Η χώρα μας αποτελεί μοναδικό φαινόμενο παγκοσμίως όσον αφορά την ψηφιακή τηλεόραση. Σε όλες τις χώρες του κόσμου, με την ψηφιακή μετάβαση σε νέα τεχνολογικά πρότυπα –ειδικά μετά την αποκοπή των συχνοτήτων στα 700 MHz (2ο Ψηφιακό Μέρισμα)– αυξάνεται ο αριθμός των τηλεοπτικών καναλιών που μεταδίδονται επίγεια. Στην Ελλάδα συμβαίνει το αντίθετο. Με την υιοθέτηση του μοντέλου DVB–T2/HEVC σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, αντί για το DVB-T, που ίσχυε την προηγούμενη δεκαετία, το μειωμένο τηλεοπτικό φάσμα χωράει περισσότερα κανάλια. Ήδη στο μοντέλο DVB-T2/HEVC έχουν προχωρήσει η Αγγλία, η Ιταλία, η Σουηδία, η Ισπανία, η Πολωνία, η Τσεχία, το Βέλγιο, η Φινλανδία, η Σερβία, η Κροατία, η Ρουμανία, η Αρμενία, η Εσθονία και η Αλβανία, ενώ στη Γερμανία και την Αυστρία υπάρχει ήδη πλήρης μετάβαση στο μοντέλο αυτό. Ο λόγος είναι πολύ απλός. Με το DVB-T2/HEVC σε μια πολυπλεξία (ψηφιακή συχνότητα) μπορούν να χωρέσουν, αντί για 6-8 κανάλια τυπικής ευκρίνειας (SD) ή 3-4 υψηλής ευκρίνειας (HD), έως και 12 τηλεοπτικά κανάλια υψηλής ευκρίνειας! Με αυτόν τον τρόπο λύνεται καθοριστικά η χωρητικότητα του μειωμένου φάσματος για την επίγεια ψηφιακή τηλεόραση ελεύθερης λήψης. Στην Ελλάδα, ωστόσο, η κυβέρνηση, αντί να υποχρεώσει τους παρόχους δικτύου (ΕΡΤ και Digea) να προχωρήσουν στις αναγκαίες τεχνολογικές επενδύσεις, αποδέχθηκε να συνεχιστεί η τηλεοπτική μετάδοση ψηφιακού σήματος σε τυπική ευκρίνεια (SD) έως και το 2022! Αυτό αποκλείει την είσοδο ανταγωνιστών από την Ευρώπη, ενώ δεν επιτρέπει και τη μείωση του κόστους απόκτησης των αδειών. Μέχρι τώρα δεν υπάρχει επίσης καμιά προετοιμασία για τη μετάβαση σε DVB-T2, πολύ περισσότερο στο μοντέλο του HEVC. Η πολιτική αυτή ωφελεί τους παρόχους δικτύου γιατί δεν κάνουν επενδύσεις, ενώ, επιπλέον, η Digea προβλέπεται να λάβει και αποζημίωση ύψους 547.916 ευρώ για κάθε έτος μέχρι να εφαρμόσει το DVB-T2, επειδή έχασε τη μία από τις τέσσερεις ψηφιακές συχνότητες, που της είχαν δοθεί το 2014, λόγω του 5G.