Με μεγάλη πτώση έκλεισε ο Ιανουάριος του 2021 στην αγορά καυσίμων. Και στα τρία προϊόντα, δηλαδή σε όλους τους τύπους τις βενζίνες, το πετρέλαιο κίνησης και θέρμανσης, η μείωση ήταν της τάξης του -30%.

Σύμφωνα με στελέχη του κλάδου η πανδημία, οι περιορισμοί στην κυκλοφορία και στις κινήσεις από νομό σε νομό, η έλλειψη μεγάλων δημοσίων έργων και βέβαια η κάθετη πτώση του τουρισμού έχουν οδηγήσει την αγορά στο «κόκκινο» με την αβεβαιότητα για το μέλλον να είναι η μόνη σταθερά. Μάλιστα τα διαφαινόμενα νέα αυστηρά «απαγορευτικά» στις μετακινήσεις ταλλά και οι αρνητικές προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας το πρώτο τρίμηνο και βέβαια του τουρισμού σε επίπεδο εξαμήνου δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας στον κλάδο.

Βέβαια η χρονιά που πέρασε ήταν και αυτή αρνητική καθώς η πτώση ήταν στο -8,5% με τις τουριστικές περιοχές να έχουν γράψει πολύ μεγαλύτερα ποσοστά. που στις βενζίνες ξεπερνούν και το 50%

Και βέβαια αυτά θα ήταν μεγαλύτερα εάν δεν υπήρχαν την Άνοιξη του 2020 οι χαμηλές τιμές στο πετρέλαιο θέρμανσης και η παράταση διάθεσής του μέχρι τον Ιούνιο, που οδήγησαν τα νοικοκυριά σε κινήσεις αποθεματοποίησης. Έτσι, με βάση διαθέσιμα στοιχεία το 2020 έκλεισε με τις βενζίνες να γράφουν πτώση -17%, το πετρέλαιο κίνησης με μείωση -10% και το θέρμανσης με άνοδο 15%.

 

Λαθρεμπόριο

Στο μεταξύ με βάση στελέχη της αγοράς το λαθρεμπόριο οργιάζει.
«Ό,τι και να γίνει, οι λαθρέμποροι τρέχουν και είναι ένα βήμα μπροστά». Αυτή είναι η χαρακτηριστική αναφορά κορυφαίου παράγοντα του κλάδου της εμπορίας πετρελαιοειδών  σε σχέση με την εικόνα που παρουσιάζει αυτήν την ώρα η αγορά καυσίμων.

Μάλιστα στέκεται στο γεγονός ότι ακόμη και με την πτώση στα καύσιμα κίνησης να είναι μεγάλη, πολλά πρατήρια αλλάζουν χέρια σε μια περίοδο πολύ δύσκολη για την αγορά, δείγμα ότι σε πολλές περιπτώσεις το «μοντέλο» εργασίας βασίζεται, εν πολλοίς στην παραβατικότητα. «Πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν τιμές κάτω του κόστους η μηδενικού κέρδους;» διερωτάται με νόημα, τονίζοντας ότι οι λαθρέμποροι βρίσκουν «συνταγές» να ξεπερνούν τους ελέγχους και να στρεβλώνουν την αγορά, ειδικά όταν το σύστημα εισροών – εκροών ακόμη δεν είναι πλήρως λειτουργικό. «Παράνομες δεξαμενές, by pass του συστήματος εισροών – εκροών και χημικά πρόσθετα όπως αυτό που αποκαλύφθηκε πρόσφατα» είναι το τρίπτυχο πάνω στο οποίο βασίζονται» τονίζει.

Πάντως με αιχμή των προσπάθεια των αρχών να αντιμετωπίσουν τη «γάγγραινα» του λαθρεμπορίου, ο Σύνδεσμος Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδος, επανάφερε πριν λίγες μέρες στη δημοσιότητα και πάλι το θέμα με την άμεση ολοκλήρωση και λειτουργία των συστημάτων εισροών-εκροών καυσίμων, μέσα σε ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό πλαίσιο. «Η λειτουργία των συστημάτων, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση των δεδομένων του συστήματος εισροών – εκροών στα πρατήρια καυσίμων όλης της χώρας, θα αποτελέσει ένα καίριο πλήγμα απέναντι σε αυτά τα κυκλώματα» τονίζει σε ανακοίνωσή του ο Σύνδεσμος με αφορμή τον πρόσφατο εντοπισμό διεθνούς κυκλώματος νοθείας καυσίμων, μέσω χημικών διαλυτών «Designer Fuel Oil».

 

Να σημειωθεί ότι μπορεί τα στοιχεία να καταγράφονται από το σύστημα εισροών – εκροών ωστόσο δεν γίνεται η σχετική επεξεργασία και αξιοποίηση για τον εντοπισμό των παραβατών. Πάντως πηγές της αγοράς αναφέρουν ότι σύντομα θα υπάρχουν βελτιώσεις και θα αξιοποιηθεί μια επένδυση πολλών εκατομμυρίων ευρώ που έχουν κάνει τόσο το δημόσιο όσο και οι εμπλεκόμενοι στην αγορά.

Ωστόσο, ο ΣΕΕΠΕ στην πρόσφατη ανακοίνωσή του απέδωσε εύσημα στις ελληνικές αρχές για τη μεγάλη επιτυχία που σημείωσαν, υπογραμμίζοντας, ταυτόχρονα, πως η νοθεία και το λαθρεμπόριο καυσίμων αποτελούν μια τεράστια απειλή για τους καταναλωτές, τα δημόσια έσοδα και τις επιχειρήσεις του κλάδου.

«Η εξάρθρωση του εγκληματικού δικτύου που εισήγαγε στην Ελλάδα μεγάλες ποσότητες χημικών διαλυτών, με σκοπό τη νόθευση καυσίμων, είναι αναμφίβολα μια μεγάλη επιτυχία της ΑΑΔΕ και των υπολοίπων αρχών που συνεργάστηκαν για τον εντοπισμό και την ιχνηλάτηση του συγκεκριμένου φορτίου» τονίζει ο ΣΕΕΠΕ υπογραμμίζοντας ότι «είναι σημαντικό να κατανοήσουμε όλοι πως η δράση αυτών των κυκλωμάτων λαθρεμπορίας και νοθείας καυσίμων, δεν προκαλεί ζημία μόνο στα έσοδα του Κράτους και τις επιχειρήσεις του κλάδου, αλλά δημιουργεί ένα ακόμη, μεγαλύτερο ζήτημα που αφορά στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία και ασφάλεια.»