΠ και από τα χαμηλότερα ποσοστά εξαγωγών αγαθών μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι ελληνικές εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων το 2019 ήταν 9,2% του ΑΕΠ, ενώ ο μέσος όρος για εννέα ευρωπαϊκές χώρες, πληθυσμιακά συγκρίσιμες με την Ελλάδα, ανερχόταν στο 38,2%.

Στην προσπάθεια να αυξηθούν αυτά τα ποσοστά θα πρέπει να αντιμετωπιστούν σημαντικά προβλήματα και αδυναμίες, όπως είναι το κενό που δημιουργήθηκε τα προηγούμενα χρόνια όσον αφορά τις πάγιες εταιρικές επενδύσεις, μια κατακερματισμένη παραγωγική βάση, η οποία στηρίζεται σε πολυάριθμες μικρές μονάδες, με χαμηλά συγκριτικά με τον ανταγωνισμό επίπεδα παραγωγικότητας και εξωστρέφειας, η υστέρηση στην καινοτομία, αλλά και μια σειρά από εμπόδια που υποβαθμίζουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας και αποτρέπουν νέες επενδύσεις: υψηλή φορολογία και υψηλό ενεργειακό κόστος, γραφειοκρατία, ελλιπές και δύσβατο χωροταξικό πλαίσιο, δυσκολίες πρόσβασης σε χρηματοδότηση και πολλά άλλα.

Έχουν γίνει θετικά βήματα

Είναι αλήθεια ότι το τελευταίο διάστημα έχουν γίνει αρκετά θετικά βήματα για την άρση κάποιων από αυτά τα εμπόδια, με το νέο αναπτυξιακό νόμο, με τις αλλαγές στη φορολογία κ.ά. Πρέπει όμως να γίνουν περισσότερα και ταχύτερα. Για τον σκοπό αυτό, απαιτούνται πόροι, σχέδιο και ισχυρή βούληση.Τα κονδύλια που θα λάβει η χώρα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ, μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στην αύξηση του μεριδίου της βιομηχανίας στο ΑΕΠ.

Μπορούν να αξιοποιηθούν για την ενθάρρυνση της επιχειρηματικής μεγέθυνσης με κίνητρα και ενισχύσεις για τη συγχώνευση μικρών επιχειρηματικών μονάδων, για την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού του κλάδου και τη μετάβαση στο νέο μοντέλο βιομηχανικής παραγωγής, γνωστό ως Βιομηχανία 4.0, για την αναβάθμιση της καινοτομίας, με ενίσχυση του τριγώνου της γνώσης, δημιουργία κόμβων καινοτομίας και παροχή κινήτρων για την προσέλκυση επενδύσεων από μεγάλες εταιρίες του εξωτερικού.

Παράλληλα, θα απαιτηθεί η εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για τη μεταποίηση, με οριζόντιες παρεμβάσεις, αλλά και εξειδικευμένες πολιτικές για την ενίσχυση δυναμικών κλάδων. Σε αυτές περιλαμβάνονται οριζόντια φορολογικά μέτρα, άρση εμποδίων και αντικινήτρων, σε όλο το φάσμα της επενδυτικής διαδικασίας, πολιτικές για τη μείωση του ενεργειακού κόστους, αναβάθμιση του χωροταξικού πλαισίου για τη βιομηχανία, ειδικές πολιτικές ενίσχυσης σε κλάδους με εξωστρεφή δυναμική και υψηλή προστιθέμενη αξία, καθώς και κίνητρα για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, οι οποίες θα προσθέσουν τεχνογνωσία, θα παρέχουν τη δυνατότητα εισόδου σε νέες αγορές ή αγορές υψηλότερης προστιθέμενης αξίας.

Να ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις

Παράλληλα με αυτές τις δράσεις, θα πρέπει να προχωρήσουν και να ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, στη φορολογία, στην κοινωνική ασφάλιση, στη δημόσια διοίκηση, στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης, στην εκπαίδευση, στο σύστημα υγείας κ.ά. Μέσα από την υλοποίηση μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής, με τις παραπάνω προδιαγραφές, μπορούμε να ελπίζουμε στη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας, στην παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας και εξειδίκευσης, αλλά και στη δημιουργία νέων, πλήρους απασχόλησης και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα μοντέλο ανάπτυξης περισσότερο διαφοροποιημένο, βιώσιμο και ανθεκτικό στις εκάστοτε αναταράξεις του διεθνούς περιβάλλοντος.

Πρόκειται για μια προσπάθεια, η οποία θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό την δυνατότητα πραγματικής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια.

Δείτε όλες τις  τελευταίες Ειδήσεις από την  Ελλάδα και τον  Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο  Radar.gr.