Το ΣΤ΄ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου έκρινε σήμερα ομόφωνα συνταγματική τη διάταξη εκείνη του νέου Ποινικού Κώδικα που αφορά το αδίκημα της απιστίας από την πλευρά των τραπεζικών στελεχών.

Το ΣΤ΄ Ποινικό Τμήμα με εισηγητή τον αρεοπαγίτη Γρηγόριο Κουτσοκώστα εξέδωσε σήμερα το υπ΄ αριθμ. 158/22.2.2021 ομόφωνο (3-0) βούλευμά του με το οποίο απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου που ζητούσε να αναιρεθεί η υπ΄ αριθμ. 2758/2020 απόφαση του Πλημμελειοδικείου Αθηνών.

Η αναίρεση είχε συζητηθεί στην τριμελή σύνθεση του Ποινικού Τμήματος, κεκλεισμένων των θυρών, την 8η Δεκεμβρίου 2020.

Πάντως, πρέπει να επισημανθεί, ότι με την έκδοση του σημερινού ομόφωνο βουλεύματος, δεν έχει «κλείσει» το καυτό αυτό θέμα δηλαδή, εάν βρίσκεται εντός των συνταγματικών πλαισίων ή όχι το άρθρο 405 του νέου Ποινικό Κώδικα.

Ήδη, μετά από αναιρέσεις που έχει ασκήσει η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, έχουν συζητηθεί στα Ποινικά Τμήματα σε σχηματισμό τριμελούς συμβουλίου (δηλαδή όχι στο ακροατήριο αλλά κεκλεισμένων των θυρών) δύο ακόμη υποθέσεις και αναμένεται η έκδοση των σχετικών βουλευμάτων, ενώ αναμένεται να εξετασθεί ακόμη μία, η οποία λόγω COVID-19 αναβάλλονται.

Παράλληλα, πριν από λίγες μέρες ήταν προγραμματισμένη να συζητηθεί σε δημόσια συνεδρίαση της πενταμελούς σύνθεσης του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου μια ακόμη υπόθεση η οποία αναβλήθηκε λόγω πανδημίας, ενώ έχει προσδιοριστεί η συζήτηση ακόμη μιας υπόθεσης στην πενταμελή σύνθεση του Ε΄ Ποινικού Τμήματος, η οποία πιθανά θα αναβληθεί και αυτή, λόγω των μέτρων κατά της διασποράς της πανδημίας.

Αρεοπαγίτες, αλλά και αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου, εκφράζουν σχεδόν την βεβαιότητα ότι η πρόεδρος του Αρείου Αγγελική Αλειφεροπούλου, πριν τη αποχώρησή της λόγω συνταξιοδότησης τον ερχόμενο Ιούνιο, θα έχει ορίσει την δικάσιμο στην Ολομέλεια (στην μείζονα ή την ελάσσονα) για να συζητηθεί και να επιλυθεί οριστικά το ζήτημα της συνταγματικότητας ή μη της επίμαχης διάταξης για το αδίκημα της απιστίας των τραπεζικών στελεχών.

Υπενθυμίζεται ότι ο νέος Ποινικός Κώδικας στο άρθρο 405 προβλέπει ότι η δίωξη σε βάρος των τραπεζικών στελεχών για το αδίκημα της απιστίας δεν θα γίνεται πλέον αυτεπάγγελτα από τις κατά τόπους εισαγγελικές αρχές, αλλά μετά από έγκληση που θα υποβάλλουν, όταν και εφόσον το κρίνουν, οι διοικήσεις των Τραπεζών.

Παράλληλα, μετά την κατάργηση του αυτεπάγγελτου της δίωξης των τραπεζικών στελεχών, τέθηκε τρίμηνη προθεσμία στα Πιστωτικά Ιδρύματα προκειμένου να αποφασίσουν εάν θα υποβάλλουν ή όχι μηνύσεις κατά στελεχών τους. Δηλαδή αν επιθυμούσαν τη διάσωση των εκκρεμών υποθέσεων, αλλιώς αυτές θα έκλειναν σε δικαστικό επίπεδο. Επίσης, το αδίκημα της απιστίας από στελέχη των Τραπεζών από κακούργημα μετατράπηκε σε πλημμέλημα.

Ωστόσο, η ανακρίτρια κατά της διαφθοράς Βασιλική Μπράτη έχει ανοίξει ήδη τον κύκλο των απολογιών σε μεγάλο αριθμό τραπεζικών στελεχών (περίπου 100) και αναμένεται να καλέσει και κομματικά στελέχη τα οποία είναι υπεύθυνα για τα δάνεια που είχαν χορηγηθεί σε πολιτικά κόμματα. Οι εμπλεκόμενοι έχουν αρχίσει και λαμβάνουν προθεσμίες προκειμένου να προετοιμάσουν τις απολογίες τους.

Η σχετική δικογραφία αρχικά είχε κλείσει λόγω της μη υποβολής μηνύσεων από την πλευρά των διοικήσεων των πιστωτικών Ιδρυμάτων. Όμως, η δικογραφία επέστρεψε στη ανακρίτρια, καθώς ορισμένα δικαστικά συμβούλια έκριναν με βούλευμά τους ότι είναι αντισυνταγματική η σχετική νομοθετική διάταξη που επιφυλάσσει διαφορετική μεταχείριση για τα στελέχη των Τραπεζών αναφορικά με το αδίκημα της απιστίας.