Βρέθηκε νεκρός ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ, Σήφης Βαλυράκης.  Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα πληροφορίες, ο 78χρονος πρώην υπουργός γλίστρησε από το φουσκωτό σκάφος του, υπό αδιευκρίνιστες ακόμα συνθήκες κι έπεσε στη θάλασσα.

Οι αξιωματικοί του Λιμενικού δεν αποκλείουν να χτύπησε σε κάποιο σημείο του σκάφους, με αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις του και να βρεθεί στο νερό. Μπορεί όμως να αναγκάστηκε να κολυμπήσει για ώρες στη θάλασσα, μέχρι που τον εγκατέλειψαν οι δυνάμεις του.

Το φουσκωτό του βρέθηκε προσαραγμένο με τη μηχανή να δουλεύει κανονικά. Έτσι το πιθανότερο είναι ότι έπεσε στη θάλασσα είτε γιατί γλίστρησε, είτε γιατί λιποθύμησε και το σκάφος του συνέχισε κανονικά την πορεία του, μέχρι που εντοπίστηκε από τους Λιμενικούς κατά τη διάρκεια των ερευνών.

Μια ακόμα εκδοχή που δίνουν οι άνδρες του Λιμενικού είναι να γλίστρησε και να χτύπησε στην προπέλα του σκάφους, καθώς όταν ανασύρθηκε η σορός του, διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί ακρωτηριασμό σε δάχτυλο του αριστερού του χεριού.

Εξετάζεται τέλος και το ενδεχόμενο να χτυπήθηκε από δεύτερο σκάφος καθώς προσπαθούσε να κολυμπήσει για να βγει στη στεριά.

Το χρονικό της τραγωδίας

Όλα ξεκίνησαν το μεσημέρι της Κυριακής. Ο Σήφης Βαλυράκης, ο οποίος βρισκόταν με τη σύζυγό του στο εξοχικό τους στην Ερέτρια, αποφάσισε να πάει μόνος του για ψαροτούφεκο, όπως έκανε τόσα χρόνια.

Το σημείο, όπου βρέθηκε νεκρός ο Σήφης Βαλυράκης

Οι ώρες όμως περνούσαν και ο πρώην υπουργός δεν έδινε σημεία ζωής, με αποτέλεσμα η σύζυγός του, γνωστή εικαστικός, Μίνα Παπαθεοδώρου Βαλυράκη να ανησυχήσει και να ειδοποιήσει το Λιμενικό.

Άλλωστε δεν καθυστερούσε ποτέ να επιστρέψει από το αγαπημένο του χόμπι και όποτε συνέβαινε κάτι τέτοιο, φρόντιζε πάντα να ειδοποιεί.

Αμέσως ξεκίνησαν οι έρευνες από τους λιμενικούς, οι οποίοι εντόπισαν το φουσκωτό του με αναμμένη τη μηχανή σχεδόν δύο ναυτικά μίλια από την Ερέτρια. Το σκάφος ήταν άδειο και υπήρχαν σε αυτό δύο ψαροτούφεκα. Λίγο πριν τις 21:00 ο Σήφης Βαλυράκης βρέθηκε νεκρός, ένα ναυτικό μίλι από το σημείο, όπου βρέθηκε το σκάφος του στο «Νησί των Ονείρων» ή Πεζονήσι όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι.

Στις έρευνες συμμετείχαν πέντε πλωτά του λιμενικού, ιδιωτικά σκάφη, ο σύλλογος ΕΣΔΔΕ από την Ερέτρια, η Ομάδα Διάσωσης Εύβοιας – Rescue Team 312, ενώ απογειώθηκε και ελικόπτερο του Πολεμικού Ναυτικού καθώς έσπευσαν άνδρες της Μονάδας Υποβρυχίων αποστολών.

Ποιος ήταν ο Σήφης Βαλυράκης

Με σενάριο κινηματογραφικής ταινίας μοιάζει η ζωή του Σήφη Βαλυράκη που έχει ταυτιστεί με την περιπετειώδη αντίσταση κατά της χούντας των συνταγματαρχών αλλά και την προσπάθεια αποκατάστασης της Δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης τα χρόνια που ακολούθησαν.

Ο Σήφης Βαλυράκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1943. Ο πατέρας του, Γιάννης Βαλυράκης, ήταν αξιωματικός του Στρατού Ξηράς και βουλευτής της Ένωσης Κέντρου. Σπούδασε ηλεκτρονικός μηχανικός στη Γερμανία και τη Σουηδία, με ειδίκευση στους βιομηχανικούς αυτοματισμούς.

Στα χρόνια της επταετίας της χούντας των συνταγματαρχών εντάχθηκε στην αντίσταση και στο ένοπλο παρακλάδι του ΠΑΚ. Το καθεστώς της 21ης Απριλίου τον συνέλαβε το 1971 για βομβιστικές επιθέσεις, τον φυλάκισε στο ΕΑΤ – ΕΣΑ και τον βασάνισε φρικτά.

Ο ίδιος όμως κατάφερε να αποδράσει κόβοντας τα κάγκελα του κελιού του και προκαλώντας καταστροφικό βραχυκύκλωμα στο ηλεκτρικό δίκτυο των φυλακών. Επιχείρησε να διαφύγει στην Γιουγκοσλαβία κρυμμένος στην στέγη ενός τραίνου. Όμως, για κακή του τύχη το τραίνο σταμάτησε για ανεφοδιασμό στα σύνορα. Οι προβολείς των φυλακίων τον εντόπισαν με αποτέλεσμα να συλληφθεί για δεύτερη φορά και να οδηγηθεί στις σκληρές φυλακές της Κέρκυρας.

Τελικά καταφέρνει και πάλι να αποδράσει και να αναζητήσει καταφύγιο στην Αλβανία του Χότζα κολυμπώντας εως τα παράλια της γειτονικής χώρας.

Ο ίδιος σε παλαιότερο άρθρο του για την χούντα και τις αποδράσεις του, είχε γράψει

«Θυμάμαι την απόδραση μου από τις φυλακές της Κέρκυρας την νύκτα 19 Μαΐου 1971,τον τραυματισμό στο πέσιμο από το πανύψηλο εξωτερικό τοίχο της φυλακής, του συντρόφου μου Μπάμπη Γεωργακάκη, από την Κοξαρέ του Ρεθύμνου. Θυμάμαι το νυκτερινό πέρασμα στα παγωμένα ρεύματα, κολυμπώντας στο στενό από την Κέρκυρα στην Αλβανία, την σύλληψη μου από την συνοριακή περίπολο των Αλβανών στρατιωτών.

Δεν μπορώ να ξεχάσω την τρίχρονη καταδίκη μου από «λαϊκό δικαστήριο» στους Άγιους Σαράντα για τη παραβίαση των αλβανικών συνόρων, τους 18 μήνες στο «σταλινικό» στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας της Αλβανίας στο Fierι (περιγραφή Σολζενίτσιν στο βιβλίο του «Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς»). Δεν ξεχνώ τον πόνο της πείνας, το ψωμί με πριονίδι, τον πόνο του κρύου βουτηγμένοι στην λάσπη του χειμώνα, την αφόρητη ζέστη κάτω από τη κυματοειδή αμιαντοσανίδα της σκεπής του αλβανικού στρατοπέδου το καλοκαίρι, τα ζωύφια που έστηναν χορό στην ανιπλυσιά μας.

Νοέμβριος 1973, στα μεγάφωνα προπαγάνδας του Emver Hotza χλιαρή αναφορά, ταραχές στο πολυτεχνείο στην Αθήνα, υπάρχουν νεκροί και τραυματίες. Αλλαγή φρουράς στην Αθήνα, πέφτει ο δικτάτορας συνταγματάρχης Παπαδόπουλος. Έρχεται ο Δικτάτορας ταξίαρχος Ιωαννίδης. Θεαματική αλλαγή στην συμπεριφορά των Αλβανών. Ο ίδιος αυτοπροσώπως, ο διοικητής του στρατοπέδου με καλεί στο γραφείο του! Μου ανακοινώνει «επισήμως» πως η Αλβανική Βουλή (kouventipopulor) μου χαρίζει το υπόλοιπο της ποινής μου, με διαβεβαιώνει ότι ελευθερώνομαι, ούτε αυτός το πίστευε!

Με «εξαφανίζουν» στο πουθενά, με παχαίνουν με υπερσίτιση, με ντύνουν με κουστούμι «μιας χρήσης» και με φορτώνουν«cargo» με απόλυτη μυστικότητα, την τελευταία στιγμή στο μικρό ελικοφόρο UPI χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα, με ένα πεντοδόλαρο στο χέρι και «τράνζιτ» στο αεροδρόμιο της Ρώμης, Fumitsino.

Ήμουν ελεύθερος, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Από το αεροδρόμιο της Ρώμης επικοινωνώ με τη Στοκχόλμη, την έδρα μου και η είδηση της απελευθέρωσης μου γίνεται γνωστή στους συναγωνιστές μου.

Οι καραμπινιέροι με φιλοξενούν στο τμήμα ασφαλείας του Fumitsino, μεταφέροντας μου το καλωσόρισμα και τις ευχές του προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας. Ο Αλέκος Παναγούλης με την Οριάνα Φαλάτσι με βρίσκουν πρώτοι λίγο μετά τα μεσάνυχτα, αγκαλιές και φιλιά, «μου θυμίζεις μυρωδιά φυλακής» μου λέει ο Αλέκος.

Το πρωί, με ειδική άδεια της Ιταλικής κυβέρνησης, με βγάζει από το αεροδρόμιο η Αμαλία Φλέμινγκ. Η Αμαλία με φιλοξενεί στο σπίτι της στη Ρώμη με λίγες από τις γάτες της. Ο μουσμούσης της είχε μήνη αιχμάλωτος στην Αθήνα.

Η συνάντηση μου με τον ενθουσιώδη Ανδρέα Παπανδρέου, στη σκιά του Περσέα να κραδαίνει το κομμένο κεφάλι της Μέδουσας, ολοκληρώνει τα καλωσορίσματα. Υπήρχε δουλειά να γίνει, το αντιδικτατορικό κίνημα, ο αγώνας για την δημοκρατία δεν περιμένει, οφείλαμε να ξανακερδίσουμε την χώρα μας».

Όπως γράφει o Σήφης Βαλυράκης, το καθεστώς του Χότζα τον θεωρεί κατάσκοπο της χούντας και του επιβάλει ποινή τριών ετών σε καταναγκαστικά έργα στο στρατόπεδο του Φίερι. Όμως ο Ανδρέας Παπανδρέου κινητοποίησε τις επαφές του με το διεθνές Μαοϊκό και φιλοκινεζικό κίνημα (εκείνη την εποχή η Αλβανία ήταν δορυφόρος της Κίνας του Μάο) για να τον σώσει. Τελικά ο πρίγκιπας της Καμπότζης Σιχανούκ, στενός φίλος του Ανδρέα Παπανδρέου, επενέβη στους Κινέζους, οι οποίοι επενέβησαν στους Αλβανούς, και έτσι ο Σήφης Βαλυράκης αφέθηκε ελεύθερος.

Πορεία στην Πολιτική σκηνή της χώρας

Ο Σήφης Βαλυράκης εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Χανίων με το ΠΑΣΟΚ το 1977. Διετέλεσε υφυπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών (Οκτώβριος 1981 – Νοέμβριος 1984), υφυπουργός Πολιτισμού με αρμοδιότητα τον Αθλητισμό (Ιούλιος 1985 – Ιούνιος 1988), υφυπουργός Δημόσιας Τάξης (Ιούνιος 1988 – Ιούλιος 1989 και Ιούλιος 1994 – Μάρτιος 1995) και υπουργός Δημόσιας Τάξης (Μάρτιος 1995 – Ιανουάριος 1996).

Την 1η Φεβρουαρίου 2009 ο Σήφης Βαλυράκης κρατήθηκε για αρκετές ώρες από τις αμερικάνικες αρχές αμέσως μετά την άφιξή του σε αεροδρόμιο της Νέας Υόρκης λόγω ανάκλησης της βίζας του ενώ πετούσε. Αυτό το περιστατικό επανέφερε στο προσκήνιο την παλιά έχθρα του Βαλυράκη με την αμερικανική κυβέρνηση, η οποία τη δεκαετία του ’80 τον θεωρούσε «προστάτη» της 17 Νοέμβρη.

Ήταν παντρεμένος με τη γνωστή ζωγράφο Μίνα Παπαθεοδώρου-Βαλυράκη, που έχει κερδίσει πολλά διεθνή βραβεία για τα έργα της. Το ζεύγος έχει αποκτήσει 2 παιδιά.