Το 2020 αποτέλεσε ένα έτος δοκιμασίας και καμπής τόσο για την παγκόσμια όσο και για την ελληνική οικονομία. Σύμφωνα και με πρόσφατη ανάλυση της Alpha Bank, η πανδημία του κορωνοϊού επιτάχυνε ραγδαία εξελίξεις που είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται νωρίτερα, και υποχρέωσε τα οικονομικά επιτελεία των κυβερνήσεων όλων των χωρών να ακολουθήσουν πρωτόγνωρες και σχεδόν αιρετικές, μερικούς μήνες πριν την πανδημία, πολιτικές παρέμβασης.
Πρωτοβουλίες από την Ε.Ε.
Τέλος, οδήγησε στην ανάληψη συντονισμένων πρωτοβουλιών από την Ευρωπαϊκή Ένωση, στους τομείς της υγείας και της οικονομίας, τις οποίες ουδείς ανέμενε τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον. Ειδικότερα, αποφασίστηκε η έκδοση συλλογικού χρέους, για πρώτη φορά, με σκοπό την αντιμετώπιση μιας οικονομικής κρίσης, μέσω της συγκέντρωσης του ιλιγγιώδους ποσού των Ευρώ 750 δισ. ευρώ, ενώ, παράλληλα, τέθηκαν οι βασικές αρχές για την αξιοποίησή του, δίδοντας έμφαση στην πράσινη μετάβαση και στην ψηφιακή οικονομία. Στην Ελλάδα, η υγειονομική κρίση έγινε αισθητή, κυρίως, ως μια διαταραχή της εξωτερικής ζήτησης, όπως φαίνεται από την κατακόρυφη πτώση των εξαγωγών υπηρεσιών κατά 80%, σε ετήσια βάση, στο τρίτο τρίμηνο του έτους, γεγονός που αντανακλά τη μεγάλη εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από την εισερχόμενη τουριστική κίνηση.
Όπως επισημαίνει στην ανάλυσή της η Alpha Bank, η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που υιοθετήθηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση έλαβε άνευ προηγουμένου διαστάσεις. Βεβαίως, το ίδιο συνέβη σε παγκόσμιο επίπεδο. Από κει και πέρα, η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας, κατά το τρέχον έτος, αλλά και τα μέτρα που έλαβε η Ελληνική Κυβέρνηση με σκοπό την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, όπως οι αναστολές πληρωμών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, η μείωση της προκαταβολής του φόρου εισοδήματος αλλά και η παροχή αποζημίωσης ειδικού σκοπού, προς τους εργαζόμενους των κλάδων που έχουν πληγεί από την πανδημία, η στήριξη των ανέργων κ.λπ., είχαν σημαντική επίπτωση και στα δημοσιονομικά μεγέθη της οικονομίας.
Το έλλειμμα
Σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό του 2021, το πρωτογενές έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης, υπό όρους ενισχυμένης εποπτείας, εκτιμάται σε -7,2% του ΑΕΠ (ευρώ 11,8 δισ.) το 2020 και -3,9% του ΑΕΠ (ευρώ 6,7 δισ.) το 2021. Το χρέος της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να ανέλθει στο 208,9% του ΑΕΠ το 2020, πριν εισέλθει και πάλι σε μια πτωτική πορεία το 2021, φθάνοντας το 199,6% του ΑΕΠ, ως αποτέλεσμα, κυρίως, της οικονομικής ανάκαμψης, δηλαδή της αύξησης του παρονομαστή του λόγου χρέος προς ΑΕΠ. Το ερώτημα τώρα είναι κατά πόσο αυτή η προσπάθεια έχει οδηγήσει σε αύξηση των δημοσιονομικών κινδύνων.
Η Alpha Bank διευκρινίζει, καταρχάς, ότι το φαινόμενο των ελλειμματικών δημοσιονομικών ισοζυγίων για το 2020 και των ελλειμματικών προϋπολογισμών, για το επόμενο έτος, συνιστά παγκόσμιο φαινόμενο. Παρά την επιδείνωση του οικονομικού κλίματος, λόγω της πανδημίας και την αύξηση του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ το 2020, οι αποδόσεις των χρεογράφων της Ελληνικής Κυβέρνησης παρέμειναν σε πτωτική τάση, αντικατοπτρίζοντας το ευνοϊκό προφίλ του ελληνικού χρέους που χαρακτηρίζεται από χαμηλές χρηματοδοτικές ανάγκες, για τα επόμενα δύο χρόνια, μια μακρά μέση περίοδο λήξης και σταθερά επιτόκια. Η ζήτηση για ελληνικά ομόλογα από τους διεθνείς επενδυτές παραμένει υψηλή, καθώς η χώρα διαθέτει ακόμη ένα σημαντικό απόθεμα ρευστότητας, ενώ, παράλληλα, στηρίζεται από το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, εξαιτίας της πανδημίας (Pandemic Emergency Purchase Programme, PEPP) της ΕΚΤ.
Δημοσιονομική χαλάρωση
Όπως σημειώνει και η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), το ξέσπασμα της πανδημίας και ο περιορισμός ή/και η αναστολή της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας διεθνώς εξέτρεψαν βιαίως την παγκόσμια οικονομία από την αναπτυξιακή της τροχιά, προκαλώντας μια χωρίς προηγούμενο υφεσιακή διαταραχή. Για το μετριασμό των επενεργειών της πανδημίας, οι κυβερνήσεις αντέδρασαν με προσωρινή αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων. Άσκησαν αντικυκλική πολιτική μέσω της απρόσκοπτης λειτουργίας των αυτόματων σταθεροποιητών, αλλά κυρίως με τη λήψη στοχευμένων μέτρων δημοσιονομικής στήριξης (επιδόματα και δάνεια) με σκοπό την προστασία των εισοδημάτων, της εργασίας και των σχέσεων εργοδότη-εργαζομένου.
Το δημόσιο χρέος
Η πολιτική αυτή όμως οδηγεί σε αύξηση του δημόσιου χρέους σε ιστορικώς υψηλά επίπεδα. Ιδίως δε ο φόβος από την εκθετική εξάπλωση της πανδημίας το χειμώνα οξύνει την οικονομική αβεβαιότητα και δυσχεραίνει την επιστροφή στην προ πανδημίας οικονομική ανάπτυξη, καθιστώντας σχεδόν ανέφικτη την τήρηση αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων στο άμεσο μέλλον. Αυτό σημαίνει ότι οι οικονομίες θα ζήσουν στο επόμενο χρονικό διάστημα με μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα και υψηλό δημόσιο χρέος. Αν και η ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής από τον περιορισμό των ισοσκελισμένων ή πλεονασματικών προϋπολογισμών όπως προβλέπεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης είναι επιβεβλημένη στην παρούσα συγκυρία, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι για να καταστεί η δημοσιονομική παρέμβαση αξιόπιστη και επομένως διατηρήσιμη είναι αναγκαίο:
Πρώτον, να διευκρινιστεί ότι η δυνατότητα χρήσης της μέγιστης δυνατής δημοσιονομικής ευελιξίας είναι προσωρινού μόνο χαρακτήρα
Δεύτερον, να καταγραφεί με ακρίβεια το είδος και η περίμετρος των μέτρων στήριξης, καθώς και η απόκλιση από το δημοσιονομικό στόχο
Τρίτον, να περιγραφεί η διαδικασία δημοσιονομικής προσαρμογής που θα ακολουθηθεί στην πορεία προς τη δημοσιονομική ισορροπία. Με άλλα λόγια, αν και οι έκτακτες περιστάσεις δικαιολογούν την προσφυγή σε αντικυκλική δημοσιονομική πολιτική, αυτό δεν πρέπει να γίνει με κόστος μια υπερβολικά μεγάλη διακριτική παρέμβαση που θα έθετε σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.
Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, η ΤτΕ επισημαίνει ότι η δημοσιονομική πολιτική μεταστράφηκε σε έντονα επεκτατική, προκειμένου να συμβάλει στον περιορισμό των αρνητικών επιπτώσεων της πανδημίας στην πραγματική οικονομία. Με σκοπό τη διατήρηση της οικονομίας σε λειτουργία, αλλά και τη διευκόλυνσή της μετά την επανεκκίνησή της, υιοθετήθηκε το πρώτο εξάμηνο σειρά έκτακτων επεκτατικών δημοσιονομικών παρεμβάσεων. Η έκτακτη δημοσιονομική παρέμβαση διευκολύνθηκε από τη συντονισμένη δράση της ενιαίας νομισματικής πολιτικής, με διατήρηση του κόστους δανεισμού σε ιστορικώς χαμηλά επίπεδα, και της δημοσιονομικής αντίδρασης σε επίπεδο Ε.Ε. με την ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής.
Κλιμακούμενη επιδείνωση
Το δεύτερο εξάμηνο του 2020 παρατηρήθηκε κλιμακούμενη επιδείνωση των επιδημιολογικών συνθηκών που επέβαλε τη σταδιακή λήψη επιπλέον δημοσιονομικών επεκτατικών παρεμβάσεων, οι οποίες εντάθηκαν μετά την επιβολή εκ νέου το Νοέμβριο του περιορισμού της κυκλοφορίας και των κοινωνικών επαφών των πολιτών και της αναστολής της λειτουργίας επιχειρήσεων. Ως εκ τούτου, το 2020 η δημοσιονομική πολιτική διαμορφώνεται ακόμη περισσότερο επεκτατική έναντι του 2019 και οπωσδήποτε περισσότερο από ό,τι υπαγόρευε η Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού αλλά και το Πρόγραμμα Σταθερότητας του 2020.Αναμφισβήτητα, οι έκτακτες επεκτατικές παρεμβάσεις οδηγούν στη δημιουργία δημοσιονομικού ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης το 2020 και, σε συνδυασμό με τη μεγάλη ύφεση της οικονομίας και τον αποπληθωρισμό, στη σημαντική αύξηση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ. Η επίδρασή τους απεικονίζεται έντονα στη διαμόρφωση των εσόδων και των δαπανών κατά την πορεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού.
Του Σπύρου Σταθάκη