Την εκτίμηση ότι πάνω από οκτώ στις δέκα εμπορικές επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης (ποσοστό 85%) δεν έχουν τη δυνατότητα να υποστηρίξουν το click-away, καθώς δεν διαθέτουν διαδικτυακή παρουσία, διατυπώνει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης (ΕΣΘ), Παντελής Φιλιππίδης, επικεφαλής και της Ομοσπονδίας Εμπορίου, Παραγωγικότητας και Επιχειρηματικότητας Κεντρικής- Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.

Γνωστοποιεί παράλληλα ότι η ηλεκτρονική πλατφόρμα που δημιουργεί ο ΕΣΘ, με στόχο ακριβώς να προσφέρει διαδικτυακή παρουσία σε όσες επιχειρήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν e-shop, αναμένεται να παρουσιαστεί τον Ιανουάριο, μετά από καθυστερήσεις που σημειώθηκαν λόγω των lockdown.

Αναλυτικότερα, με αφορμή την απόφαση που ανακοινώθηκε το πρωί, για λειτουργία του λιανεμπορίου με click-away (σ.σ. προπαραγγελία και μετάβαση του πελάτη στα καταστήματα για την παραλαβή της παραγγελίας του) ώς τις 7 Ιανουαρίου, ο κ.Φιλιππίδης υποστηρίζει πως «σήμερα μόνο το 15% των καταστημάτων της Θεσσαλονίκης έχει τεχνολογικά τη δυνατότητα να υποστηρίξει το click-away», άρα πάνω από οκτώ στις δέκα δεν θα μπορέσουν να το εφαρμόσουν, στερούμενες τον όποιο γιορτινό τζίρο.

«Για τις επιχειρήσεις ένδυσης και υπόδησης, ο μήνας των εορτών, ο Δεκέμβριος, απέφερε το 15%-20% του ετήσιου τζίρου. Για τα παιχνιδάδικα μέχρι και το 80% του κύκλου εργασιών κάθε χρονιάς, ενώ για καταστήματα εποχιακών ειδών ήταν προφανώς το απόγειο του έτους» επισημαίνει.

Το 10%-15% του χριστουγεννιάτικου τζίρου προερχόταν από τα Βαλκάνια και τους γύρω νομούς

Στο μεταξύ, αντί για χριστουγεννιάτικες γιρλάντες και φωτάκια, στις βιτρίνες 17 καταστημάτων στην Τσιμισκή, τον κεντρικότερο εμπορικό δρόμο της Θεσσαλονίκης, φιγουράρει η επιγραφή «Ενοικιάζεται».

Τα 15 την ανάρτησαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ενώ στα άλλα δύο έμεινε «αμανάτι» από την εποχή της οικονομικής κρίσης που προηγήθηκε. Σε άλλους δρόμους της πόλης, όπως η Εγνατία ή η Βενιζέλου, τα κλειστά καταστήματα είναι πολύ περισσότερα.

Ερωτηθείς πόσα εμπορικά καταστήματα έχουν κλείσει στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης, ο κ.Φιλιππίδης επισημαίνει πως δεν υπάρχει ασφαλής εκτίμηση, καθώς ο αριθμός αλλάζει κάθε μέρα: «σκεφτείτε πως τον Αύγουστο αρχίσαμε μια καταγραφή και πέντε ημέρες μετά, ήμασταν ήδη 17% έξω, δηλαδή σε πέντε ημέρες είχαν κλείσει 17% περισσότερα καταστήματα από όσα είχαμε καταγράψει».

Το γεγονός ότι τα καταστήματα θα παραμείνουν κλειστά στην περίοδο των εορτών θα επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση, εκτιμά. Αν η αγορά λειτουργούσε ενόψει των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, οι έμποροι της Θεσσαλονίκης θα μπορούσαν τουλάχιστον να προσβλέπουν σε κάποια αγοραστική κίνηση, προερχόμενη από τους ντόπιους καταναλωτές.

Ακόμα βέβαια και αν αυτό γινόταν, θα είχαν έτσι και αλλιώς χάσει -λόγω της απαγόρευσης των μετακινήσεων- το μερίδιο του τζίρου τους, που παραδοσιακά προέρχεται τέτοιες μέρες από τους Βαλκάνιους τουρίστες και τους αγοραστές από άλλους νομούς της Βόρειας Ελλάδας, το οποίο διόλου ευκαταφρόνητο είναι, αφού υπολογίζεται στο 10%-15% του γιορτινού κύκλου εργασιών.

«Η δημόσια υγεία φυσικά προέχει και, επειδή δεν είμαι ειδικός, δεν έχω ποτέ παρέμβει -και ούτε πρόκειται ποτέ να το κάνω- σε θέματα υγείας. Εμείς, ως καταστηματάρχες, θα αναλάβουμε την ευθύνη μας για τη μη μετάδοση του ιού, αλλά και η κυβέρνηση θα πρέπει κι αυτή να αναλάβει τις ευθύνες της για να αποζημιωθούν επαρκώς όσοι πλήττονται, γιατί σε λίγο κάποιοι δεν θα έχουν ούτε τα προς το ζην. Δεν μπορεί οι επιχειρήσεις να χωρίζονται σε δύο ταχυτήτων.

Ως προς το πώς χρειάζεται να στηριχθούν, ήδη από τις 21 Απριλίου έχουμε καταθέσει σχετική αναλυτική πρόταση προς τους υπουργούς Οικονομικών και Ανάπτυξης, η οποία είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα μας.

Η στήριξη επείγει, καθώς μετά και τις αποφάσεις που ανακοινώθηκαν σήμερα, κινδυνεύουν πλέον να κλείσουν 100.000 μικρές επιχειρήσεις» σημειώνει, επικαλούμενος και εκτιμήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, ενώ προσθέτει πως, μόνο στον κεντρικό δήμο Θεσσαλονίκης, αυτή τη στιγμή τελούν σε (σ.σ. προσωρινή, λόγω των μέτρων) αναστολή λειτουργίας 8500 εμπορικές επιχειρήσεις (όχι καταστήματα εστίασης), που απασχολούν κατά μέσο όρο 2,3 εργαζόμενους έκαστη.

Ο κ.Φιλιππίδης υποστηρίζει ακόμα πως γνωστές αλυσίδες καταστημάτων, εκμεταλλευόμενες «παράθυρο» για τις δια ζώσης αγορές, αυξάνουν εσχάτως τις πωλήσεις τους εις βάρος χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Συγκεκριμένα, όπως τονίζεται και σε επιστολή διαμαρτυρίας προς το υπουργείο Ανάπτυξης, πολλές επιχειρήσεις εξασφάλισαν το δικαίωμα να πωλούν προϊόντα χονδρικής, νόμιμα, με φυσική παρουσία του πελάτη στα καταστήματα, καθώς η δυνατότητα διανομής προϊόντων μέσω courier έχει φτάσει στο όριο.

«Ωστόσο, με αυτόν τον τρόπο, διαθέτουν και άλλα προϊόντα, καθώς τους δίνεται η δυνατότητα να πραγματοποιούν πωλήσεις χονδρικής με τιμολόγιο.

Π.χ, οι εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες μπορούν να αγοράσουν έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή μέσα από ένα κατάστημα χονδρικής πώλησης τέτοιων ειδών. Αρκεί να ζητήσουν την έκδοση τιμολογίου και όχι απόδειξης.

Επομένως, πολλοί έμποροι με διπλούς ΚΑΔ (και χονδρικής και λιανικής πώλησης) εξυπηρετούν τους επαγγελματίες πελάτες τους, οι οποίοι ψωνίζουν κανονικά και με τον νόμο από το φυσικό κατάστημα, και όχι από το e-shop, με έκδοση τιμολογίου αντί απόδειξης. Ζημιωμένοι βγαίνουν χιλιάδες μικρομεσαίοι επαγγελματίες οι οποίοι ασκούν αποκλειστικά λιανικό εμπόριο» επισημαίνει.